Αμφίρροπος ο δεύτερος γύρος των γαλλικών προεδρικών εκλογών, του Γεράσιμου Γεωργάτου



Γεράσιμος Γεωργάτος, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΔΗΜ.ΑΡ,
υποψήφιος βουλευτής στη Β΄ Πειραιά

Ο πρώτος γύρος των γαλλικών προεδρικών εκλογών έληξε με ισορροπία δυνάμεων πιο ευνοϊκή για τον Νικολά Σαρκοζί, από ό, τι πολλοί ανέμεναν. O Φρανσουά Ολάντ κατέλαβε την πρώτη θέση με 28,6% των ψήφων, ο Νικολά Σαρκοζί ήρθε δεύτερος με 27,1%, η Μαρίν Λεπέν τρίτη με 19%, ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν ήρθε τέταρτος με 12% και ο Φρανσουά Μπαϊρού πέμπτος με 9%.

Για τον Φρανσουά Ολάντ είναι ένα αποτέλεσμα σχετικά αμφίρροπο. Ξεπέρασε μεν τον Σαρκοζί, αλλά με διαφορά μικρότερη από την αναμενόμενη. Αντί για το 30% των ψήφων και διαφορά τριών ποσοστιαίων μονάδων, η διαφορά του ήταν μόλις η μισή. Το ίδιο και ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν, κατέγραψε σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό σε σχέση με τις δημοσκοπήσεις, 12 αντί 16%.

Ο Ολάντ βεβαίως επιδιώκει να προσελκύσει τους ψήφους του  Μελανσόν στο δεύτερο γύρο και μαζί με κάποια υποστήριξη από τους κεντρώους του Μπαϊρού να κατακτήσει την Προεδρία. Οι σοσιαλιστές θα ήθελαν μια αθροιστική αριστερή ψήφο της τάξης του 45% στον πρώτο γύρο, έτσι ώστε να είναι σίγουροι για τη νίκη στον δεύτερο, όπου, λόγω της αποχής, το 45% θα μεταφραζόταν σε κάτι περισσότερο από 50%. Όμως η συνολική αριστερή ψήφος κατέγραψε 40,6%, ποσοστό σημαντικά χαμηλότερο από αυτό στο οποίο έλπιζαν οι σοσιαλιστές.

Για τον Ολάντ αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να παλέψει σκληρά για να κερδίσει πρόσθετη στήριξη, προκειμένου να εξασφαλίσει την προεδρία. Μόνη πιθανή πηγή πρόσθετης στήριξης είναι το Δημοκρατικό Κίνημα του κεντρώου Φρανσουά Μπαϊρού, υπουργού κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Ζακ Σιράκ. Ο Ολάντ θα πρέπει να κινηθεί προς το κέντρο, προκειμένου να κερδίσει την υποστήριξη της σε μεγάλο βαθμό μεσοαστικής ψήφου του Δημοκρατικού Κινήματος. Υπάρχει όμως ταυτόχρονα ο κίνδυνος να αποξενώσει έτσι τους σκληρούς υποστηρικτές του Μετώπου της Αριστεράς, του Ζαν-Λυκ Μελανσόν, που αμφισβητούν ήδη τις σοσιαλιστικές πεποιθήσεις του Φρανσουά Ολάντ. Ωστόσο, η αποστροφή προς το πρόσωπο του Σαρκοζί είναι τέτοια, που κατά πάσα πιθανότητα οι ψηφοφόροι της αριστεράς θα ανεχτούν ένα τέτοιο άνοιγμα.

Για τον Σαρκοζί, η κατάσταση είναι εξίσου περίπλοκη. Είναι σπάνιο για εν ενεργεία Πρόεδρο να έρθει δεύτερος στον πρώτο γύρο και μετά να επανεκλεγεί. Το ποσοστό του στον πρώτο γύρο είναι χαμηλό και για να επανεκλεγεί θα πρέπει να προσφύγει σε δύο πολύ διαφορετικές ομάδες: στους ψηφοφόρους της Μαρίν Λεπέν που προέρχονται από τα λαϊκά μικροαστικά κοινωνικά στρώματα και τους  μεσοαστούς υποστηρικτές του Φρανσουά Μπαϊρού. Αρκετά δύσκολος άθλος για δύο λόγους: πρώτον, οι δύο ομάδες έλκονται από πολύ διαφορετική θεματολογία. Για τους ψηφοφόρους του Εθνικού Μετώπου προτεραιότητα έχουν τα ζητήματα της εθνικής ταυτότητας, ο περιορισμός της μετανάστευσης, ο αγώνας κατά του Ισλάμ και η γαλλική εθνική κυριαρχία, ακόμα και με έξοδο από την Ευρωζώνη ή τον περιορισμό των εξουσιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρόσθετο πρόβλημα αποτελεί ότι οι ψηφοφόροι αυτοί είναι σε μεγάλο βαθμό αποξενωμένοι από την πολιτική διαδικασία και δύσκολα θα ψηφίσουν για τον Σαρκοζί τον οποίο θεωρούν αναξιόπιστο, ως κάποιον που τα λέει καλά, αλλά παραλείπει να ενεργήσει σύμφωνα με τα λεγόμενά του. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το 48% των ψηφοφόρων της Μαρίν Λεπέν θα ψηφίσει Σαρκοζί, το 30% θα εξετάσει αυτό το ενδεχόμενο, ενώ το 22% έχει ήδη αποφασίσει να μην συμμετέχει στο δεύτερο γύρο.

Αντίθετα, οι υποστηρικτές του Φρανσουά Μπαϊρού υποστηρίζουν την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, θεωρώντας την βασικό στοιχείο του σχεδίου τους για την ανάκτηση της οικονομικής ανταγωνιστικότητας της Γαλλίας. Την ομάδα αυτή απασχολεί επιπλέον η δημοσιονομική βιωσιμότητα του γαλλικού κράτους πρόνοιας και η ανάγκη για ριζικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Ο Σαρκοζί θα πρέπει να προσφύγει σε αυτές τις δύο ομάδες, αυξάνοντας ταυτόχρονα την εθνικιστική και ευρωσκεπτικιστική ρητορική του, επιδιώκοντας να αποδομήσει την αξιοπιστία του Ολάντ σε θέματα οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής. Αυτό θα επιδιώξει και στην τηλεμαχία μεταξύ των δύο υποψηφίων.

Εδώ ο Σαρκοζί έχει ένα σημαντικό πλεονέκτημα: είναι πολύ καλύτερος σε συνθήκες άμεσης αντιπαράθεσης. Εκτός αυτού ο Σαρκοζί είναι καλύτερος και στο χειρισμό λεπτομερών ερωτήσεων από τον Ολάντ, ο οποίος συνήθως μιλά πιο γενικόλογα και επιτίθεται στην προσωπικότητα του Σαρκοζί. Ο Σαρκοζί έχει, ως εκ τούτου, ακόμα μια μικρή πιθανότητα να ανατρέψει τη σημερινή δυσμενή γι` αυτόν κατάσταση και να εξασφαλίσει εκλογική νίκη στο δεύτερο γύρο.

Εν κατακλείδι, η έκβαση του δεύτερου γύρου των γαλλικών προεδρικών εκλογών παραμένει δυστυχώς αμφίρροπη. Πριν τον πρώτο γύρο αναμενόταν ότι ο Ολάντ θα κέρδιζε στον δεύτερο με ένα ποσοστό της τάξης του 55-57%. Το περιθώριο νίκης για τον Ολάντ φαίνεται τελικά να είναι πολύ μικρότερο. Το αποτέλεσμα, θα είναι καθοριστικό για τον προοδευτικό κοινωνικό προσανατολισμό και την τύχη της Ευρώπης και κατά συνέπεια και της Ελλάδας. Ας ελπίζουμε ότι οι σοσιαλιστές και η αριστερά θα τα καταφέρουν.

Σχόλια

  1. Για το Σαρκοζύ είναι δύσκολο να πείσει τους ψηφοφόρους του Μπαϊρού. Η γαλλική κρίση -όπως παντού- πλήττει θανάσιμα τους μεσοαστούς ψηφοφόρους του, συν ότι η στάση και η πολιτική ατζέντα του Προέδρου δεν είναι και τόσο ευρωπαϊκή, αλλά εμμένει κυρίως σε εθνικιστικές κορώνες. Ο Σαρκοζύ έχει περιορίσει τη ρητορεία του σε ακροδεξιά δεδομένα. θεωρεί ότι δεν πρόκειται να πάρει τους πρώτους ή τους αριστερούς κι επενδύει μόνο στην ακροδεξιά (που είναι πολύ κοντά στις δικές του θέσεις).

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Ύστατος πόρος: Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι μια πρόταση για το μέλλον.

Βάσω Κιντή: Παραιτούμαι από μέλος της ΚΕ και αποχωρώ από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς

Κίμων Χατζημπίρος: Ατελέσφορη Οικολογία