Μια συνέντευξη του Κώστα Αξελού ( Μέρος 1ο)

Μια συνέντευξη του Κώστα Αξελού στον Χρήστο Μέμο, για την Αυγή

Σήμερα ανεβάζω το 1ο μέρος. Θα ακολουθήσει το 2ο μέρος μαζί με βιογραφικά στοιχεία του μεγάλου στοχαστή.

«Το μόνο πράγμα που παίρνει μαζί του πεθαίνοντας ο άνθρωπος», όπως θα γράψει με το μοναδικό του τρόπο ο Ελύτης, «είναι [...] κάτι λίγες αισθήσεις ή στιγμές∙ δυο τρεις νότες κυμάτων, την ώρα που το μαλλί το παίρνει ο αέρας με τα γλυκά ψιθυρίσματα μες στο σκοτάδι [...] ένα τραγούδι βαρύθυμο, σαν βράχος μαύρος και το δάκρυ, το δάκρυ της μιας φοράς, το για πάντοτε». Και τι αφήνει πίσω του αυτός που «φεύγει»; Τι αφήνει πίσω του o Κώστας Αξελός; Ποια ίχνη από το πέρασμά του μας αφορούν και θα μπορούσαν να αποδειχθούν γόνιμα και δημιουργικά για τη ριζοσπαστική σκέψη και πράξη; Το έργο του Αξελού και κυρίως η στάση του απέναντι στον Μαρξ και τον μαρξισμό --σε μια παράλληλη πορεία με τον Καστοριάδη και τον Παπαϊωάννου, με τους οποίους ο Αξελός θα μοιραστεί όχι μόνο κοινούς θεωρητικούς προβληματισμούς, αλλά και κοινές ανεπάρκειες και αδυναμίες-- θα μπορούσε να ενταχθεί στην προσπάθεια μιας κριτικής και «αριστερής» επαναπροσέγγισης του Μαρξ και του μαρξισμού που θα λάβει χώρα στη μεταπολεμική Γαλλία .

Ο Αξελός θα υπερασπισθεί με αποφασιστικότητα τη σκέψη του Μαρξ από τις «ορθόδοξες» και δογματικές ερμηνείες και εφαρμογές της, δηλώνοντας κατηγορηματικά ότι ο Μαρξ δεν είναι ορθόδοξος μαρξιστής. Παράλληλα, ο Αξελός θα ασκήσει κριτική σ' εκείνα τα στοιχεία της μαρξικής σκέψης που διευκόλυναν την εμφάνιση των σοβιετικού τύπου κοινωνικών σχηματισμών. Σύμφωνα με τον Αξελό, η επανεξέταση της σχέσης του Χέγκελ με τον Μαρξ μας δείχνει ότι ο Μαρξ αντιτάχθηκε στη μεταφυσική σκέψη του Χέγκελ αποδίδοντας μεταφυσική σημασία στην έννοια της τεχνικής. Η ιστορία δεν νοείται, πλέον, ως εκδήλωση του απόλυτου πνεύματος, αλλά μετατρέπεται σε ιστορία της ανάπτυξης της τεχνικής. Ο τεχνικισμός του Μαρξ αναδύεται στα νεανικά του έργα μέσω της ιδιαίτερης έμφασής του στις έννοιες της «εργασίας», «βιομηχανίας» και «ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων» και διαπερνά όλο το μετέπειτα έργο του. Ο Μαρξ στηρίζεται σε μεταφυσικές προϋποθέσεις και δίνοντας προτεραιότητα στον υλικό και πρακτικό κόσμο, αναπαράγει το δυϊσμό θεωρίας-πράξης και τον ευρωκεντρισμό της δυτικής μεταφυσικής σκέψης. Ο Αξελός θα διερευνήσει την προβληματική της αλλοτρίωσης στον Μαρξ, και θα υπερασπισθεί τη λειτουργία της αρνητικότητας και της φιλοσοφίας ως κριτικής, ανοιχτής και ερωτηματικής σκέψης, σε μια προσπάθεια να θέσει τα πάντα υπό ερώτημα και να διατηρήσει το ερώτημα ανοιχτό. Oδηγώντας τη σκέψη του Μαρξ, ως μέρος μιας νέας ριζοσπαστικής σκέψης/πράξης, σε μια βαθιά περιπλάνηση, καταλήγει σε μια πλανητική σκέψη που υπερβαίνει (με την έννοια της χεγκελιανής «Aufhebung») όλες τις μαρξιστικές, λενινιστικές, σταλινικές, τροτσκιστικές και αναρχικές σχηματοποιήσεις, τη στενότητα και το σεχταρισμό. Τέλος, αντλώντας από την προσωκρατική φιλοσοφική παράδοση, κι όχι μόνο, ο Αξελός θα μας υπενθυμίσει την ανάγκη μιας ποιητικής διάστασης της ερωτηματικής και ανατρεπτικής σκέψης που αντιτίθεται αποφασιστικά στον ξύλινο και εξουσιαστικό λόγο της «αριστερής μελαγχολίας» του περασμένου αιώνα.
Το εγχείρημα του Αξελού για τη δημιουργία μιας νέας ριζοσπαστικότητας εναντιώνεται στη μετατροπή της κριτικής σκέψης σε κλειστό φιλοσοφικό σύστημα, καθώς και στη γραμμική αντίληψη της ιστορίας, στον τεχνικισμό, στο θετικισμό και στη «θετικοποίηση» της σκέψης. Η νέα ριζοσπαστικότητα αντιλαμβάνεται την επανάσταση ως περιπλάνηση, αβεβαιότητα, αγωνιστική αισιοδοξία και ελπίδα. Ζει τα ερωτήματά της (Ρίλκε) και θα μπορούσε να ιδωθεί ως μια διαρκής αμφισβήτηση του κεφαλαίου, του αστικού κράτους και των θεσμών του, αλλά και κάθε «αριστερής» διαχείρισής τους. Μ’ αυτή την έννοια, η αντικαπιταλιστική σκέψη και δράση χρειάζεται τα «θερμά ρεύματα» της κριτικής σκέψης του Αξελού ως μια ανεξάντλητη πηγή ερωτημάτων ενάντια στα δόγματα και τις απολυτότητές μας. Θα γυρίζουμε στον Αξελό όχι για να βρούμε κατηγορηματικές απαντήσεις στα ερωτήματά μας, αλλά για να στοχαστούμε και να αναπτύξουμε τα ερωτήματα που αυτός μας κληροδότησε. Σύμφωνα μετον Λεφέβρ, o Aξελός ανοίγει τον ορίζοντα, μας δείχνει το δρόμο. Δυστυχώς (ή μήπως ευτυχώς;), μετά το 1945, οι δρόμοι της κομματικής αριστεράς δεν ξανασυναντήθηκαν με τη σκέψη του Αξελού. Παραφράζοντας τον ποιητή, θα λέγαμε πως δεν λυπόμαστε τον στοχαστή που έμεινε χωρίς την αριστερά, αλλά την αριστερά που έμεινε χωρίς στοχαστές.

Κώστα Αξελέ, καλή περιπλάνηση στον ανοιχτό Κόσμο του μεγάλου Όλου..

Χρήστος Μέμος: Ο Χρήστος Μέμος διδάσκει Πολιτική Θεωρία στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου York (Μεγάλη Βρετανία), στο οποίο και εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή με θέμα την κριτική των Αξελού, Καστοριάδη και Παπαϊωάννου στον Μαρξ και τον μαρξισμό. Τα πιο πρόσφατα κείμενά του για την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 δημοσιεύθηκαν στα αγγλοσαξωνικά θεωρητικά περιοδικά “Ephemera: theory and politics in organization” και “International Journal of Urban and Regional Research”∙ επίσης, μεταφράστηκαν και δημοσιεύθηκαν στα ισπανικά στο “Herramienta: debate y critica marxista” (Αργεντινή) και “Bajo el Volcán” (Μεξικό) email: cm193@york.ac.uk

Το κείμενο της συνέντευξης

Η συνέντευξη δόθηκε στα ελληνικά τον Ιούλιο του 2006 στο Παρίσι και πήρε την τελική της μορφή την άνοιξη του 2007 έπειτα από μια σειρά επιστολών που ανταλλάξαμε με τον Κώστα Αξελό. Δημοσιεύθηκε δε, μεταφρασμένη στα αγγλικά, στο διεθνούς κύρους θεωρητικό περιοδικό Τhesis Eleven τον Αύγουστο του 2009 (Christos Memos, “For Marx and Marxism: An Interview with Kostas Axelos”, Thesis Eleven, τχ. 98, Aύγουστος 2009, σ. 129-139). Θα ήθελα να ευχαριστήσω το περιοδικό Thesis Eleven και τον καθηγητή Peter Beilharz, όπως και τον Fern Bryant των SAGE Publications για τη συγκατάθεσή τους στην ελληνική δημοσίευση της συνέντευξης, καθώς και τα «Ενθέματα» της Κυριακάτικης Αυγής για το ενδιαφέρον και τη φιλοξενία.
Χρ. Μ.

Χρήστος Μέμος: Ποιες ήταν οι ιδιαίτερες ιστορικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες στην Ελλάδα που καθόρισαν τη στάση σας απέναντι στον Μαρξ και τον μαρξισμό;

Κώστας Αξελός: Μεγάλωσα σε μια φιλελεύθερη οικογένεια και σε ηλικία δεκαεφτά χρονών οργανώθηκα στην ΟΚΝΕ. Υπήρξα καθοδηγητής και θεωρητικός στη σπουδάζουσα νεολαία. Έτσι, μου δόθηκε η ευκαιρία να έρθω σε επαφή με τον λεγόμενο έμπρακτο μαρξισμό. Η συμμετοχή μου στο κομμουνιστικό κίνημα ήταν μια πολύτιμη εμπειρία ζωής. Μου έδωσε να καταλάβω κάπως τον παλμό της ιστορίας, όχι μόνο της ελληνικής αλλά και της παγκόσμιας. Ταυτόχρονα, βίωσα την εμπειρία της συντροφικότητας, αφού ζούσαμε μαζί με τους συντρόφους πρωί, μεσημέρι, βράδυ. Είχα μπουχτίσει από την αστική τάξη και νόμιζα πως ο μαρξισμός είναι μια ανοιχτή κοινωνία, αλλά είδα ότι υπήρχε πάρα πολύ δογματισμός και γραφειοκρατία, κυρίως λόγω του σκληρού σταλινικού μοντέλου του ΚΚΕ. Αργότερα, πήρα μέρος στα «Δεκεμβριανά». Ήμασταν στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος στο Πολυτεχνείο και χτυπούσαμε την Ασφάλεια που ήταν απέναντι. Ήρθαν αγγλικά τανκς και μας περικύκλωσαν. Δοκιμάσαμε μια έξοδο και εκεί άλλοι τραυματίστηκαν και άλλοι συνελήφθησαν. Τελικά, μια ομάδα καταφέραμε να δραπετεύσουμε και να ξαναβρούμε τους μαχητές του ΕΛΑΣ.
Με άλλα λόγια, είχα μια διπλά αρνητική εμπειρία της Ελλάδας. Πρώτα, την εμπειρία της αστικής τάξης από την οποία προερχόμουν και την οποία έβρισκα αποπνικτική: οι ιδέες της, τα πρέπει και μη πρέπει, η αστική ηθική. Πριν ακόμα μπω στο κομμουνιστικό κίνημα ήμουν εναντίον της αστικής τάξης. Έλεγα να «πεθάνει αυτή η τάξη». Και δεύτερο, είχα την κακή  εμπειρία της σταλινικής γραφειοκρατίας. Έτσι, όταν έφυγα από την Ελλάδα έριξα δύο πέτρες πίσω μου, όχι μία, δύο. Από την περίοδο της παρανομίας ήθελα να φύγω από την Ελλάδα. Μου φαινόταν «στενή» η Ελλάδα και είχα την αίσθηση ενός μεγάλου εθνοκεντρισμού, προερχόμενου τόσο από τη Δεξιά όσο και από την Αριστερά. Τελικά, ήρθε η υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης και με διπλωματική παρέμβαση και στέγαση κατορθώσαμε να φύγουμε.

Χ.Μ.: Πώς ήταν το περιβάλλον, η ατμόσφαιρα της μεταπολεμικής Γαλλίας;

Κ.Α.: Το περιβάλλον ήταν φιλικό. Αμέσως άρχισα να σπουδάζω φιλοσοφία στη Σορβόνη. Μελέτησα συστηματικά Ηράκλειτο, Χέγκελ, Mαρξ, Νίτσε και Χάιντεγκερ. Στο πολιτικό επίπεδο, όταν έφθασα στη Γαλλία ετοιμαζόταν εκλογές και υπήρχαν παντού αφίσες του ΓΚΚ που έλεγαν: «Ψηφίστε Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας, το κόμμα της μικρής ιδιοκτησίας». Και αναρωτήθηκα: «Γι’ αυτό παλέψαμε, για τη μικρή ιδιοκτησία;». Το Μάρτιο του 1946 το ΚΚΕ με διέγραψε επειδή, όπως ανέφεραν, είχα πει πως το κόμμα είναι δογματικό και είχα εναντιωθεί στην πολιτική του ΓΚΚ. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι στη μεταπολεμική Γαλλία το ΓΚΚ είχε φθάσει στο αποκορύφωμα της πολιτικής του επιρροής, προσπαθώντας να επιβάλλει και την ιδεολογική του κυριαρχία παράλληλα με την κυριαρχία του σαρτρισμού και του αριστερού καθολικισμού. Αισθανόμουν πάντα έξω από τα ρεύματα και το 1956 συναντηθήκαμε ορισμένοι άνθρωποι που είχαμε την ίδια εμπειρία, ήμασταν πρώην στελέχη του κομμουνιστικού κόμματος που δεν είχαμε γίνει αντικομμουνιστές και εκδώσαμε το περιοδικό Arguments.

Χ.Μ.: Στο άρθρο σας με το οποίο ανακοινώνετε το τέλος της έκδοσης του περιοδικού Arguments, σημειώνετε, μεταξύ των άλλων, ότι «είναι πολύ δύσκολο να μάθουμε να μιλάμε και να σκεπτόμαστε, και όσο για τη δράση, χρειάζεται ακόμα πολύς δρόμος για να καταλάβουμε τι σημαίνει “μετασχηματισμός του κόσμου”(Μαρξ) ή “αλλαγή της ζωής” (Ρεμπώ).Ούτε είναι εύκολο να εγκαταλείψουμε τις κακές συνήθειες, να ξεπεράσουμε τα τραυλίσματα και τις υλακές, τα κλισέ και τα σλόγκαν, τους ευσεβείς πόθους και τις “μελλοντικές αυταπάτες”». Γιατί η μεγάλη πλειοψηφία αυτών που επικαλούνται τον μαρξισμό παραμένουν «κλειστοί» τόσο στη σκέψη όσο και στη δράση τους;

Κ.Α.: Σε κάθε ιστορική εποχή και εποχή της σκέψης, επικρατεί μια εντελώς μέτρια νοοτροπία, ένα συνονθύλευμα διαφόρων μικρών -ισμών. Οι μεγάλες σκέψεις περνούν πάνω απ’ τα κεφάλια των ανθρώπων και των κοινωνιών, σαν να μην τους αφορούν, κι αυτό που κυριαρχεί είναι μια φθηνή εκλαΐκευσή τους. Σήμερα λίγοι είναι εκείνοι που επικαλούνται τη σκέψη του Μαρξ και τον μαρξισμό. Αλλά και αυτοί δεν έρχονται σε επικοινωνία με τον παλμό της, παρά ζητούν μικρές οδηγίες, θεωρητικές ή πρακτικές, ενώ στη δράση τους ακολουθούν άλλα κινήματα που ταιριάζουν πιο εύκολα με τη μετριότητα της εποχής.

Χ.Μ.: Έχετε γράψει ότι «ο μαρξισμός ενεπλάκη μέσα σε μια περίπλοκη αυστηρότητα. Έγινε ξερός σαν ξύλο έτοιμο να πέσει απ’ το άλλοτε πράσινο δέντρο. [...] Πρέπει σίγουρο να είναι πολύ επίπονο το να δεχτούμε ν’ απελευθερώσουμε τις ακμαίες δυνάμεις που περιέχει ο μαρξισμός» («Υπάρχει μια μαρξιστική φιλοσοφία;», σελ. 243). Ποιες νομίζετε ότι είναι αυτές οι ακμαίες δυνάμεις και πώς θα μπορούσαν να συμβάλουν στο άνοιγμα του μαρξισμού;

Κ.Α.: Για να γίνει ένας παραγωγικός διάλογος με τη σκέψη του Μαρξ περισσότερο παρά με τη θεωρία του μαρξισμού, θα ’πρεπε να ερωτηθούν και άλλοι μεγάλοι στοχαστές (ο Χέγκελ, ο Νίτσε, ο Χάιντεγκερ), όχι για να ανανεώσουν συμβατικά τον μαρξισμό, αλλά για να κρατήσουν ανοιχτό το προβληματικό στοιχείο της σκέψης του Μαρξ και να την θέσουν υπό ερώτηση ενιαία και πολλαπλά. Θα έπρεπε επίσης να φωτιστεί ο αστικός ορίζοντας που εν πολλοίς παραμένει ο ορίζοντας του Μαρξ.



Χ.Μ.: Μιλήσατε ήδη από τη δεκαετία του ’60 για έναν «Ανοιχτό Μαρξισμό».Τι ακριβώς εννοούσατε με τον όρο «Ανοιχτός Μαρξισμός»; Με ποιο τρόπο αυτό το άνοιγμα του μαρξισμού θα μπορoύσε να οδηγήσει «ως τη διάσπαση των μαρξιστικών, λενινιστικών, σταλινικών, τροτσκιστικών, αναρχικών σχηματοποιήσεων και πέρα απ’ αυτές»; (ό.π., σελ. 242)

Κ.Α.: Ανοιχτό μαρξισμό εννοούσα ένα ρεύμα --που ποτέ δεν παγιώθηκε σαν κίνημα-- το οποίο, σε αντίθεση με τον μαρξισμό-λενινισμό-σταλινισμό-μαοϊσμό, δεν έκανε τον μαρξισμό ιδεολογία εξουσίας, αλλά προσπαθούσε να του θέσει γόνιμα ερωτήματα και να απομυθοποιήσει τις λεγόμενες πραγματώσεις. Ο Λούκατς και ο Κορς έκαναν μια μικρή προσπάθεια, τα στοχαστικά τους μέτρα, όμως, ήταν περιορισμένα. Την ίδια την πολιτική, και όχι μόνον πολιτική, δράση που θα επήγαζε δεν μπορεί κανείς να την ορίσει εκ των προτέρων. Ίσως το ερώτημα της εποχής είναι: Γιατί δεν μπορούμε να βγούμε από το καπιταλιστικό και μικροαστικό, τεχνικο-γραφειοκρατικό σχήμα που επικρατεί;

Χ.Μ.: Πώς θα ορίζατε την «κρίση του μαρξισμού»; Μήπως η κρίση αυτή οφείλεται στο ότι ο μαρξισμός δεν αποτελεί παρά μέρος της σύγχρονης και ευρωπαϊκής σκέψης η οποία «είναι ουσιωδώς και διηνεκώς σε κρίση»; Αναδεικνύει,τελικά,η κρίση αυτή την ανάγκη μιας «νέας ριζοσπαστικότητας»;

Κ.Α.: Η κρίση του μαρξισμού εγγράφεται στη γενικότερη κρίση. Η ιστορική φάση την οποία διατρέχουμε είναι και θα είναι σε κρίση. Ως πότε; Αυτό δεν μπορεί να το προείδει κανείς. Η κρίση είναι και στο εσωτερικό του μαρξισμού --η στοχαστική του ανεπάρκεια-- και στην «εφαρμογή» του που απέτυχε οικτρά. Η ανάγκη μιας νέας ριζοσπαστικότητας φαίνεται να υπάρχει. Λέω, φαίνεται. Γιατί το ερώτημα μένει: Υπάρχει γενικότερα; Ίσως θα ήταν αρκετά ριζοσπαστικό το να επιμείνουμε στο ερώτημα και να δούμε τις προϋποθέσεις και τις συνέπειές του.

Χ.Μ.: Τι συνδέει και τι αποσυνδέει τη σκέψη του Μαρξ και τον μαρξισμό;Υπάρχει μεταξύ τους κάποια ενότητα και κάτι μέσα στον Μαρξ που επέτρεψε την ανάπτυξη και πραγματοποίηση συγκεκριμένων ερμηνειών-εκδοχών της σκέψης του (σοσιαλδημοκρατία, μαρξισμός-λενινισμός, μαοϊσμός κ.τ.λ);

Κ.Α.: Αυτό που συνδέει μια σκέψη με την «εφαρμογή» της μένει πάντα προβληματικό. Θα ήταν άραγε δυνατή μια άλλη εφαρμογή; Θα έλεγα πως ανάμεσα στον Μαρξ και τον μαρξισμό υπάρχει και συνέχεια και λύση συνεχείας. Στον ίδιο τον Μαρξ, όμως, υπάρχει ένα δογματικό στοιχείο, το κλείσιμο πολλών ερωτημάτων.

Χ.Μ.: Με δεδομένη την άποψή σας, ότι η σκέψη του Μαρξ, όπως και κάθε μεγάλη σκέψη, είναι πολυσήμαντη και πολυδιάστατη, καθώς και ότι καμία κατανόηση και καμία ερμηνεία δεν εξαντλούν την πηγή τους, με ποιον τρόπο, πιστεύετε, ότι πρέπει να προσεγγίζουμε και να «διαβάζουμε» τον Μαρξ;

Κ.Α.: Δεν μπορεί κανείς να προτείνει έναν και μόνον τρόπο προσέγγισης και διαβάσματος του Μαρξ. Αν το έκανε, θα ήταν δογματικός. Αυτό που προτείνω είναι να εντάξουμε τον Μαρξ στη σειρά των στοχαστών της νεωτερικότητας --που πάει από τον Ντεκάρτ στον Χάιντεγκερ-- στην οποία ανήκει και ο Μαρξ. Δηλαδή, να δούμε και το ρεύμα στο οποίο εντάσσεται (άθελά του) και τη δική του προσφορά: την κριτική της θεωρητικής σκέψης, που μένει κυρίως --αλλά όχι μόνον-- θεωρητική, και την κριτική της πράξης, της ιδιωτικής και της δημόσιας, την οποία διστάζουμε πάντοτε να κάνουμε με τη δέουσα ένταση, εντάσσοντας και τους εαυτούς μας σ’ αυτό που κρίνεται.

Σχόλια

  1. " Παραφράζοντας τον ποιητή, θα λέγαμε πως δεν λυπόμαστε τον στοχαστή που έμεινε χωρίς την αριστερά,
    αλλά την αριστερά που έμεινε χωρίς στοχαστές"
    !!


    Έτσι δεν είναι;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. έμεινε χωρίς τους σκεπτόμενους, τους αναζητητές, τους ανήσυχους, και μαράζωσε. Αυτο το γαμώτο είναι νομίζω που μας κρατάει και γράφουμε μιλάμε, τρέχουμε. Που πήγαν όλοι αυτοί; Όταν θα βρεθούμε από κοντά Σπίθα θα σου πω μια ιστορία σχετική.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Σπίθα:
    "Η κρίση του μαρξισμού εγγράφεται στη γενικότερη κρίση. Η ιστορική φάση την οποία διατρέχουμε είναι και θα είναι σε κρίση. Ως πότε; Αυτό δεν μπορεί να το προείδει κανείς. Η κρίση είναι και στο εσωτερικό του μαρξισμού --η στοχαστική του ανεπάρκεια-- και στην «εφαρμογή» του που απέτυχε οικτρά. Η ανάγκη μιας νέας ριζοσπαστικότητας φαίνεται να υπάρχει. Λέω, φαίνεται. Γιατί το ερώτημα μένει: Υπάρχει γενικότερα; Ίσως θα ήταν αρκετά ριζοσπαστικό το να επιμείνουμε στο ερώτημα και να δούμε τις προϋποθέσεις και τις συνέπειές του."

    Εδώ μπορεί να δει κανείς τη ζημιά που κάνανε οι κομματικές στρούγκες, αλλά και το λάθος της Ανανεωτικής Αριστεράς να τακιμιάσει στο ΣΥΝ με τα δογματικά αποπαίδια της Αλέκας. Ενας οργανισμός που είχε να δώσει στον τομέα της σκέψης και της ριζοσπαστικότητας, καταδικάστηκε σε διαγκωνισμούς και ίντριγκες και έχασε το στόχο του, τη θεωρία και την μεταφορά της στην πράξη με άλλους όρους, νεωτερικούς. Μείνανε οι δογματικοί να υπερασπίζονται το μαρξισμό. Ότι το χειρότερο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Ύστατος πόρος: Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι μια πρόταση για το μέλλον.

Βάσω Κιντή: Παραιτούμαι από μέλος της ΚΕ και αποχωρώ από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς

Κίμων Χατζημπίρος: Ατελέσφορη Οικολογία