Μεταρρύθμιση και Αντιμεταρρύθμιση στην ανώτατη εκπαίδευση




Ανεβάζω σήμερα δύο κείμενα σχετικά με το νομοσχέδιο για την ανώτατη εκπαίδευση.  Δυνάμεις τάσσονται υπέρ αλλά και κατά της επιχειρούμενης μεταρρύθμισης με πολιτικά και εκπαιδευτικά επιχειρήματα. Αν κάτι προκαλεί είναι όταν ο σκληρός συντεχνιασμός, ανεξαρτήτως χρώματος, επικαλείται ιδεολογικούς και εκπαιδευτικούς λόγους για να αποκρούσει εκείνες τις διατάξεις που επιχειρούν να βάλουν χέρι στις προνομίες του. (Leo)

Μεταρρύθμιση και Αντιμεταρρύθμιση

του Ορέστη Καλογήρου Από τα Νέα ( 12/07/2011)

Μέσα στη μεταρρυθμιστική έρημο της κυβέρνησης κατατέθηκε επιτέλους το νομοσχέδιο για τις αλλαγές στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Η μεταρρύθμιση του ελληνικού πανεπιστημίου επείγει και εκκρεμεί εδώ και πολλά χρόνια. Διαχρονικά οι εσωτερικές αντιδράσεις σε κάθε απόπειρα μεταρρύθμισης στο πανεπιστήμιο ήταν και είναι πρωτοφανείς. Η κρίση που βιώνουμε όμως δεν επιτρέπει άλλες αναστολές και αναβολές.
Το ελληνικό πανεπιστήμιο βρίσκεται εδώ και πολλά χρόνια μετέωρο, χωρίς πυξίδα, χωρίς σχέδιο, χωρίς όραμα για το μέλλον. Οι ζωντανές του δυνάμεις ασφυκτιούν μέσα σε ένα θεσμικό πλαίσιο διοίκησης, που εγκλωβίζει την ακαδημαϊκή ζωή σε μια έντονα γραφειοκρατική λειτουργία η οποία στηρίζεται στην κατ' επίφαση δημοκρατική αρχή «όλοι διοικούμε όλους». Σε αυτό το γραφειοκρατικό σύστημα διοίκησης βρίσκουν πεδίο δράσης κομματικές, φατριαστικές, ιδιοτελείς ομάδες συμφερόντων που αυτονομούνται από το συλλογικό υποκείμενο και δρουν προς ίδιον όφελος. Υλικές ή άυλες πρόσοδοι, νεποτισμός, φαβοριτισμός, σφαίρες επιρροής και ζώνες εξουσίας, διάχυση της ευθύνης, ώστε κανείς να μην είναι τελικά υπόλογος, είναι τα κύρια χαρακτηριστικά αυτών των συστημάτων. Το αποτέλεσμα είναι ο εξισωτισμός προς τα κάτω αντί για την επιδίωξη αριστείας, η αυτοαναφορικότητα και η εσωστρέφεια αντί του διαλόγου με τη διεθνή επιστημονική κοινότητα, η αδυναμία λήψης αποφάσεων στρατηγικού χαρακτήρα. Γιατί εντέλει ένα σύστημα διοίκησης είναι ένας μηχανισμός λήψης αποφάσεων. Οταν αυτός ο μηχανισμός δεν λειτουργεί τότε πρέπει να αντικατασταθεί.
Η εξαγγελλόμενη μεταρρύθμιση επιχειρεί να λύσει το πρόβλημα του μοντέλου διοίκησης εισάγοντας τον θεσμό του Συμβουλίου Ιδρύματος. Εδώ εγείρεται από πολλές μεριές η ένσταση περί του αυτοδιοίκητου. Οπως γίνεται συχνά στον δημόσιο διάλογο, η έννοια αυτή διαστρεβλώνεται έτσι, ώστε η συντεχνιακή αντίδραση να περιβληθεί τον μανδύα του υπερασπιστή της δημοκρατικής νομιμότητας. Η έννοια του αυτοδιοίκητου στο πανεπιστήμιο αφορά το δικαίωμα της πανεπιστημιακής κοινότητας να ορίζει αυτή και μόνον τα όργανα διοίκησης. Με την εξαγγελλόμενη ρύθμιση το σύνολο των καθηγητών ενός ΑΕΙ εκλέγει με καθολική ψηφοφορία επτά καθηγητές του ιδρύματος και το σύνολο των φοιτητών έναν συνάδελφό τους ως εσωτερικά μέλη του Συμβουλίου Ιδρύματος. Οι οκτώ εσωτερικοί με τη σειρά τους εκλέγουν επτά εξωτερικά μέλη με βάση «την καθολική τους αναγνώριση στην επιστήμη, τα γράμματα, την τέχνη, τον κριτικό στοχασμό, την κοινωνική του δραστηριότητα ή τη σημαντική του προσφορά στο κοινωνικό σύνολο από θέση ευθύνης και η γνώση και εμπειρία στον τομέα διοίκησης». Η διαδικασία αυτή εξασφαλίζει απολύτως το αυτοδιοίκητο. Πρόσφατα παρακολούθησα με ενδιαφέρον μια ομιλία ενός γερμανού καθηγητή προέδρου Συμβουλίου Ιδρύματος γερμανικού πανεπιστημίου και πρώην πρύτανη του δικού του ιδρύματος σχετικά με τις εμπειρίες από την αντίστοιχη μεταρρύθμιση στη Γερμανία. Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση η εξής αναφορά του. Με πρόχειρους υπολογισμούς στα γερμανικά πανεπιστήμια υπηρετούν ως εξωτερικά μέλη των συμβουλίων ιδρύματος χίλιες προσωπικότητες από την αφρόκρεμα της γερμανικής κοινωνίας. Το γεγονός ότι αυτές οι χίλιες προσωπικότητες εργάζονται για το συμφέρον των γερμανικών πανεπιστημίων τα έχει ιδιαίτερα ωφελήσει. Είναι φυσικά βαριά η ευθύνη της πανεπιστημιακής κοινότητας να επιλέξει αυτού του είδους τις προσωπικότητες, που θα εργαστούν για το συμφέρον του ελληνικού πανεπιστημίου.

Αντί για νηφάλιο διάλογο, αντί για έναν κριτικό αναστοχασμό τις τελευταίες ημέρες εκπέμπονται απίστευτες ανακρίβειες που σε ορισμένες περιπτώσεις μοιάζουν με συνειδητά ψεύδη. Ιδιωτικοποίηση, εμπορευματοποίηση, ξεπούλημα, θανατική καταδίκη και ένα σωρό άλλες υπερβολές εκτοξεύονται κυρίως από εκείνους που είναι υπεύθυνοι για το επίπεδο του ελληνικού πανεπιστημίου, που βρίσκονται εντός του συστήματος των κομματικών, φατριαστικών και ιδιοτελών ομάδων συμφερόντων και που το καταδυναστεύουν επί χρόνια. Από την άλλη μεριά, η ελληνική κοινωνία έχει κατανοήσει εδώ και πολύ καιρό την επείγουσα ανάγκη για βαθιές τομές στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια η κοινωνία, οι γονείς, οι φοιτητές αυτό που ζητούσαν από το ελληνικό πανεπιστήμιο ήταν περισσότερο ένα χαρτί για την πρόσβαση στο Δημόσιο, παρά η επιστημονική κατάρτιση για μια ανταγωνιστική θέση στην αγορά εργασίας. Από τη σκοπιά αυτή και η ευθύνη της κοινωνίας είναι μεγάλη. Ολο και περισσότερο η κοινωνία συνειδητοποιεί την ανάγκη για βαθιές τομές και μεταρρυθμίσεις στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Και από την άποψη αυτή η κοινωνία είναι πιο μπροστά από την πανεπιστημιακή κοινότητα. Ομως και στο εσωτερικό του ελληνικού πανεπιστημίου είναι πολλές οι δυνάμεις, οι οποίες έχουν κατανοήσει την ανάγκη τομών και αλλαγών που μπορούν υπό προϋποθέσεις να απελευθερώσουν τις τεράστιες δυνάμεις του.
Ο Ορέστης Καλογήρου είναι καθηγητής
στο Τμήμα Φυσικής του ΑΠΘ

Η τσέπη του πρύτανη

της Λώρης Κέζα από τα ΝΕΑ (13/07/2011) 

Οι πρυτάνεις πρέπει να είναι ανεξάρτητοι, τελεία και παύλα. Αν κάποιος θέλει να προσλάβει μια μεταπτυχιακή φοιτήτρια για γραμματέα του, γούστο του, καπέλο του. Δικαιούται να την προσλάβει για να σηκώνει τα τηλέφωνα, με ασαφές ωράριο. Ο πρύτανης πρέπει να έχει το δημοκρατικό δικαίωμα να πει στη γραμματέα του: «πόσα θες κούκλα μου το μήνα; Ένα χιλιάρικο, δυο χιλιάρικα; Τι; Τρία; Κλείσαμε στα 3.100». Ο πρύτανης πρέπει να έχει την ελευθερία να κόβει επιμίσθια στον εαυτό του, πρέπει να νομιμοποιείται όταν μοιράζει λεφτά στους συνεργάτες του. Στο κάτω κάτω αυτά τα δεν είναι «δημόσιο χρήμα», είναι λεφτά από προγράμματα, δηλαδή είναι «επιστημονικό χρήμα» που είναι ανώτερο. Το «επιστημονικό χρήμα» δεν υπόκειται σε ελέγχους από τους αμόρφωτους υπαλλήλους οιασδήποτε αρχής.
Ο πρύτανης του Αριστοτέλειου κ. Γιάννης Μυλόπουλος υπερασπίζεται αυτού του είδους την πανεπιστημιακή ελευθερία. Να κάνει ό,τι θέλει, με τα χρήματα των φορολογούμενων. Όσα αναφέραμε παραπάνω είναι αληθινά. Τα έχει κάνει. Δίνει μπόνους στον εαυτό του για να κάνει τη δουλειά του, δηλαδή για «Διερεύνηση και αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου του ΑΠΘ» ωσάν δηλαδή να παρέχει επιπλέον υπηρεσίες από αυτές για τις οποίες εξελέγη. Δεν είναι μόνον αυτό. Τα χρήματα που μοιραζόταν με τους οικείους του, τα στερούσε από την αληθινή έρευνα. Σε όσους του ζήτησαν κονδύλια απάντησε «δεν έχω» ενώ η ειλικρινής απάντηση θα ήταν «έχω μόνο για την τσέπη μου». Είχε και για σκόρπισμα. Γιατί ένα πανεπιστήμιο διαθέτει κεφάλαια για την προβολή του όταν δεν έχει εξασφαλίσει ποσά για την έρευνα; Ο κ. Γιάννης Μυλόπουλος δεν μπορεί να δώσει πειστική απάντηση επ’ αυτού. Μπορεί όμως επί μακρόν να μιλήσει για το πανεπιστημιακό άσυλο και να υπερασπιστεί τους καταστροφείς των κτηρίων. Τι τον νοιάζει; Τις ζημιές δεν τις αποκαθιστά με χρήματα από την τσέπη του.
Το πάθος του πρύτανη ΑΠΘ για το πανεπιστημιακό άσυλο ήταν κρίσιμο για την ανέλιξή του. Με αυτό το πάθος κέρδισε την ευμένεια των αριστερών και των ακραίων φοιτητών που τον ψήφισαν. Το όλο ζήτημα στη Θεσσαλονίκη ήταν να μην εκλεγεί δεξιός πρύτανης. Επειδή ο κ. Μυλόπουλος ήταν πασόκος, θεωρείτο «προοδευτικός». Το είχε δουλέψει καλά το προφίλ του. Σε άρθρο του προ τετραετίας διακωμωδούσε την αστυνόμευση των ιδρυμάτων όταν καίγονταν από κουκουλοφόρους. Έλεγε ότι πρέπει να μπουν παιδονόμοι και στα νηπιαγωγεία. Έγραφε τότε ότι «τα πανεπιστήμια είναι σε πλήρη διάλυση». Εκείνος λοιπόν τι έκανε από την ώρα που ανέλαβε ευθύνες; Ουσιαστικά πήγε να κουκουλώσει τα προβλήματα για ίδιον όφελος. Δήλωνε  ότι έχει περισσότερους από 85.000 φοιτητές. Ο αριθμός ήταν εσφαλμένος ή ψευδής. Το Αριστοτέλειο δεν είχε περισσότερους από 45.000. Βέβαια ο άνθρωπος προσπάθησε να δικαιολογηθεί για το ολίσθημα. Είπε ότι στους 45.000 που ανακοίνωσε η υπουργός Παιδείας δεν καταμετρήθηκαν οι μεταπτυχιακοί. Για να δίνει τέτοιες εξηγήσεις θεωρεί ότι όλοι οι υπόλοιποι είναι βλάκες. Μόνον ο ίδιος είναι ευφυής και, κατά δήλωσή του, ανώτερος από βουλευτές και πολιτικούς.  
Ο κ. Μυλόπουλος δίνει αγώνα για να μην περάσει το νομοσχέδιο για την ανώτατη εκπαίδευση. Δεν έχουμε καμία όρεξη να υπερασπιστούμε κανένα νομοσχέδιο της παρούσας κυβέρνησης. Μπαφιάσαμε όμως από τους Μυλόπουλους που κάνουν φασαριόζικο αγώνα (τάχα μου ιδεολογική κόντρα) για το ατομικό τους συμφέρον. Μπαφιάσαμε από δαύτους. 

Σχόλια

  1. Πόσες δεκαετίες πρέπει να περάσουν για να παραδεχθούμε το αυτονόητο.
    Όσο υπάρχει δημόσιο χρήμα για λεηλασία πάντα θα βρίσκονται πρόθυμοι και ικανοί διανοούμενοι να το λεηλατήσουν.
    1. Να καταργηθεί η κρατική χρηματοδόσηση των κρατικών ΑΕΙ από το υστέρημα των φορολογουμένων.
    2. Να επιτραπεί η ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ
    3. Να δίνονται τα όποια διαθέσιμα χρήματα απευθείας στους φοιτητές που είναι άποροι ΚΑΙ άριστοι να τα ξοδέψουν σε όποιο ΑΕΙ θέλουν
    4. Να παραχωρηθούν τα κτίρια και ο εξοπλισμός των δημόσιων ΑΕΙ χωρίς αντίτιμο στους πραγματικούς ιδιοκτήτες τους, δηλαδή στους καθηγητές, στους εργαζόμενους στα ΑΕΙ και στις κομματικές νεολαίες (κατ' αναλογία) και να τους δωθεί η ευκαιρία να διεκδικήσουν τα όποια δίδακτρα μπορέσουν ή αν δεν μπορούν να αντέξουν τον ανταγωνισμό, να πουλήσουν την περιουσία αυτή σε άλλους που θέλουν να ασχοληθούν με την εκπαίδευση και να μοιρασθούν τα λύτρα μια και έξω.
    Κάποια στιγμή πρέπει να τελειώσει αυτό το φαγοπότι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Ύστατος πόρος: Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι μια πρόταση για το μέλλον.

Βάσω Κιντή: Παραιτούμαι από μέλος της ΚΕ και αποχωρώ από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς

Κίμων Χατζημπίρος: Ατελέσφορη Οικολογία