Το παιχνίδι στην κοινωνία του θεάματος







Οι αγώνες του Μουντιάλ φανερώνουν όλη την αμφισημία του ποδοσφαίρου: σύμβολο της υπέρβασης των συνόρων και της ειρηνικής συνάντησης των λαών, το πιο δημοφιλές άθλημα στον κόσμο είναι ταυτόχρονα και όχημα επιβεβαίωσης της εθνικής ταυτότητας.
Οι κορυφαίοι ποδοσφαιριστές έχουν οπαδούς στις πέντε ηπείρους, ενώ οι περισσότερες ποδοσφαιρικές ομάδες έχουν πολυεθνική σύνθεση. Ταυτόχρονα όμως τα ποδοσφαιρικά γήπεδα είναι χώροι στους οποίους μπορεί να εκφράζεται με τρόπο «πολιτικά ορθό» το αίσθημα της εθνικής υπερηφάνειας και η θεμιτή ανάγκη της εγκάρδιας ταύτισης με τους ομοεθνείς μας. Μια ποδοσφαιρική επιτυχία μπορεί να τονώσει το ηθικό ενός έθνους που δοκιμάζεται από την κρίση, ενώ ορισμένες αναμετρήσεις εθνικών ομάδων γίνονται «η συνέχιση του πολέμου με άλλα μέσα».
Στην ομορφιά του ποδοσφαίρου αναφέρεται το ακόλουθο κείμενο του ιταλού φιλοσόφου Σέρτζιο Τζιβόνε, καθηγητή Αισθητικής Θεωρίας στο πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας. Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Micromega».
* Η ΑΠΟΛΑΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ
Νομίζω ότι το ποδόσφαιρο υπήρξε πάντοτε ένα παιχνίδι και είναι μέχρι σήμερα ένα πολύ όμορφο παιχνίδι. Νομίζω επίσης ότι είναι ένα παιχνίδι που έχει μια δική του φιλοσοφία. Είναι πολλά τα στοιχεία που το συνθέτουν και που του προσδίδουν την ομορφιά του, τη σαγήνη του: το ποδόσφαιρο είναι αγώνας, είναι πάλη δύο ομάδων, αλλά και πάλη ενός παίκτη εναντίον ενός άλλου. Είναι επίσης και αναπαράσταση, προσποίηση, προσομοίωση. Ο παίκτης κατευθύνεται προς τον αντίπαλο ή προσποιείται ότι κατευθύνεται προς αυτόν, για να τον ξεπεράσει, για να του ξεφύγει. Ολα είναι προσποίηση και προσομοίωση. Αυτό το θεατρικό στοιχείο συμβάλλει ουσιαστικά στη δημιουργία της σαγήνης του ποδοσφαίρου. Το ποδόσφαιρο παύει να είναι παιχνίδι από τη στιγμή που στο παρασκήνιο κάποιος το χρησιμοποιεί για άλλους σκοπούς, το ελέγχει, το χειραγωγεί, το αλλοιώνει. Είναι σαφές ότι ένα στημένο παιχνίδι δεν είναι πλέον παιχνίδι. Από μιαν άποψη, το ποδόσφαιρο είναι κάτι περισσότερο από παιχνίδι, είναι επιθυμία για παιχνίδι, όνειρο για παιχνίδι, που το ονειρεύονται τα παιδιά και οι μεγάλοι. Το παιχνίδι, η επιθυμία, το όνειρο, η ανάγκη για παιχνίδι είναι κάτι το θεμελιώδες.
Δεν θα ήθελα να μιλήσω γι' αυτό το θέμα ως φιλόσοφος, αλλά γιατί να μην αναφέρουμε κάτι που μας δίδαξαν οι μεγάλοι φιλόσοφοι του παρελθόντος, ξεκινώντας από τον Αριστοτέλη; Ο άνθρωπος γεννιέται παίκτης, μιμείται, μαθαίνει και έπειτα κάνει ό,τι κάνει στη ζωή του, αλλά μόνον αν έχει παίξει όταν ήταν παιδί. Ενα παιδί που δεν παίζει είναι ένα παιδί πολύ δυστυχισμένο. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να παίζουμε μόνον όταν είμαστε παιδιά, επειδή το παιχνίδι είναι κάτι το θεμελιώδες. Δεν είναι μίμηση κάποιου άλλου πράγματος, δεν είναι πάνω απ' όλα το σύμβολο κάποιου πράγματος.
Ισχύει μάλλον το αντίθετο, το ότι δηλαδή τα σύμβολα και οι μεταφορές πηγάζουν από το παιχνίδι και από την απόλαυση του παιχνιδιού, όπως το νερό πηγάζει από μια πηγή. Επομένως αυτή η απόλαυση είναι κάτι βαθιά θετικό, που πρέπει να διασώζεται με κάθε τίμημα. Η πραγματικότητα του παιχνιδιού δεν πρέπει να ερμηνεύεται περιοριστικά, σαν ένα εργαλείο που επινόησε η κοινωνία για να συγκρατεί τη βία, για να την κρατάει υπό έλεγχο.
Το παιχνίδι είναι φυσικά και αυτό, αλλά είναι και ένα εργαλείο το οποίο, ακόμα και αν συγκρατεί τη βία, την ξαναγεννάει πάντοτε εκ νέου. Σε κάθε περίπτωση, το να ερμηνεύουμε έτσι το παιχνίδι -στην περίπτωσή μας το ποδοσφαιρικό παιχνίδι, το τελευταίο από τα μεγάλα παιχνίδια που μας παθιάζει όλους- είναι σαν να ξεχνάμε εκείνην την παιγνιώδη ουσία του, που το καθιστά ακριβώς απάντηση σε μιαν ανεξάλειπτη ανάγκη.
Σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά το ποδόσφαιρο είναι ένα κοινωνκό γεγονός που έχει θεμελιώδη σημασία. Είναι το παιχνίδι που ίσως καλύτερα από κάθε άλλο κατορθώνει να υποκινεί πάθη, φαντασία, ικανότητα αναπαράστασης και αυτοαναπαράστασης. Με δυο λόγια, είναι αληθινά μια θαυμαστή κινητήρια δύναμη. Το γεγονός ότι το ποδόσφαιρο είναι όλα αυτά έχει ως αποτέλεσμα η πολιτική να το οικειοποιείται και να το υποτάσσει στους δικούς της σκοπούς. Είμαι πεπεισμένος ότι το ποδόσφαιρο δεν είναι τόσο ο καθρέφτης της κοινωνίας, αυτού που συμβαίνει στην κοινωνία, αλλά ότι μάλλον προαναγγέλλει μερικές φορές αυτό που έπειτα συμβαίνει στην κοινωνία. Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι η πιο ανησυχητική όψη είναι ο εκφυλισμός του παιχνιδιού. Και ο εκφυλισμός γίνεται με πολλούς τρόπους.
Αν ένας πρόεδρος μιας ποδοσφαιρικής ομάδας είναι και πολιτικός, τότε είναι δύσκολο η ομάδα να μην αποτελεί το όχημα για πολιτικές επιδιώξεις. Αυτή όμως είναι μια διαστρέβλωση, είναι μια εργαλειακή ή ιδεολογική χρήση του ποδοσφαίρου, που το μετατρέπει όχι μόνον σε επιχείρηση, σε πηγή κέρδους, αλλά και σε εργαλείο για τη δημιουργία συναίνεσης. Και η συναίνεση δημιουργείται και με την κινητοποίηση φανατικών οπαδών γύρω από ορισμένα σύμβολα.
Προκειμένου να αποκαταστήσουμε τον χαρακτήρα του παιχνιδιού, πρέπει το ποδόσφαιρο να μην είναι πηγή κέρδους για κανέναν. Οι ποδοσφαιρικές ομάδες έχουν γίνει ανώνυμες εταιρείες ή και μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες παράγουν αντικείμενα και γεγονότα που αποβλέπουν στη δημιουργία πλούτου.
Ολα αυτά συμβάλλουν στον εκφυλισμό του παιχνιδιού. Και αυτή η διαστρέβλωση του παιχνιδιού συνδέεται στενά με την πολιτική εργαλειοποίηση του ποδοσφαίρου. Στη βάση αυτού του εκφυλισμού υπάρχει κάτι που πρέπει να εξαλειφθεί από τη ρίζα του: το ποδόσφαιρο ως στοιχείο αυτής της κοινωνίας του θεάματος, η οποία μετατρέπει κάθε γεγονός σε χρήμα. *

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι ο λαός της.

Κίμων Χατζημπίρος: Σχόλια για τις αξίες της αξίας

Οι καταλήψεις , ο δήμαρχος και ο άλλος άνθρωπος