Nick Gravenites, play the blues, all night long.
“Το αληθινό μπλουζ
σε πιάνει και σε δονεί συναισθηματικά. Με τη μουσική που έχει μπλουζ γεύση,
πουλάς Ρepsi Cola. Το μπλουζ δεν έχει σχέση με την
αστραφτερή, εξεζητημένη μουσική του εμπορίου. Έχει διαφορετικούς κανόνες,
διαφορετικό λόγο ύπαρξης. Για να εκφραστείς, πρέπει να είσαι ελεύθερος, να μην
είσαι καταπιεσμένος από την εκπαίδευση. Να κάνεις ό,τι μπορείς για να βγάζεις
την ψυχή σου στο όργανό σου, να παίζεις σλάιντ, να δημιουργείς τα δικά σου
κουρδίσματα. Ο Τζον Λι Χούκερ σπανίως έπαιζε πάνω από ένα ακόρντο».
Aυτά
λέει στο Γ. Χριστοδουλόπουλο στην Ελευθεροτυπία ο Νίκ Γκραβενίτης o λευκός
bluesman με τις Ελληνικές ρίζες, μια εμβληματική μορφή στη blue σχολή του Σικάγο.
Γεννήθηκε στο Σικάγο το 1938. Στη δεκαετία του 50 μαζί με
τον Paul Butterfield, χώνονται στις
φτωχογειτονιές των μαύρων της πόλης τους, σπάνε τα στεγανά των ρατσιστικών
διαχωρισμών μια βάρβαρης για την Αμερική εποχής, και έρχονται σε επαφή με το blues και
τους μαύρους δημιουργούς του. Γίνονται αμέσως αποδεκτοί, γιατί έχουν το ίδιο feeling με τους μαύρους, γιατί
μιλάνε την ίδια γλώσσα, αυτή της μουσικής και του blues. Γνωρίζονται και παίζουν με τους Muddy Waters, Howlin' Wolf, αλλά και τους λευκούς Mike Bloomfield and Charlie Musselwhite εμβληματικές μορφές
των blues της περιοχής του Σικάγο και της Βόρειας Καλιφόρνιας.
Στα 60’s βγαίνει στο δρόμο. Μπορεί η Καλιφόρνια να είναι χωμένη μέσα
στη ψυχεδέλεια και τα ναρκωτικά όμως πάντα υπάρχει χώρος για τη folk και τα blues δηλαδή τις παραδοσιακές μουσικές
λευκών και μαύρων. Αυτές εξάλλου αποτελούν και το πρόπλασμα πάνω στο οποίο θα
στηθεί η rock και η pop μουσική των επόμενων
δεκαετιών στην Αμερική αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Στη δεκαετία αυτή όπως και
κάθε ροκ σταρ μπλέκεται με το αλκοόλ, τις ουσίες, γυρνάει με τα φιλαράκια του στους
δρόμους του Σαν Φραντσίσκο ακολουθώντας τον T. Κέρουακ. Όπως τραγούδαγε και ο Δ. Πουλικάκος, «αργότερα κλαμπάκια
, ροκ εν ρολ και στους δρόμους». Ο δρόμος, η αναζήτηση, η εμπειρία, βασικά
στοιχεία κάθε blue
δραστηριότητας .
Από ένα παλιό blue τραγούδι θυμάμαι: «Όταν
μια γυναίκα νιώθει τα blues
κλείνεται μέσα και κλαίει, όταν ένα άντρας νιώθει τα blues παίρνει ένα τρένο φορτηγό και ταξιδεύει.»
Και οι δύο τους ταξιδεύουν,
μέσα τους ή έξω τους, αναζητούν. Γι’ αυτήν την αναζήτηση και τη δόνηση που σου
προκαλεί μιλά και ο Γκραβενίτης κάτι που το νιώθουν όσοι αγαπούν τα blues.
To
1967 μαζί με τον κιθαρίστα Μ.Bloomfield, τον οργανίστα
Barry Goldberg τον μπασίστα Harvey Brooks και τον ντράμερ Buddy Miles δημιουργούν τους the Electric Flag, μια μπάντα αναφοράς στο ψυχεδελικό blues. Εμφανίζονται για πρώτη φορά στο Monterey Pop Festival και βγάζουν το 1ο
τους άλμπουμ A Long Time Comin'.
Την επομένη του θανάτου της η Τζάνις θα έμπαινε
στο στούντιο να τραγουδήσει τη σύνθεση του Γκραβενίτη «Buried alive with the
blues». Η ορχηστρική εκτέλεση του κομματιού υπάρχει στο «Pearl», μετά θάνατον
δίσκο της Τζάνις.
Ωστόσο ο Γκραβενίτης δεν έχει την τύχη ούτε της Τ. Τζόπλιν ούτε του Μπάτερφιλντ ούτε του
Μπλούμφιλντ, αυτών των χαρισματικών μουσικών και ωραίων τύπων που χάθηκαν άδοξα
και πρόωρα από την ηρωίνη. Επιβιώνει, ξεφεύγει, στέκεται και βρίσκεται ακόμα
στη σκηνή με διάφορα σχήματα των παλιών καλών του φίλων. Γυρνάει την Αμερική, έρχεται
σχεδόν κάθε χρόνο στην Ελλάδα, and play the blues all night long, until my eyes get full of tears .
Γιατί μπορεί η Αριστερά να έχει προβλήματα αλλά μην γίνουμε και φυτά. Η άνοιξη μας καλει. Ας ξεκινήσουμε με blues και έπεται συνέχεια.
ΑπάντησηΔιαγραφή...και συνεχίζουμε με blues :)
ΑπάντησηΔιαγραφήόχι αγόρι μου, η συνέχεια θα είναι πιο δυναμική. Με κείνα τα λουκάνικα τι θα γίνει;
ΑπάντησηΔιαγραφήτι λες για σαββατοκύριακο;
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι μέσα είμαι, πάρε Σπίθα, μιλάμε.
ΑπάντησηΔιαγραφή