Η άλλη όψη του νομίσματος




Ο Γιάννης Παπαθεοδώρου εστιάζει σήμερα στην επικίνδυνη μετάλλαξη της αντιμνημονιακής Αριστεράς ως κύριου φορέα ενός "αντιευρωπαϊκού νεολαϊκισμού" που αναπόφευκτα οδηγεί στο αίτημα  επιστροφής στη Δραχμή.

του Γιάννη Παπαθεοδώρου

Με το γνωστό ύφος του, ο κ. Θαν. Καρτερός από τις στήλες της κυριακάτικης Αυγής (7/4/13) σχολιάζει σαρκαστικά για τη ΔΗΜΑΡ : «Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα για ένα κόμμα από το να το παίρνουν στην πλάκα, ουδέτεροι, αντίπαλοι και φίλοι. Να το κάνουν ανέκδοτο, στιχάκι, νούμερο επιθεώρησης ή σκέτο νούμερο. Να γελούν μαζί του αντί να συμφωνούν, να διαφωνούν ή να θυμώνουν, βρε αδελφέ. Και να κοροϊδεύουν όσα ανακοινώνει – με την ένταση μάλιστα της κοροϊδίας να αυξάνεται ευθέως ανάλογα με την ένταση της αυστηρότητας της ανακοίνωσης». Αντιγράφοντας μάλιστα «τα βελτιωμένα αγγλικά του Αλέξη Τσίπρα», ο κ. Καρτερός προτείνει στους αναγνώστες του να δουν τη ΔΗΜΑΡ ως case study για τις αντιφάσεις της. Κι όλα αυτά, επειδή η ΔΗΜΑΡ έβγαλε ανακοίνωση για την πρόσφατη συνέντευξη τύπου του κ. Τσίπρα, κατά τη διάρκεια της οποίας, ανάμεσα σε άλλα, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης τοποθετήθηκε εκ νέου για το νόμισμα.
Προφανώς δεν θα μας απασχολήσει εδώ το πόσο βελτιώθηκαν τα αγγλικά του κ. Τσίπρα ούτε τα ελληνικά του κ. Καρτερού. Ο επαρκής αναγνώστης έχει και γνώση και κρίση ∙ και κυρίως αρκετή μνήμη για να θυμάται πως τέτοια κείμενα, σε άλλες εποχές, δεν θα δημοσιεύονταν στην τότε «ανανεωτική» Αυγή – αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Έτσι κι αλλιώς, εδώ και αρκετό καιρό, η εφημερίδα έχει επιλέξει να προβάλλει διαρκώς αυτό τον ιδιότυπο «frozen war» (sic), που θα λέγε κι ο Τσίπρας, ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και στη ΔΗΜΑΡ∙ έναν «ψυχρό πόλεμο» που ξεκίνησε από την ώρα που οι περισσότεροι αρθρογράφοι της αποδέχτηκαν την περίφημη θεωρία του «μερκελισμού» για τα κόμματα της συγκυβέρνησης, εστιάζοντας (συχνά και εξαντλώντας) την πολεμική τους ειδικά στη ΔΗΜΑΡ.
Το πραγματικό ενδιαφέρον στοιχείο είναι πως αυτές οι απόψεις δημοσιεύονται την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται μπροστά στη μεγαλύτερη αντίφαση της στρατηγικής του. Αναφέρομαι στη θεαματική στροφή του γύρω από το ζήτημα του νομίσματος, αμέσως μετά τις πρόσφατες εξελίξεις στην Κύπρο. Ας θυμηθούμε συνθηματικά την πορεία, έτσι όπως αυτή αποκωδικοποιείται από τις δηλώσεις του κ. Τσίπρα, κατά τους τελευταίους μήνες : α) «το νόμισμα δεν είναι φετίχ», β) «το εθνικό μας νόμισμα είναι το ευρώ», γ) και τέλος, «τι θα πει “πάση θυσία” στο ευρώ ;». Με πιο κομψό τρόπο, ο «κύκλος των οικονομολόγων του ΣΥΡΙΖΑ» συμπύκνωσε τη νέα στροφή στον ευρωσκεπτικισμό με τη διατύπωση «το νόμισμα δεν είναι επίκεντρο της πολιτικής μας». Αν καταλαβαίνω καλά πρόκειται για μια ολική επαναφορά του στρατηγικού σχεδίου των εκλογών του προηγούμενου καλοκαιριού, όταν η αντιμνημονιακή ρητορική του νυν κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης έθετε – εκ των πραγμάτων - σε αμφισβήτηση τόσο την επιλογή του ευρώ όσο και την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, με την περίφημη «καταγγελία» και μονομερή κατάργηση του Μνημονίου.
Η καινούργια θέση για το νόμισμα επισημοποιεί, νομίζω, με τον πιο εύγλωττο τρόπο και το τέλος της λεγόμενης «ρεαλιστικής στροφής» του ΣΥΡΙΖΑ ∙ τουλάχιστον για αυτούς που είχαν ορισμένες αναμονές και αρκετές αυταπάτες. Πρώτον, γιατί κανένα οικονομικό πρόγραμμα λιτότητας ή ανάπτυξης δεν μπορεί να γίνει ερήμην του νομίσματος ∙ δεύτερον, γιατί το νόμισμα δεν είναι απλώς η υλική αναπαράσταση μιας ορισμένης οικονομικής αξίας αλλά μια σύνθετη πολιτισμική και γεωπολιτική σχέση με τους άλλους λαούς της Ευρώπης αλλά και τη διεθνή κοινότητα και τη χρηματοπιστωτική αγορά ∙ και τρίτον, γιατί κάθε σενάριο επιστροφής στη δραχμή δεν μπορεί παρά να συνοδεύεται από μια «αριστερά του εθνικού δρόμου», με ό,τι αυτό σημαίνει για το ενδεχόμενο ιδεολογικό, πολιτικό και δυνάμει κυβερνητικό της πρόγραμμα.
Ο ευρωσκεπτικισμός μιας μεγάλης μερίδας της αριστεράς αυξάνεται. Στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις 48% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ τάσσονται υπέρ της δραχμής, ενώ ακριβώς δίπλα τους, ο κ. Αλαβάνος με το «Σχέδιο β΄» καλεί όλους τους ριζοσπάστες «αγανακτισμένους» να ακολουθήσουν το νέο δρόμο της δραχμής, χωρίς αυταπάτες. Πολύ σύντομα ίσως δούμε περισσότερα από ένα κόμματα της αριστεράς να συναγωνίζονται για το ποιος θα έχει το καλύτερο σχέδιο για μια μελλοντική «επιστροφή στη δραχμή». Μετά τα πρόσφατα γεγονότα της Κύπρου, άλλωστε, οι πολιτικές των «μονομερών ενεργειών» αλλά και τα φαντασιακά σενάρια εξεύρεσης εναλλακτικών πηγών δανεισμού γνώρισαν τα όριά τους. Την ίδια ώρα, μάλιστα, που η Κύπρος διαμήνυε πως «δεν υπάρχει σχέδιο β’», ο ΣΥΡΙΖΑ ζήταγε δημοψήφισμα στην Κύπρο και παρουσίαζε τις δικές του «δεύτερες σκέψεις» για το πώς θα χειριζόταν μια μελλοντική σκληρή διαπραγμάτευση, με «κατάργηση του Μνημονίου» αλλά και τη «στήριξη του λαού».
Είναι όμως εντελώς αβάσιμος ο προβληματισμός του ΣΥΡΙΖΑ για τη νέα τροπή των πραγμάτων ; Πράγματι, η Ευρώπη παρουσιάζει σήμερα μια εύθραυστη αρχιτεκτονική και μια κρίση αντιπροσώπευσης, που ευνοεί την κριτική, ακόμη και τον ευρωσκεπτικισμό. Οι λαοί και οι εργαζόμενοι της Ευρώπης δεν διαβλέπουν άμεσα κανένα επιθυμητό μέλλον, κουρασμένοι από τον αγώνα της επιβίωσης, την κρίση χρέους, τις φυγόκεντρες τάσεις, τους ηγεμονισμούς που υπονομεύουν την αλληλεγγύη. Αναμφισβήτητα, η ευρωπαϊκή αυτοπεποίθηση έχει κλονιστεί. Οι πολίτες της Ευρώπης αρχίζουν και μπαίνουν ξανά σε ένα πολιτικό λήθαργο, που διακόπτεται μόνο από εθνικιστικούς εφιάλτες, λαϊκιστικά κινήματα, ακροδεξιές κραυγές και στερεοτυπικές διακρίσεις ανάμεσα σε «βόρειους και νότιους». Η Ευρώπη χρειάζεται μια νέα αφύπνιση που θα αποτυπώνεται άμεσα αν όχι στο πολιτικό σχέδιο της ομοσπονδοποίησης της, τουλάχιστον στην ανάσχεση της ιστορικής πτώσης του πιο σημαντικού επιτεύγματος στο μεταπολεμικό δυτικό κόσμο : την Ευρωπαϊκή Ένωση. 
Ο ευρωσκεπτικισμός είναι εδώ λοιπόν ∙ με ευθύνη κυρίως της ίδιας της ευρωπαϊκής ηγεσίας. Είναι όμως ένα πράγμα για την αριστερά να παραδέχεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα αντιφατικό πεδίο πολιτικών και οικονομικών συσχετισμών που διαπερνάται από τους δημοκρατικούς και λαϊκούς αγώνες, και είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα να προετοιμάζει τους ψηφοφόρους της για την αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη και την επιστροφή στο παλιό εθνικό νόμισμα, όταν μάλιστα οι μόνοι ορατοί σύμμαχοι αυτού του δρόμου είναι ο Πέπε Γκρίλο και ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ο «ευρωπαϊσμός» δεν μπορεί παρά να αποτελέσει άμεσα μια βαθιά νέα διαχωριστική γραμμή και στο εσωτερικό της ελληνικής αριστεράς. Η ανανεωτική δημοκρατική αριστερά, αυτή τουλάχιστον, που προήλθε μέσα από τις παραδόσεις του «ευρωκομμουνισμού», δεν μπορεί παρά να είναι εγγυητική αρχή για μια δημοκρατική επανεκκίνηση της Ευρώπης, με νέες συμμαχίες στις πολιτικές οικογένειες που ζητούν τον επανακαθορισμό των δημοσιονομικών πολιτικών εντός της ευρωζώνης (και του ευρώ). Το πρόταγμα αυτής της πλατιάς συμμαχίας πρέπει να αντιμετωπίσει την ευρωπαϊκή κρίση χρέους με την εμβάθυνση της ίδιας της «ευρωπαϊκής πίστης» ∙ μιας πίστης που δεν μπορεί να εξαντλείται στις πολιτικές λιτότητας αλλά ούτε και στις εθνικές αναδιπλώσεις.
Ταυτόχρονα, σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο, με πρωταγωνιστή τη ΔΗΜΑΡ, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και η επικίνδυνη μετάλλαξη της ελληνικής «αντιμνημονιακής» αριστεράς ∙ αυτής που, με αφετηρία την δικαιολογημένη κριτική στην υφιστάμενη Ευρωπαϊκή Ένωση, εξελίσσεται πλέον στον κύριο φορέα του «αντιευρωπαϊκού νέο-λαϊκισμού». Τα συμπτώματα αυτής της μετάλλαξης είναι ήδη εδώ. «Φασματικά» το παλαιό και νέο αντιευρωπαϊκό μέτωπο απλώνεται πλέον από την Παπαρρήγα ως τον Αλαβάνο και τον Λαφαζάνη, συμπαρασύροντας ενδιάμεσες μικρότερες τάσεις και αποχρώσεις της αριστεράς. Παράλληλα, ένα μέρος του ΣΥΡΙΖΑ συζητά το ενδεχόμενο συμπόρευσης – έστω σε στοχευμένες δράσεις – με τους ΑΝΕΞ(έλεγκτους) ΕΛ(ληνες) του κ. Καμμένου. Η κοινή συνισταμένη όλου αυτού του ιδιάζοντος «μετώπου» είναι πλέον η σχετικοποίηση της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας και η «επιστροφή στη δραχμή». Κι όπως κάθε νόμισμα, έτσι και η αυτή η «νέα δραχμή» θα έχει δύο όψεις. Στη μία θα απεικονίζεται, φαντάζομαι, η αρπαγή της Ευρώπης από τον ταύρο των αγορών ∙ στην άλλη, η «πλατεία Αγανακτισμένων – πρώην Συντάγματος». Σε αυτή την πλατεία – στην άλλη όψη του νομίσματος - δεν συναντήθηκαν άλλωστε για πρώτη φορά «της γης οι ψεκασμένοι» ;  

Ο Γιάννης Παπαθεοδώρου διδάσκει Νεοελληνική Φιλολογία
στο Παν/μιο Ιωαννίνων       

Σχόλια

  1. Όσο η ανεργία θα αυξάνεται και θα υπάρχουν οικογένειες χωρίς κανένα μηνιαίο εισόδημα, τόσο ο ευρωσκεπτικισμός και η πρόταση του εθνικού δρόμου θα ενισχύονται. Μια σοβαρή κυβέρνηση, ανεξάρτητα από πολιτική ιδεολογία, θα έπρεπε ήδη να είχε δημιουργήσει ένα κοινωνικό δίκτυ ασφαλείας.
    Χρήστος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Προφανώς Χρήστο. Το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Όταν λείπει αυτό τότε δεν μπορούμε να μιλάμε για κράτος δικαίου και δίκαιη λιτότητα κλπ. Αυτό είναι ταξική πολιτική και όχι όταν μειώνεται ο μισθός του υπάλληλου μιας ΔΕΚΟ. Αλλά γιαυτό μιλάει μόνο το left liberal. Αν πρόσεξες Συριζαίοι και άλλοι δεν λένε κουβέντα. Μονάχα υπόσχονται τους μισθούς των ΔΥ. Αν έρθουν πάνω, θα πουν ότι παρέλαβαν καμμένη γη και πάπαλα. Μια από τα ίδια.

      Διαγραφή
    2. Το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα θέλει προσοχή. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι εφεύρημα των νεοφιλελεύθερων του Σικάγο, ως υποκατάσταση του κοινωνικού κράτους. Ξέρεις, ένα ελάχιστο δίκτυ για να μην πεθαίνουν οι άνθρωποι στον δρόμο και μας χαλάνε την αισθητική!!! Η γνώμη μου είναι ότι σε μία προοδευτική πρόταση θα πρέπει να αποτελεί συμπλήρωμα του κοινωνικού κράτους, και συγκεκριμένα το πρώτο στάδιο. Να δημιουργεί δηλαδή ένα δίκτυ κοινωνικής ασφαλείας, όπου όμως δεν θα έχει τρύπες όπως το εξώφυλλο του βιβλίου του Ματσαγγάνη. Φοβάμαι μην καταλήξουμε κάποια στιγμή τα επόμενα 10 χρόνια με ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα και χωρίς κοινωνικό κράτος! Με πραγματικό ενδιαφέρον θα παρακολουθήσω την επόμενη Πέμπτη την εκδήλωση της ΔΗΜΑΡ για το θέμα.
      Χρήστος

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Ύστατος πόρος: Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι μια πρόταση για το μέλλον.

Βάσω Κιντή: Παραιτούμαι από μέλος της ΚΕ και αποχωρώ από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς

Κίμων Χατζημπίρος: Ατελέσφορη Οικολογία