Κενοτάφια ιδεών
Δημήτρης Σκάλκος από την Athens Voice
Η Ελλάδα βουλιάζει στην αναξιοπιστία θεσμών και προσώπων. Για τους προσεκτικούς παρατηρητές των εξελίξεων, η κρίση των θεσμών προηγήθηκε χρονικά της οικονομικής κατάρρευσης. Το, ολοένα διευρυνόμενο, έλλειμμα εμπιστοσύνης δυσχέρανε τις αναγκαίες για την ανάπτυξη οικονομικές και κοινωνικές «συνέργειες», ενθάρρυνε τη διαφθορά και επέτρεψε τις αντικοινωνικές συμπεριφορές ατόμων και ομάδων.
Τα πολιτικά κόμματα που κυριάρχησαν στη μεταπολιτευτική περίοδο, ως κύριοι εκφραστές του πολιτικού παιγνίου, αναπόφευκτα υφίστανται σήμερα τις συνέπειες της πολιτικής αποτυχίας τους και γίνονται αποδέκτες της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Πρόκειται για αναμενόμενη εξέλιξη καθώς για πολλά χρόνια, τα πολιτικά κόμματα αντί να αποτελέσουν φορείς θεσμικής αλλαγής και πολιτικής ανάπτυξης, εξέθρεψαν τον λαϊκισμό και αναπαρήγαν τις χειρότερες όψεις του πελατειακού συστήματος. Αντί να λειτουργήσουν δια-μεσολαβητικά, «συνομιλώντας» με το πολιτικό σώμα, αλώθηκαν από τις πολυποίκιλες ομάδες ειδικών συμφερόντων. Αντί να αναδειχθούν σε φορείς ριζοσπαστικών προτάσεων για τον εκσυγχρονισμό της χώρας, μετατράπηκαν σε απέραντα κενοτάφια ιδεών. Και αντί να αναδείξουν τα κατάλληλα πρόσωπα που θα υπηρετούσαν αρχές και θέσεις μέσα από μία ζωντανή κομματική ζωή, διευκόλυναν την προσωπική ανέλιξη ενός πλήθους μετριοτήτων μέσα από τις ατελείωτες διαδικασίες του «κομματικού σωλήνα».
Για να είμαστε δίκαιοι, όλα αυτά δεν αποτελούν νέα φαινόμενα. Τουναντίον, συνδέεται με γνωστές όψεις της σύγχρονης, «μαζικής» δημοκρατίας. Ας θυμηθούμε τον «σιδερένιο νόμο της ολιγαρχίας» που διατύπωσε ο πολιτικός κοινωνιολόγος Ρόμπερτ Μίκελς, σύμφωνα με τον οποίο η γραφειοκρατική οργάνωση του κόμματος οδηγεί αναπόδραστα στην κυριαρχία μίας κομματικής ελίτ και στην αποστασιοποίηση των μελών του. Στην μεταπολιτευτική Ελλάδα, δίπλα στην κλειστή οικονομία της προσοδοθηρίας, ήρθε να προστεθεί εντελώς ταιριαστά, το «κλειστό κόμμα», που λειτουργεί ερήμην, ενίοτε ακόμη και αντίθετα, με τα συμφέροντα και τις προτεραιότητες της κοινωνίας.
Η κρίση του εγχώριου κομματικού συστήματος παράγει σήμερα πολιτικά «υπο-προϊόντα» ποικιλοτρόπως βλαβερά για την πολιτική κοινωνία. Στην καλύτερη περίπτωση, εμπλουτίζει την πολιτική ζωή με φιγούρες επιθεωρησιακού χαρακτήρα, στην χειρότερη περίπτωση ενισχύει επικίνδυνες δυνάμεις που βάλλουν ανοιχτά κατά των δημοκρατικών θεσμών. Και δυστυχώς, το πολιτικό προσωπικό των κατεστημένων κομμάτων αδυνατεί να λειτουργήσει έξω από τα στεγανά του κομματικού μικρόκοσμου, γεγονός που μεγαλώνει την απόσταση που το χωρίζει από την πραγματική κοινωνία. Κάπως έτσι, στη σημερινή Ελλάδα επιβεβαιώνεται η ρήση του αμερικανού κωμικού Will Rogers πως, «ο κόσμος αντιμετωπίζει τους κωμικούς σοβαρά, και τους πολιτικούς ως ανέκδοτο».
Βέβαια, όλα αυτά θα ήταν διασκεδαστικές γραφικότητες αν δεν υπονόμευαν την επώδυνη προσπάθεια της χώρας να ξαναβρεί το χαμένο βηματισμό της, αφήνοντας οριστικά πίσω της τις κακοδαιμονίες του πρόσφατου παρελθόντος. Γιατί αυτό (πρέπει να) είναι το μοναδικό ζητούμενο για όποιον από μας καταφέρνει να βλέπει πέρα από το στενό ορίζοντα των συμφερόντων και των ιδεοληψιών μας.
Η αναγκαιότητα της πολιτικής συμμετοχής, σε καμία περίπτωση, δεν μπορεί να υποκατασταθεί από τον τεχνοκρατικό λόγο, τον «θεματικό» ακτιβισμό, ή τη χρήση των social media και του πληκτρολογίου. Αν και όχι πρωτότυπο, στο πλαίσιο της σύγχρονης «κομματικής δημοκρατίας», είμαστε υποχρεωμένοι να διοχετεύσουμε την πολιτική συμμετοχή μέσα (και) από τους διαύλους των πολιτικών κομμάτων. Όχι όμως αναγκαστικά με τους δικούς τους όρους και τους κανόνες του παρελθόντος. Αν μη τι άλλο, οι συνθήκες κρίσης των μετα-καπιταλιστικών δημοκρατιών δημιουργούν προϋποθέσεις «θεσμικού πειραματισμού» και ευκαιρίες για νέα συμμετοχικά σχήματα και οργανωτικά μοντέλα πολιτικής συμμετοχής, εντός και παράλληλα με τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα.
Το ιταλικό Δημοκρατικό Κόμμα (PD) δείχνει το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε και στη χώρα μας. Η εκλογή του νέου γραμματέα του Ματέο Ρέντσι μέσα από ανοιχτές διαδικασίες εκλογής, με τη συμμετοχή περίπου τριών εκατομμυρίων πολιτών, κατέδειξε τις σημαντικές δυνατότητες πολιτικής κινητοποίησης όταν τα πολιτικά κόμματα συνδέουν τη λειτουργία τους με τις προσδοκίες των ψηφοφόρων.
Στις επερχόμενες εκλογές για την ανάδειξη των εκπροσώπων μας (κυρίως) στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αλλά και στα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια, η επιλογή των υποψηφίων μέσα από «ανοιχτές», συμμετοχικές διαδικασίες (primaries), αποτελεί μία ευκαιρία να αναθερμανθεί το περιορισμένο ενδιαφέρον των πολιτών για τις συλλογικές διαδικασίες, δίνοντας τη δυνατότητα σε όλους όσους το επιθυμούν να είναι ενεργοί πολίτες και όχι παθητικοί παρατηρητές των πολιτικών εξελίξεων. Το νέο πολιτικό σύστημα δεν μπορεί παρά να στηρίζεται σε «νέου τύπου» πολιτικά κόμματα, τα οποία και θα διευκολύνουν τη συμμετοχή των πολιτών, την παραγωγή ιδεών και την ανάδειξη στελεχών. Η δημοκρατική προοδευτική παράταξη που σήμερα προσπαθεί να ανασυγκροτηθεί μέσα σε ένα περιβάλλον επιθετικού λαϊκισμού, κοινωνικής στασιμότητας και πολιτικής απάθειας, οφείλει να εμπιστευτεί τους πολίτες προκειμένου να την εμπιστευτούν με την σειρά τους και αυτοί. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου