Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Μάιος, 2013

Οι ρίζες του μίσους

Εικόνα
Κορνήλιος Καστοριάδης Υπάρχουν δύο ψυχικές  εκφράσεις του μίσους:  το μίσος για τον άλλο    και το μίσος για τον εαυτ ό μας, το οποίο συχνά  δεν παρουσιάζεται ως τέτοιο. Αλλ ά πρέπει να καταλάβουμε ότι  και τα δυο έχουν κοινή ρίζα, την άρνηση της ψυχικής μονάδας να  δεχθεί αυτό που για την ίδια είν αι   ξένο.  Η οντολογική αυτή   διάρθρωση του ανθρώπου επιβ άλλει αξεπέραστους εξαναγκασ μούς σε κάθε κοινωνική οργάνωση και σε κάθε πολιτικό πλάν ο. Καταδικάζει αμετάκλητα κάθ ε ιδέα για μία «διαφανή»  κοιν ωνία, κάθε πολιτικό πλάνο που  αποσκοπεί στην άμεση οικουμεν ική συμφιλίωση. Κατά τη διαδικασία κοινωνικ οποίησης, οι δύο διαστάσεις του  μίσους χαλιναγωγούνται σε σημ αντικό βαθμό, τουλάχιστον όσον  αφορά τις πιο δραματικές εκδηλ ώσεις τους. Εν μέρει αυτό επιτ υγχάνεται μέσω του μόνιμου  αντιπερισπασμού που ασκείται  στην καταστροφική τάση από  τους  «εποικοδομητικούς»  κοιν ωνικούς σκοπούς - την εκμετ άλλευση της φύσης, τον συναγ ωνισμό διαφόρων ειδών (τις  «ει ρηνικές»  αγω

Genocide

Εικόνα
του Ανδρέα Πετρουλάκη από το protagon Ας κάνουμε μία υπόθεση εργασίας. Η σημερινή Βουλή καλείται να αποφασίσει αν έχει γίνει γενοκτονία Ελληνοκυπρίων στην Βόρεια Κύπρο ή Ελλήνων μειονοτικών στην Νότιο Αλβανία. Νομίζω θα συμφωνήσουμε ότι ένα μεγάλο ποσοστό της Εθνικής Αντιπροσωπείας θα υπερψηφίσει την εκδοχή που απλώς πλειοδοτεί με τον εμφατικότερο τρόπο στο αίσθημα αδικούμενου και καταδιωκόμενου έθνους, που χαρακτηρίζει ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας και των πολιτικών μας. Έστω και αν μια τέτοια ψήφος θα ήταν ανιστόρητη και αντιεπιστημονική είναι σίγουρο ότι θα εύρισκε πολλούς, περισσότερο ή λιγότερο ψεκασμένους, οπαδούς. Για αυτό θα ήταν εξαρχής λάθος μία τέτοια ψηφοφορία. Το λάθος αυτό έγινε το 1994. Η Βουλή πήρε την απόφαση ότι υπήρξε γενοκτονία των Ποντίων στο διάστημα από το 1914 ως το 1923. Προσοχή, δεν αναφέρομαι στην απόφαση που καθιερώνει την 19η Μαϊου ως ημέρα εθνικής μνήμης για τα θύματα του Κεμάλ. Μιλώ για τον χαρακτηρισμό “γενοκτονία”. Δεν ήταν δουλειά της, δ

Αρκεί ένα αντιρατσιστικό νομοσχέδιο;

Εικόνα
Θα επιμείνουμε λίγο ακόμα στον αντιρατσιστικό νόμο. Τα πολιτικά κόμματα κατάφεραν να γελοιοποιήσουν την υπόθεση κατεβάζοντας 2 -3 σχέδια νόμου κλπ. Προφανώς απέναντι σε τέτοιες καταστάσεις οι Νεοναζί κάνουν πάρτι. Θα συνεχίσω με ένα εμπεριστατωμένο όπως πάντα, σημείωμα του φίλου και συνοδοιπόρου Δημήτρη Σκάλκου. Δημήτρης Σκάλκος από Athens Voice Η ενίσχυση του νομικού οπλοστασίου της δημοκρατίας απέναντι στην απειλή που ορθώνει το αιματοβαμμένο χέρι του ρατσισμού είναι επιβεβλημένη. Τόσο σε συμβολικό επίπεδο, με την επαναβεβαίωση του δημοκρατικού χαρακτήρα της πολιτείας μας, όσο και με την αναγκαία προσαρμογή των υφιστάμενων νομικών κανόνων στη νέα πραγματικότητα. Κάθε άλλη αντιμετώπιση που αδυνατεί να αντιληφθεί ότι η πολιτική οφείλει να προσαρμόζεται στις ιστορικές συνθήκες, έστω και άθελά της ρίχνει νερό στο μύλο του ρατσιστικού εξτρεμισμού. Ωστόσο, η θεσμική ρύθμιση του ζητήματος σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί επαρκή πρόβλεψη για την αποτελεσματική αντιμετώπιση α

Φάτε τη σκόνη του Αντώνη

Εικόνα
του Λεωνίδα Καστανά Εδώ που τα λέμε έχει δίκιο ο Σαμαράς. Συζητάμε νόμο κατά των διακρίσεων, όταν πριν ένα μήνα υποδεχτήκαμε με τιμές αρχηγού κράτους το «άγιο φως»; Με ένα τσούρμο φιλοχιτλερικούς βουλευτές στο ελληνικό κοινοβούλιο εξήντα και βάλε χρόνια μετά το τέλος(;) του Ναζισμού. Με τα κόμματα του συνταγματικού τόξου να μην μπορούν να βγάλουν μια κοινή ανακοίνωση που να καταδικάζει την πολιτική βία. Με «ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ το ΚΑΠΝΙΣΜΑ» ακόμα και μέσα στα χειρουργεία.  Με βεβαιωμένη την πανελλήνια πεποίθηση ότι είμαστε το πειραματόζωο διεθνών σκοτεινών κέντρων ή ότι μας ψεκάζουν και άλλα τέτοια που φαίνονται αστεία αλλά αποτελούν το ιδεολογικό υπόβαθρο της ελληνικής κοινωνίας, παράγουν πολιτική και διαμορφώνουν αναπόφευκτα το προφίλ της εξουσίας. Ο νόμος του 79 προβλέπει: Όστις δημοσίως, είτε προφορικώς είτε δια του τύπου ή δια γραπτών κειμένων ή εικονογραφήσεων ή παντός έτερου μέσου εκ προθέσεως προτρέπει εις πράξεις ή ενέργειας δυναμένας να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος

A ρε Γκοτζαμάνη τον έφαγες τον ανθρωπάκο

Εικόνα
του Χαΐμ Πολίτη από το Dimart Θεσσαλονίκη, χειμώνας του 1980. Εμείς —μια παρέα μουσάτοι, μακρυμάλληδες, αμπεχωνοφόροι φοιτητές— έχουμε πάψει να ξημεροβραδιαζόμαστε στις ταβέρνες (και κάποιες φορές, Σάββατα, κυρίως στις ντισκοτέκ που φθίνουν πια) και προτιμούμε τα νέα σημεία διασκέδασης της πόλης, όπως το Time Out ή το Φλου. Το ουίσκυ αντικαθιστά τη ρετσίνα και ο Θεοδωράκης και η νεοκυματική κιθάρα που βασίλευε στο «Λιόγερμα» μένουν στην άκρη, παραμερίζουν κάνοντας χώρο στα πλατώ των μπαρ που ξεφυτρώνουν για τις μουσικές των Doors, των διαχρονικών Stones, της Pattie Smith, της Jonnie Mitchel ή του πανκ που δειλά τότε ξεκινούσε ν’ ακούγεται. Έμενα τότε σ’ ένα σπίτι στην πολύ στενή οδό Θεαγένους Χαρίση —ποτέ δεν με παρακίνησε η περιέργειά μου να ψάξω για την προέλευση του ονοματοδότη— εκεί που αγγίζαμε, σχεδόν, τους απέναντι ενοίκους, τα μπουγέλα μας, πάντως, έφταναν εύκολα στα μπαλκόνια τους (το ίδιο συνέβαινε και στα δικά μας), ιδίως κατά τη θερινή περίοδο των εξετάσεων

Παιχνίδι με τη φωτιά

Εικόνα
από το blog Πληκτρολογίες Παίζουμε. Κυνηγητό, κρυφτό, τις «κουμπάρες», παιχνίδι για παιχνίδι δεν έχει μείνει –από ‘κείνα που παίζαμε πιο παλιά στις αλάνες και τις γειτονιές– που να μην «παίζεται» με αφορμή το κείμενο φάντασμα του «αντιρατσιστικού νομοσχεδίου». Μόνο η σοβαρότητα «δεν παίζει», απλώς και μόνο επειδή αυτή έχει πάει περίπατο. Δεν προσφέρεται για πλάκα το θέμα, αλλά επί τόσες ημέρες και με τόσα πήγαιν’ έλα, με τόσες δηλώσεις, ανακοινώσεις και συνομιλίες, έχει χάσει και την ουσία και το περιεχόμενο η ενασχόληση με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Σε επίπεδο αρχηγών φτάνει η κουβέντα μήπως και κατορθώσει κι επιλυθεί το δυσεπίλυτο και ακανθώδες –όπως αποδεικνύεται από τα πράγματα– για τα ελληνικά δεδομένα θέμα της ρατσιστικής βίας. Οι «αρχηγοί» πάντα ξέρουν κάτι περισσότερο από δοσολογίες συμβιβασμού και συνταγές συνεργασίας. Τα υπόλοιπα είναι θέμα χρόνου –τηλεοπτικού βεβαίως. Ο «ασκός του Αιόλου» έχει ανοίξει και το θέμα του φασισμού θα πρέπει να τοποθετηθεί πολ

Είναι μια σύγκρουση πολιτισμών;

Εικόνα
Στη σημερινή ελληνική συγκυρία, δεν συγκρούονται νομίζω διαφορετικές κουλτούρες μεταξύ τους, ούτε ο πολιτισμός με τη βαρβαρότητα. Συγκρούονται δύο αντίπαλες βαρβαρότητες που γεννήθηκαν από τις εκρηκτικές συνθήκες, τις οποίες δημιουργεί η αθρόα και ανεξέλεγκτη εισροή και εγκατάσταση λαθρομεταναστών στη χώρα μας. Στην εκρηκτικότητα δε αυτήν συντελεί καθοριστικά και η παρούσα κατάσταση της ελληνικής οικονομίας που κάνει εντελώς αδύνατη την εργασιακή και κοινωνική ενσωμάτωσή τους.   της Αλίκης Νικολού Η κοινωνία μας έχει -άθελά της- γίνει πολύ/πολιτισμική. Αιτία, η αθρόα -παράνομη ως επί το πλείστον- εισροή μεταναστών και το στοίβαγμά τους σε κεντρικές συνοικίες της Αθήνας ή σε παραγκουπόλεις και καταυλισμούς άλλων μεγάλων πόλεων. Οι συνθήκες ζωής είναι άθλιες, οι μετανάστες επίσημα ανύπαρκτοι (αφού δεν υπάρχουν πουθενά καταχωρημένα τα στοιχεία τους ή αυτά είναι ψεύτικα), και η πλειονότητά τους δεν έχει -ενδεχομένως ούτε καν διανοείται να επιδιώξει- την παραμικρή κοινωνική

Κρίσεις και επικρίσεις

Εικόνα
Δημήτρης Σκάλκος από Athens Voice Οι κοινωνίες χορεύουν στους ρυθμούς  των απόψεων και δεν θα μπορούσε να γίνεται διαφορετικά. Η διατύπωση γνώμης αποτελεί άσκηση της ατομικότητας, η οποία σύμφωνα με τον Τζον Στούαρτ Μιλ είναι αυτή που δίνει αξία και περιεχόμενο στην ελευθερία. Στις μέρες μας, η έκρηξη των κοινωνικών δικτύων έχει δώσει τρομακτική ώθηση στη διατύπωση της γνώμης μας, με όλες τις θετικές και τις αρνητικές επιπτώσεις της στο δημόσιο διάλογο. Ο Μοντένιος, που κατά ενδιαφέροντα τρόπο θεωρείται ο πρώτος μπλόγκερ της ιστορίας, συνήθιζε να υπογραμμίζει πως η καλύτερη απόδειξη της ηλιθιότητας κάποιου είναι η εμμονική προσκόλληση στις απόψεις του. Πραγματικά, στη διαδικτυακή Ελλάδα οι απόψεις ανταλλάσσονται, σπάνια όμως αλλάζουν. Στην Ελλάδα της κρίσης δυστυχώς περισσεύουν  η άγνοια, η ημιμάθεια, ο κυνισμός και η αλαζονεία. Κυρίως, όμως, κυριαρχεί η τάση της περιχαράκωσης και της ομαδοποίησης. Ως ένα βαθμό, πρόκειται για φαινόμενο αναμενόμενο και δικαιολογημένο, καθώς η β

Αν δεν θέλουμε να τρελαθούμε τελικά, ας ανοίξουμε το στόμα και τα αυτιά μας

Εικόνα
Τ ου Μιχάλη Γ.Τριανταφυλλίδη   Η πολιτική κατάσταση στη χώρα, η ακινησία   και κυρίως η απουσία δυναμικών πρωτοβουλιών που θα μπορούσαν να διαμορφώσουν ένα άλλο κλίμα, μεγεθύνει το άγχος και την αγωνία στα πολιτικά κόμματα όλου του φάσματος. Και είναι πιά αδύνατον να βρουν σημείο επικοινωνίας με την κοινωνία και κυρίως τα ευρύτερα στρώματα της. Πολύ δε  περισσότερο αδυνατούν να έρθουν σε επαφή με τους νέους. Νομίζω ότι μια σοβαρή προσέγγιση στις σημερινές συνθήκες και με βάση όλα όσα συμβαίνουν, σε σχέση με την Χρυσή  Αυγή και τα καλά της, θα έπρεπε να σκεφτούμε πολύ σοβαρά όλοι μας, του πόσο αυτοαναφορική και έξω από κάθε λογική ανάλυση είναι η εκτίμηση πως η αντίθεση που κυριαρχεί σήμερα και πρέπει να αναδειχθεί είναι μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς. Σε ποια Δεξιά αναφερόμαστε, κυρίως δε για πια Αριστερά ομιλούμε;. Πριν από πολλά χρόνια, θυμάμαι τρία κείμενα θεωρητικής ανάλυσης, του Berlinguer , για τον ιστορικό συμβιβασμό (Δεκεμβριος 1973). Μετά ήρθαν ο

Μήπως ήρθε η ώρα της κοινής λογικής;

Εικόνα
Δύο είναι τα φλέγοντα της Μέσης Εκπαίδευσης. Αξιοπιστία και ορθολογική διαχείριση εκπαιδευτικού προσωπικού. του Λεωνίδα Καστανά από την Athens Voice Ο διασυρμός της ηγεσίας της ΟΛΜΕ σηματοδοτεί και το τέλος αυτού του είδους του συνδικαλισμού τον οποίο υπηρέτησε με συνέπεια αυτό το σωματείο για περίπου τριάντα χρόνια. Συνδικαλισμός που εκπροσωπεί κομματικές μειοψηφίες, υπερασπίζεται τις στρεβλές δομές του πελατειακού κράτους και εκβιάζει ανενδοίαστα  το σύνολο των πολιτών το οποίο τυγχάνει να είναι  εργοδότης του. Όσο οι κυβερνήσεις μετρούσαν το πολιτικό κόστος και είχαν απόθεμα δανεικών μπορούσε να μετρά νίκες. Τώρα που λεφτά δεν υπάρχουν και ο Τόμσεν μας επισκέπτεται συχνά το αποτέλεσμα ήταν προδιαγεγραμμένο.  Συντριβή. Η ήττα της ηγεσίας της ΟΛΜΕ δεν είναι νίκη της κυβέρνησης, παρότι έπραξε τα δέοντα. Είναι νίκη της κοινωνίας των πολιτών, των εργαζομένων, των δημοσίων υπαλλήλων, των καθηγητών. Των χιλιάδων ανώνυμων σκληρά δοκιμαζόμενων κατοίκων αυτής της χώρας

Ελευθερία λόγου, μισαλλοδοξία και ιστορική μνήμη

Εικόνα
Δύο κείμενα που δίνουν τροφή για σκέψη. Να απαγορευτεί ή όχι δια νόμου ο μισαλλόδοξος λόγος; Οι νομοθετικές απαγορεύσεις μήπως ενισχύουν αντί να αποδυναμώνουν τους ρατσιστές παντός είδους; Είναι οι απαγορεύσεις μια άμυνα της Δημοκρατίας απέναντι στο απόλυτο κακό;  Αρκεί ο δημοκρατικός διάλογος για να ανακόψει στην αιμάτινη γραμμή του φασισμού; Ο Σταύρος Τσακυράκης και ο Νίκος Μπίστης διαφωνούν και εμπλουτίζουν το διάλογο σε ένα θέμα γύρω από το οποίο η υποκρισία της ελληνικής κοινωνίας περισσεύει. (leo) Ελευθερία λόγου και μισαλλοδοξία Σταύρος Τσακυράκης από το ΒΗΜΑ Σε ποια βάση άραγε μπορεί μια φιλελεύθερη κοινωνία να απαγορεύσει τον μισαλλόδοξο λόγο χωρίς να αντιφάσκει με τη θεμελιώδη σημασία που αποδίδει στην ελευθερία της έκφρασης; Οχι ασφαλώς στη βάση ότι η πλειοψηφία διαφωνεί ριζικά με το περιεχόμενό του ή ότι αποτελεί μια βαθύτατα λανθασμένη ιδέα που διακηρύσσει μια αποκρουστική άποψη κοινωνικής οργάνωσης. Η ελευθερία της έκφρασης συνεπάγεται την ελεύθερη δια

Τεχνοφοβία;

Εικόνα
Αλέξανδρος Διακόπουλος Επί χιλιετίες η ζωή ήταν "solitary, poor, nasty, brutish and short", για να δανειστώ τον περίφημο αφορισμό από τον "Λεβιάθαν" του Thomas Hobbes. Ο μέσος όρος ζωής δεν ξεπερνούσε τα 30-40 χρόνια, η παιδική θνησιμότητα ήταν τεράστια και ένα μεγάλο ποσοστό των γυναικών πέθαιναν στη γέννα. Στην Ελλάδα 50 μόλις χρόνια πριν οι συνθήκες ζωής και υγιεινής ήταν από κακές έως άθλιες. Τύφος, μαλάρια, φυματίωση, ευλογιά, δυσεντερία κλπ μέχρι πρόσφατα θερίζαν. Ακόμα και στο "προηγμένο" Λονδίνο το 1910 -πρωτεύουσα αυτοκρατορίας τότε- υπήρχε η αιθαλομίχλη, βρώμα, τρομερή δυσωδία και ένα μη ενοποιημένο αποχετευτικό σύστημα που συνεχώς πλημμύριζε και κατέκλυζε τους δρόμους. Όλα αυτά ανήκουν σε ένα παρελθόν που τώρα μας φαίνεται πολύ μακρινό χάρις τη τεχνολογία. Παρόλα αυτά στην Ελλάδα κυριαρχεί μια ρομαντική τάση εξιδανίκευσης του παρελθόντος και μία μίζερη τεχνοφοβία! Αυτό αποτυπώθηκε στα θέματα των πανελληνίων, αλλά αποτελεί και κοινότυ