Πρότυπα και Πειραματικά σχολεία



H «Μαργαρίτα» ανοίγει τη συζήτηση σχετικά με τα Πρότυπα και Πειραματικά Σχολεία με ένα κείμενο του φίλου της, δάσκαλου, Ευθύμη Δημόπουλου. Προ της ψήφισης του σχετικού νόμου που φιλοδοξεί την επανίδρυσή τους, θα ακολουθήσουν και άλλα κείμενα τα οποία ελπίζει ότι θα εμπλουτίσουν το διάλογο.(Leo)

του Ευθύμη Δημόπουλου

Τα πειραματικά σχολεία στην ιστορία της παιδαγωγικής εμφανίζονται χοντρικά με δύο μορφές, ως μοντέλα θεωρητικών ρευμάτων και ως χώροι πραγματικής πειραματικής μέτρησης. Η πρώτη εκδοχή εκφράζεται με την εμφάνιση, στις αρχές του 20ου αιώνα, ενός νέου παιδαγωγικού ρεύματος του Σχολείου Εργασίας που αμφισβητεί τη μεθοδική ακαμψία της ερβαρτιανής αγωγής (δασκαλοκεντρική, ηθικοποιητική, φρονηματιστική) και θέτει στο κέντρο της παιδαγωγικής πράξης τη μαθητική αυτενέργεια. Οι κυριότεροι εκπρόσωποι του σχολείου εργασίας (Kerschensteiner, Gaudig, Dewey) υποστηρίζουν μια παιδοκεντρική αγωγή, όπου ο μαθητής επιλέγει τα μέσα και την οδό της αυτοτελείωσής του. Οι εκπρόσωποι του σχολείου εργασίας οργανώνουν σχολικά μοντέλα των διακηρυγμένων αρχών του νέου παιδαγωγικού ρεύματος. Το ρεύμα αυτό αναγνωρίστηκε για το ανανεωτικό του πνεύμα, επικρίθηκε για τις ακρότητές του.

Η δεύτερη μορφή πειραματικών σχολείων εμφανίζεται στο μεσοπόλεμο αλλά και μετά το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Δίνει βάρος στην έρευνα και μέτρηση της σχολικής πράξης. Βρισκόμαστε στη φάση της Πειραματικής Παιδαγωγικής. Η πειραματική παιδαγωγική επιδίωξε να μετρήσει και να κεφαλαιοποιήσει τα αποτελέσματα των μετρήσεων και των πειραματισμών της. Αυτό σήμαινε σταθμισμένα ερωτηματολόγια, τεστ ψυχοδιαγνωστικά, σταθερή παρακολούθηση και καταγραφή ψυχολογικών και διδακτικών δράσεων και αντιδράσεων, συνεντεύξεις, άπειρες στατιστικές κ.τ.λ. Αντικειμενικά, συγκέντρωναν ειδικότερα εκπαιδευμένους δασκάλους,  παιδοψυχολόγους, διέθεταν καλύτερο επίπεδο team work,  τεχνολογική επάρκεια και μετρούσαν σχεδόν καθημερινά. Η παιδαγωγική αυτή τάση  αναγνωρίστηκε για τις επιστημονικές της προθέσεις αλλά επικρίθηκε για τη μετατροπή της παιδαγωγικής σε «τεχνική». Ωστόσο η πειραματική της παρακαταθήκη, η μέτρηση δηλαδή και η καταγραφή, εν  πολλοίς επιβίωσαν ως εργαλεία στον παιδαγωγικό χώρο.

           
 Σε αυτά τα πλαίσια λειτούργησαν κυρίως τα πειραματικά σχολεία στην Ευρώπη και την Αμερική.  Αυτά τουλάχιστον γνωρίζω από τη βιβλιογραφία. Από ένα σημείο και μετά η πειραματική παιδαγωγική και η διδακτική καινοτομία έπαψαν να είναι υπόθεση εμπνευσμένων και μοναχικών δασκάλων ή ψυχολόγων, εντάχθηκαν στις πανεπιστημιακές παιδαγωγικές σχολές και συνδέθηκαν με καθορισμένα δημοτικά σχολεία. Στην Ελλάδα προσαρτήθηκαν από το 1929 πειραματικά σχολεία στα Πανεπιστήμια Αθηνών και Θεσσαλονίκης,. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι τα σχολεία αυτά αξιοποίησαν, λίγο ή πολύ είναι ζήτημα ιστορικής έρευνας, αρχές και παραδείγματα  διδακτικών καινοτομιών, δεν λειτούργησαν ως χώροι έρευνας και μέτρησης της σχολικής πράξης αλλά κυρίως ως καλά δημόσια σχολεία (μαζί με αυτά και ορισμένα άλλα σχολεία όπως  το Βαρβάκειο, η Ιωννίδειος κ.λ.π.), ως σχολεία πρότυπα που πρόσφεραν υψηλό επίπεδο σπουδών, μια διαφορετική σχολική κουλτούρα  και μετά κατολίσθησαν, ακολουθώντας και αυτά το "δημοκρατικό" εξισωτισμό προς τα κάτω, που επέβαλε η πολιτική και εκπαιδευτική κουλτούρα της μεταπολίτευσης. Με αφετηρία αυτή την ιστορική αναφορά προχωρώ στις επόμενες δύο παρατηρήσεις.


Αναρωτιέμαι,  αυτό που λείπει σήμερα από το «αντιπροσωπευτικό» ελληνικό σχολείο είναι ο πειραματισμός; Πειραματίζεσαι όταν διατυπώνεις μια υπόθεση εργασίας και θέλεις να την επιβεβαιώσεις ή να την απορρίψεις, ελέγχοντάς την. Πειραματίζεσαι όταν θέτεις σε λειτουργία ένα νέο θεωρητικό μοντέλο, ένα νέο επιστημονικό παράδειγμα. Αυτό επιχείρησαν στην ιστορική τους εκδοχή τα πειραματικά σχολεία και γι’ αυτό την ανέφερα αρχικά. Στο ελληνικό σχολείο λείπει ο πειραματισμός κάποιου νέου εκπαιδευτικού μοντέλου που χρήζει πειραματικής επιβεβαίωσης; Από αυτό πάσχουμε; Γι’ αυτό το λόγο επί δεκαετίες δεν λειτουργούν τα εργαστήρια φυσικής και οι βιβλιοθήκες των σχολείων; Δεν έχει επιβεβαιωθεί η εκπαιδευτική τους αξία και χρειάζεται να πειραματιστούμε για να την κατανοήσουμε; Γι’ αυτό το λόγο μένουμε επί δεκαετίες αγκιστρωμένοι σε ένα στερεότυπο αφηγηματικό, εθνοκεντρικό τύπο διδασκαλίας της Ιστορίας; Γι’ αυτό το λόγο δεν εντάσσουμε τη μελέτη και αντιπαραβολή ιστορικών πηγών ως βασική προϋπόθεση διάπλασης της ιστορικής σκέψης των μαθητών; Χρειάζεται να πειραματιστούμε για να εντάξουμε Η/Υ στο σχολείο, δηλαδή ένα εργαλείο που θα  κατακλύσει ούτως ή άλλως την εκπαιδευτική ζωή διεθνώς; Γι’ αυτό το λόγο δεν έχουμε ακόμη καταφέρει στα σχολεία μας να οργανώσουμε στοιχειωδώς μια αίθουσα προβολών και πολυμέσων; Γι’ αυτό το λόγο δεν έχουν οργανώσει στοιχειωδώς τα σχολεία μας βοηθητικό εκπαιδευτικό υλικό που να αποτελεί εκπαιδευτική περιουσία του σχολείου; Γι’ αυτό το λόγο οι Σύλλογοι Διδασκόντων δε συνεδρίασαν ποτέ με θέμα τη σχολική αποτυχία των μαθητών του σχολείου τους και  τη σχολική περιθωριοποίηση ευάλωτων ομάδων;


Νομίζω πως όχι. Όλοι αναγνωρίζουν την αξία αυτών των στοιχειωδών διδακτικών προϋποθέσεων – τις εφαρμόζουν ή προσπαθούν να τις προσφέρουν στα παιδιά της οικογενείας τους –  και ένα μεγάλο τμήμα εκπαιδευτικών διδάσκεται την αξία τους εδώ και αρκετά χρόνια στο επίπεδο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η εφαρμογή τους αποτελεί το καταστατικό πλαίσιο οποιουδήποτε σύγχρονου σχολείου. 

Το ζήτημα είναι πως αυτές οι αυτονόητες εκπαιδευτικές προϋποθέσεις δεν εφαρμόζονται στο ελληνικό σχολείο, για λόγους που επανειλημμένα έχουμε υπογραμμίσει στην κριτική μας και δεν είναι της παρούσης να τους επαναλάβουμε. Ή, για να είμαστε πιο αντικειμενικοί, αρκετοί προσπαθούν να τις εφαρμόσουν αλλά ο καθένας «το παλεύει όπως ξέρει και μπορεί».  Όχι ως σχολική μονάδα, όχι ως σύλλογος διδασκόντων, όχι ως εκπαιδευτικό σύστημα. Το σύστημα έχει «κάτσει» εδώ και χρόνια.

Πως μπορούμε καταρχήν να αναζωογονήσουμε το εκπαιδευτικό μας σύστημα, με την ελπίδα στη συνέχεια να το εμπλουτίσουμε με μια πειραματική κουλτούρα; Ένας αποτελεσματικός και σχετικά άμεσος τρόπος είναι να δημιουργήσουμε, επιλεγμένα σε πρώτη φάση, δημόσια σχολεία που θα λειτουργούν ως  αντιπαράδειγμα στη γενική καθίζηση του συστήματος και ως παράδειγμα «υπαρκτού εκπαιδευτικού μοντέλου».

Έρχεται λοιπόν το Υπουργείο και προτείνει στη σημερινή συνθήκη νομοσχέδιο για τη δημιουργία πρότυπων – πειραματικών σχολείων. Στην πραγματικότητα επιχειρεί να ανασυγκροτήσει ή να δημιουργήσει καινούρια καλά δημόσια σχολεία.  Αφήνω κατά μέρος τον πειραματισμό. Εκτιμώ πως ο στόχος πρότυπων δημόσιων σχολείων είναι σωστός και κυρίως εφικτός, γιατί υπάρχουν στο νομοσχέδιο προβλέψεις δίκαιες, πραγματοποιήσιμες,  μετρημένες και οικονομικές, όπως οι ακόλουθες:


1.      Προβλέπεται η δημιουργία μέσα σε μια τετραετία περίπου 30 ΠΠΣ (μέσα σε αυτά περιλαμβάνει και 2 ΕΠΑΛ, επαγγελματικά λύκεια). Αυτό σημαίνει 90 σχολεία, γιατί η κάθε σχολική μονάδα ΠΠΣ περιλαμβάνει νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο.

2.      Επιτρέπεται η δυνατότητα επικοινωνίας των ΠΠΣ με άλλα σχολεία της γεωγραφικής τους περιφέρειας μέσα από συμμετοχή μαθητών από άλλα σχολεία σε εκπαιδευτικούς ομίλους των ΠΠΣ αλλά και τη συμμετοχή εκπαιδευτικών από άλλα σχολεία σε διαδικασίες ενδοσχολικής επιμόρφωσης των ΠΠΣ.

3.      Δίνεται δυνατότητα πρόσβασης μαθητών στα ΠΠΣ με μια γκάμα κριτηρίων που ποικίλλουν: από την κλήρωση (νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο), την εξασφάλιση συνέχειας στο ίδιο σχολείο για τους μαθητές της προηγούμενης βαθμίδας (από νηπιαγωγείο σε δημοτικό και από δημοτικό σε γυμνάσιο) ως τις εξετάσεις για πρόσβαση στο λύκειο. Η πρόσβαση σε κάθε περίπτωση είναι ανεξάρτητη του τόπου διαμονής.

4.      Εξασφαλίζονται ορισμένες στοιχειώδεις προϋποθέσεις για την παραγωγή αξιόλογου εκπαιδευτικού έργου όπως: σύνδεση του σχολείου με ΑΕΙ ή ΤΕΙ για τα ΕΠΑΛ, επιλογή εκπαιδευτικού προσωπικού με υψηλά ακαδημαϊκά και διδακτικά προσόντα, δημιουργία εκπαιδευτικών και πολιτιστικών ομίλων και κυρίως αξιολόγηση του σχολείου από ανεξάρτητη αρχή.

5.        Τίθεται ως maximum όριο η οκταετής θητεία για τους διευθυντές και η δεκαετής για τους εκπαιδευτικούς με πρόβλεψη για διακοπή της θητείας τους αν αξιολογηθούν αρνητικά.


Πως ωφελείται η ελληνική εκπαίδευση με αυτές τις ρυθμίσεις; Καταρχήν στήνεται ένα δίκτυο καλών δημόσιων σχολείων το οποίο βρίσκεται σε επικοινωνία τόσο με άλλα σχολεία όσο και με την τριτοβάθμια και μπορεί να μεταγγίσει καλής ποιότητας εκπαιδευτικό και πολιτιστικό έργο. Διαμορφώνεται στα ΠΠΣ ένας αριθμός εκπαιδευτικών και διευθυντών που αποκτά πείρα και διδακτική επάρκεια μέσα σε μια αναβαθμισμένη εκπαιδευτική συνθήκη και στη συνέχεια διαχέεται στα άλλα σχολεία της χώρας, αλλά ταυτόχρονα παράγεται και ένας ικανός αριθμός μαθητών με καλύτερες εκπαιδευτικές και πολιτιστικές παραστάσεις. Ενεργοποιείται μια διαδικασία αξιολόγησης έξω από τους καθιερωμένους διαβλητούς μηχανισμούς. Συγκροτείται ένας δημόσιος εκπαιδευτικός πόλος που μπορεί να προσελκύσει πολλές οικογένειες μισθωτών, οι οποίες δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν το Αρσάκειο ή το Κολλέγιο και θα παρότρυναν τα παιδιά τους για την επιλογή σπουδών σε ένα ενός αξιόλογο δημόσιο σχολείο, ειδικά μέσα σε συνθήκες παρατεταμένης οικονομικής κρίσης. Αν μάλιστα τα ΠΠΣ καταφέρουν να εντάξουν και ένα διαστρωματωμένο μαθητικό πληθυσμό στις τάξεις τους τα οφέλη θα είναι σημαντικά.

Νομίζω πως δεν πρέπει να αφήσουμε την ευκαιρία να χαθεί. Ας τη στηρίξουμε.

Δημόπουλος Ευθύμης.

Το σχέδιο νόμου για τα πρότυπα-πειραματικά εδώ http://www.opengov.gr/ypepth/wp-content/uploads/downloads/2011/01/peiramatika_protypa1.pdf

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Ύστατος πόρος: Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι μια πρόταση για το μέλλον.

Βάσω Κιντή: Παραιτούμαι από μέλος της ΚΕ και αποχωρώ από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς

Κίμων Χατζημπίρος: Ατελέσφορη Οικολογία