Χρίστος Αλεξόπουλος: Κλίμα και οικονομική ανάπτυξη


Η Παγκόσμια Διάσκεψη για το Κλίμα στο Παρίσι (30 Νοεμβρίου έως 12 Δεκεμβρίου 2015) ανήκει πλέον στην ιστορία. Ερωτηματικό παραμένει όμως, εάν η παγκόσμια κοινωνία έχει συνειδητοποιήσει την σημασία της κλιματικής αλλαγής για την προοπτική του πλανήτη και των μελλοντικών γενεών, καθώς και τις επιπτώσεις της στη ζωή των τοπικών κοινωνιών.
Σίγουρο είναι, ότι στο επίπεδο λήψης αποφάσεων από τις πολιτικές ηγεσίες των κρατών οι προτεραιότητες δεν δείχνουν αποφασιστικότητα για την διαμόρφωση θετικών ισορροπιών σε σχέση με την διαχείριση της κλιματικής αλλαγής, η οποία ήδη κάνει αισθητή την παρουσία της.
Από το 1850 μέχρι τώρα, δηλαδή από την βιομηχανική επανάσταση, η παγκόσμια θερμοκρασία αυξήθηκε με πολύ γρήγορους ρυθμούς κατά 0,8 βαθμούς Κελσίου. Κύρια αιτία είναι τα αέρια, τα οποία εκπέμπονται από τα ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο, κάρβουνα και φυσικό αέριο). Αρκεί να αναφερθεί, ότι σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό (WMO) το 2014, για 30η συνεχή χρονιά, το διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα έφτασε στο επίπεδο ρεκόρ των 400ppm.
Με αυτά τα δεδομένα γίνεται εμφανές, ότι είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί ο στόχος της συγκράτησης της θερμοκρασιακής ανόδου κάτω από 2 βαθμούς Κελσίου, που είχε συμφωνηθεί το 2010. Στο πρόγραμμα για το περιβάλλον (UNEP) των Ηνωμένων Εθνών μάλιστα θεωρείται, ότι η άνοδος θα κυμανθεί μεταξύ 3 και 3,5 βαθμών Κελσίου.
Σε κάθε περίπτωση οι επιπτώσεις θα είναι οδυνηρές για την ανθρωπότητα και όχι μόνο. Όσο δε η άνοδος της θερμοκρασίας θα είναι μεγαλύτερη, τόσο πιο καταστροφικές θα είναι οι επιπτώσεις.
Σύμφωνα με το άρθρο «Paris climate talks : what difference will temperature rises really make?», το οποίο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα The Guardian (4.12.2015) και βασίζεται σε στοιχεία της Βρετανικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας (Met office) και της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την κλιματική αλλαγή (IPCC), σε περίπτωση ανόδου της θερμοκρασίας κατά 2 βαθμούς Κελσίου, τότε:
1) Σε ιδιαίτερο κίνδυνο θα βρεθούν τα είδη, που εξαρτώνται από τους πάγους της Αρκτικής θάλασσας, π.χ. πολικές αρκούδες και τους κοραλλιογενείς υφάλους.
2) Θα προκληθούν ετήσιες οικονομικές απώλειες από 0,2 έως 2%, αν και οι ειδικοί επισημαίνουν, ότι οι «παγκόσμιες οικονομικές επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή είναι δύσκολο να εκτιμηθούν».
3) Η στάθμη της θάλασσας θα ανέβει κατά 55 εκατοστά. Τον 20ο αιώνα ανέβηκε ήδη 20 εκατοστά.
4) Ο συνολικός όγκος των παγετώνων του πλανήτη θα υποχωρήσει έως και 55% (με εξαίρεση τους παγετώνες της Ανταρκτικής καθώς και τα στρώματα πάγου της Γροιλανδίας και της Ανταρκτικής).
5) 1,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι θα εκτίθενται σε κύματα καύσωνα κάθε χρόνο.
6) 30 εκατομμύρια άνθρωποι θα πλήττονται από πλημμύρες ετησίως.
7) 1,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι θα βρεθούν εκτεθειμένοι σε φαινόμενα αυξημένης λειψυδρίας.
Σε περίπτωση ανόδου της θερμοκρασίας 3 βαθμούς Κελσίου οι επιπτώσεις αποκτούν πολλαπλασιαστικές διαστάσεις. Παραδειγματικά ορισμένες από αυτές είναι:
1) 5,7 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα καλλιεργήσιμης γης θα καταστούν ακατάλληλα για εκμετάλλευση.
2) 1,75 δισεκατομμύρια άνρωποι θα εκτίθενται σε φαινόμενα αυξημένης λειψυδρίας.
3) Θα υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγή μεγάλων καλλιεργειών, όπως το σιτάρι, το ρύζι και τοκαλαμπόκι, σε τροπικές και εύκρατες περιοχές.
4) 60 εκατομμύρια άνρωποι θα εκτίθενται σε κύματα καύσωνα κάθε χρόνο.
Πάνω από 4 βαθμούς Κελσίου άνοδος της θερμοκρασίας σημαίνει μεταξύ άλλων, ότι η στάθμη της θάλασσας θα ανέβει 82 εκατοστά, ενώ η άγρια ζωή και τα οικοσυστήματα θα πληγούν από δριμείες και εκτεταμένες επιπτώσεις και σημαντικός αριθμός ειδών θα εξαφανιστεί.
Εάν ο ανθρώπινος παραλογισμός επιτρέψει την άνοδο της θερμοκρασίας κατά 5 βαθμούς Κελσίου, τότε 12 δισεκατομμύρια άνθρωποι θα εκτίθενται σε κύματα καύσωνα, 7,6 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα καλλιεγήσιμης γης θα καταστούν ακατάλληλα για εκμετάλλευση και 120 εκατομμύρια άνθρωποι το χρόνο θα υφίστανται τις επιπτώσεις της αύξησης της λειψυδρίας.
Εκτός όμως από τις επιπτώσεις, οι οποίες αναφέρθηκαν επιλεκτικά ως παραδείγματα, υπάρχουν και οι παρενέργειες τους, όπως είναι οι προεκτάσεις τους στον οικονομικό και τον επισιτιστικό τομέα, οι οποίοι δεν είναι και οι μόνοι. Η μείωση της καλλιεργήσιμης έκτασης θα έχει επιπτώσεις στην παραγωγή τροφίμων και στην επάρκεια τους για τις επισιτιστικές ανάγκες του παγκόσμιου πληθυσμού. Τυχόν ανεπάρκεια μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των τιμών των τροφίμων, σε διόγκωση του πλήθους των ανθρώπων, που αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της πείνας, αλλά και σε ακόμη πιο μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών. Αυτές οι πιθανές εφιαλτικές εξελίξεις, οι οποίες θα προκαλέσουν αναταράξεις σε όλες τις κοινωνίες, οδηγούν σε πολύ αρνητικές σκέψεις σε σχέση με την αδυναμία των σύγχρονων κοινωνικών μορφωμάτων να λειτουργούν με αειφορική λογική στο παρόν, ώστε να διασφαλίζουν το μέλλον.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Ελλάδα, η οποία το 2015 καταλαβάνει την 6η θέση από το τέλος ανάμεσα σε 28 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς τις πολιτικές τους για την κλιματική αλλαγή. Αυτό προκύπτει από την παγκόσμια έκθεση «Δείκτες κλιματικών επιδόσεων (CCPI)», που κάνουν κάθε χρόνο η οργάνωση Germanwatch και το δίκτυο οργανώσεων CAN2, η οποία βαθμολογεί τις πολιτικές 58 κρατών, που αθροιστικά είναι υπεύθυνα για το 90 % των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου το άνθρακα (CO2) από τον τομέα της ενέργειας. Και αυτό συμβαίνει, αν και το ηλιακό δυναμικό της Ελλάδας είναι ιδιαίτερα σημαντικό. «Σύμφωνα με μια μελέτη του Γερμανικού Αεροδιαστημικού Κέντρου (DLR), το οικονομικά εκμεταλλεύσιμο ενεργειακό δυναμικό των συγκεντρωτικών ηλιοθερμικών τεχνολογιών είναι πάνω από 4.000 γιγαβατώρες»(Σπύρος Χ. Αλεξόπουλος, «Η ηλιακή ενέργεια παράγων ανάπτυξης», Μεταρρύθμιση, 26.07.2012). Επισημαίνεται δε, ότι «από τις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας μπορούν, από τη στιγμή αξιοποίησης του τεχνικά εκμεταλλεύσιμου ενεργειακού δυναμικού με την εγκατάσταση όλων των ηλιοθερμικών συγκεντρωτικών εργοστασίων, κάθε χρόνο να εισρέουν τουλάχιστον 4 δισεκ. ευρώ ως έσοδα.»
Στον τομέα της απασχόλησης αυτό μεταφράζεται σε 50.000 θέσεις εργασίας. Εκτός από την ηλιακή ενέργεια η Ελλάδα μπορεί να αξιοποιήσει και το πλούσιο αιολικό δυναμικό, που διαθέτει.
Αντί γι΄αυτά όμως η κυβέρνηση επενδύει στις συμβατικές πηγές ενέργειας και όχι στις  ανανεώσιμες, παρά το γεγονός ότι τώρα είναι και οικονομικά ανταγωνιστικές.
Η συνέχιση της εκπομπής διοξειδίου το άνθρακα και μάλιστα με αυξητικό πρόσημο οδηγεί στην κλιματική αλλαγή με την άνοδο της θερμοκρασίας. Πέρα από την οικολογική διάταση η προβληματική κατάσταση, που δημουργείται τόσο για τον άνθρωπο όσο και για το οικοσύστημα, έχει και αξιακά χαρακτηριστικά. Η αλλαγή του περιεχομένου της οικονομικής ανάπτυξης είναι πλέον προϋπόθεση επιβίωσης σε ελεγχόμενες κλιματικές συνθήκες. Δεν μπορεί να περιορίζεται στην αύξηση των οικονομικών μεγεθών. Πρέπει να επεκτείνεται και στην βιώσιμη, αειφορική αξιοποίηση των φυσικών πόρων.
Αυτό προϋποθέτει αλλαγή τρόπου σκέψης, η οποία πρέπει να έχει μακροπρόθεσμες στοχεύσεις με αειφορικά χαρακτηριστικά. Ο διαθέσιμος χρόνος είναι οριακός. Το πολιτικό σύστημα πρέπει να αναλάβει τις ιστορικές του ευθύνες και να εκφράσει το κοινωνικό συμφέρον. Επιτέλους πρέπει να παίξει τον ρυθμιστικό του ρόλο σε σχέση με την οικονομική ανάπτυξη. Ειδάλλως η κλιματική αλλαγή θα προχωρεί με συνεχώς αυξανόμενους ρυθμούς και μη αναστρέψιμες επιπτώσεις.
Και αυτές δεν θα περιορίζονται μόνο στην άνοδο της θερμοκρασίας και στα ακραία καιρικά φαινόμενα (πλημμύρες, ξηρασίες) ή στην έλλειψη πόσιμου νερού, αλλά θα δημιουργούν προβλήματα επάρκειας τροφίμων για τις επισιτιστικές ανάγκες της ανθρωπότητας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών και τις τοπικές περιφερειακές συρράξεις ή ακόμη και ασύμμετρες απειλές.
Θα μπορέσει η παγκόσμια κοινότητα να διαχειρισθεί το μέλλον με αειφορική λογική;
Η Παγκόσμια Διάσκεψη για το Κλίμα στο Παρίσι από το ένα μέρος άνοιξε παράθυρο αισιοδοξίας και από το άλλο δεν έθεσε δικλείδες ασφαλείας, ότι θα παραμείνει ανοιχτό. Σε επίπεδο στοχεθεσίας έγινε προσπάθεια για προώθηση θετικών ρυθμίσεων. Το θέμα όμως είναι ο οδικός χάρτης επίτευξης των, ο οποίος δεν είναι δεσμευτικός. Περιληπτικά η συμφωνία προβλέπει, ότι:
1) Οι παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα θα πρέπει να αρχίσουν να μειώνονται το ταχύτερο δυνατό.
2) Στο δεύτερο μισό του αιώνα, που διανύουμε, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα πρέπει να μειωθούν στα επίπεδα, που μπορούν να απορροφούν τα δάση, ώστε να αποκατασταθεί μια ισορροία στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της φύσης.
3) Όλες οι χώρες θα εγγραφούν σε κοινό σύστημα αναφοράς, παρακολούθησης και επιβεβαίωσης των εκπομπών.
4) Από το 2020 οι ανεπτυγμένες χώρες θα προσφέρουν βοήθεια 100 δισεκ. δολαρίων ετησίως, για να βοηθήσουν τις αναπτυσσόμενες χώρες να στραφούν σε καθαρές πηγές ενέργειας και να αντιμετωπίσουν τις καταστροφές λόγω της κλιματικής αλλαγής. Κατεγράφη επίσης υπόσχεση για αύξηση αυτού του κονδυλίου στο μέλλον.
5) Δεν υπάρχει πρόβλεψη για αποζημίωση των χωρών, που πλήττονται από φυσικές κατατροφές λόγω ανόδου της θερμοκρασίας με ευθύνη ανεπτυγμένων χωρών.
6) Η συμφωνία δεν θέτει νομικά δεσμευτικούς στόχους για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Η κάθε χώρα θα βάζει εθελοντικά στόχους για μείωση ή συγκράτηση των εγχώριων εκπομπών, οι οποίοι θα επανεξετάζονται κάθε πέντε χρόνια μετά το 2018.
Αυτό επιτρέπει στους Ρεπουμπλικάνους να αντιδρούν στην υπογραφή της συμφωνίας για το κλίμα από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Ο επικεφαλής τους μάλιστα στην Γερουσία Mitch Mc Connel, δήλωσε, ότι η συμφωνία θα ακυρωθεί μετά τις Προεδρικές εκλογές του 2016. Είναι δε γνωστό, ότι οι Η.Π.Α. και η Κίνα είναι οι μεγαλύτεροι ρυπαντές της ατμόσφαιρας με την εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα.
Τελικά ο υπουργός περιβάλλοντος των Μαλβίδων έχει δίκιο, όταν δηλώνει, ότι «Η ιστορία θα κρίνει το αποτέλεσμα όχι βάσει της σημερινής συμφωνίας, αλλά βάσει των όσων θα κάνουμε, αρχής γενομένης από σήμερα».

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Σχόλια για τις αξίες της αξίας

Οι καταλήψεις , ο δήμαρχος και ο άλλος άνθρωπος

Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι ο λαός της.