Εκτός από τους συνταξιούχους υπάρχουν και τοξικοεξαρτημένοι. Γι' αυτούς νοιάζεται κανείς;




Σε εποχές οικονομικής κρίσης, επαχθών ασφαλιστικών μεταρρυθμίσεων και ανεργίας, η κοινή γνώμη αρέσκεται να ξεχνάει τη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού, για παράδειγμα τους ναρκομανείς. Δηλαδή στην πράξη, δίφραγκο δεν δίνει  κάθε εποχή, αλλά τώρα έχει και ένα καλό άλλοθι. Εδώ ο κόσμος καίγεται με τα πρεζάκια θα ασχολούμαστε;

Σε ανύποπτο χρόνο, προφανώς χρόνο προεκλογικό, χρόνο ελπίδων και ευφορίας, ο νυν πρωθυπουργός είχε δηλώσει:

 «οι τοξικομανείς δεν είναι εγκληματίες, η θέση τους δεν είναι στην φυλακή αλλά στην κοινωνία, η θεραπεία και η επανένταξη είναι η προτεραιότητα μας"!

Τη δήλωση αυτή τη συνυπογράφει σχεδόν κάθε προοδευτικός πολιτικός και μεγάλο μέρος των συμπολιτών μας. Εκτός και αν στην περιοχή της κατοικίας τους ανοίξει κανένα κέντρο απεξάρτησης, κανένας ξενώνας για απεξαρτημένους. Τότε αγανακτούν που φέρανε τα ναρκωτικά στη γειτονιά τους και ζητάνε δυναμικά, εδώ και τώρα να κλείσει η εστία μόλυνσης των χρηστών ηθών τους. Ο γνωστός φασισμός της «αθώας» κοινωνίας των νοικοκυραίων. Το γεγονός ότι κάθε γειτονιά έχει πια την μικρή απόμερη πλατεία των τοξικοεξαρτημένων, δεν τους απασχολεί, αρκεί να μην είναι η πλατεία που παίζουν τα παιδιά τους.

Η οικονομική κρίση θα περιορίσει δραστικά την όποια αναιμική φροντίδα του κράτους προς τους ναρκομανείς, είναι προφανές. Την ίδια στιγμή η Αριστερά, εξορισμού ευαίσθητη σε τέτοια κοινωνικά θέματα, έχει άλλα σοβαρότερα προβλήματα για να απασχοληθεί. Τα οργανωτικά και ιδεολογικά ζητήματα στο δρόμο για την ανατροπή και το σοσιαλισμό. Συνεπώς, οι φωνές ευαισθητοποίησης της κοινωνίας στο ζήτημα «Ναρκωτικά» δύσκολα θα βρουν συμπαραστάτες στους πολιτικούς σχηματισμούς και στους πολίτες. Ένας μύλος αργά αλλά σταθερά αλέθει τους καρπούς του πολιτισμού μας. Μια αλοιφή, σαν ξερατό, τείνει να καλύψει τα πάντα.
Η ανάρτηση που ακολουθεί είναι  ένα άρθρο του Γιάννη Φ. Ιωαννίδη δικηγόρου, υπεύθυνου του γραφείου νομικής στήριξης ΚΕΘΕΑ.
Το βρήκα στον Ιό της Ελευθεροτυπίας.


Πραγματογνωμοσύνη και ποινική αντιμετώπιση της εξάρτησης

Ποια είναι η θλιβερή αλλά και απατηλή εικόνα των στατιστικών της φυλακής;

Ότι στη χώρα μας μεγάλο ποσοστό των κρατουμένων είναι έμποροι ναρκωτικών. Ο απλός χρήστης, εξαρτημένος ή μη, σπάνια καταλήγει στη φυλακή, σε αντίθεση με τους κατηγορούμενους για κακουργήματα διακίνησης ναρκωτικών. Και πάλι όμως, αν διαγνωστεί με πραγματογνωμοσύνη η εξάρτηση, τότε το αδίκημα αντιμετωπίζεται με πλημμεληματικές ποινές. Πώς τότε γεμίζουν οι φυλακές μας; Είναι πράγματι η Ελλάδα γεμάτοι εμπόρους και τόσες πολλές οι επιτυχίες της αστυνομίας; Ή μήπως στην απλοϊκότητα του νόμου, προστίθεται η αδυναμία ορθής εφαρμογής του;

Α. Ο προκρούστειος διαχωρισμός: χρήστες - έμποροι.

Ο νομοθέτης καθιέρωσε το διαχωρισμό αναπαράγοντας παρωχημένα στερεότυπα. Ομως ο διχοτομικός διαχωρισμός μεταξύ του χρήστη από τη μία, που είναι άρρωστος, αναξιοπαθής, το συμπαθές θύμα με λίγα λόγια και του εμπόρου του λευκού θανάτου από την άλλη, που είναι αναγκαστικά ο αδίστακτος θύτης, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ο κόσμος της εξάρτησης είναι πολύπλοκος. Οι χρήστες, μάλιστα οι εξαρτημένοι, διαπράττουν συχνά αδικήματα διακίνησης. Μπορεί ο άνεργος κι ο μετανάστης να αντιμετωπίζεται ως μεγαλέμπορος; Κι όμως, υπό το πρόσχημα της δίωξης των εμπόρων εξοντώνονται ποινικά χιλιάδες νέοι άνθρωποι. Τον πραγματικό έμπορο μπορούμε να τον διακρίνουμε από τα εισοδήματα και τον τρόπο ζωής, από τη θέση του στην ιεραρχία ενός εγκληματικού δικτύου. Γι' αυτόν εξάλλου, η ύπαρξη ή μη εξάρτησης δεν έπρεπε να επηρεάζει την ποινή. Για τους υπόλοιπους τουλάχιστον εφαρμόζεται σωστά ο νόμος;

Β. Ο δύσκολος διαχωρισμός: εξαρτημένοι και μη.

Η εξάρτηση διαγιγνώσκεται. Το θέμα είναι πότε, πώς και από ποιους. Οι ελλιπείς και καθυστερημένες πραγματογνωμοσύνες είναι ένα πρόβλημα. Η ανυπαρξία τους, λόγω έλλειψης πραγματογνωμόνων ή άρνησής τους να τις διεξάγουν σε ορισμένες περιοχές της χώρας, ένα άλλο. Το μεγαλύτερο όμως είναι ότι, αντί για ένα δημόσιο, αξιόπιστο, ολοκληρωμένο σύστημα διάγνωσης, στην πράξη οι ιδιώτες, που αναλαμβάνουν τις πραγματογνωμοσύνες, περιορίζονται, είτε στο να διαγιγνώσκουν την πρόσφατη χρήση (το μόνο που προκύπτει από τις ιατρικές εξετάσεις) είτε στη σκιαγράφηση ενός ψυχολογικού προφίλ βάσει μιας συνέντευξης.
Η Ελληνική Πολιτεία απαιτεί από το δικαστή να διαχωρίσει επακριβώς τους χρήστες από τους εμπόρους και τους εξαρτημένους από τους μη εξαρτημένους, να γίνει δηλαδή Προκρούστης, χωρίς να του παρέχει την κλίνη, δηλαδή ένα αξιόπιστο σύστημα πραγματογνωμοσύνης. Είναι λοιπόν καιρός να αλλάξει η νομοθεσία, περιορίζοντας τις αδικαιολόγητα υψηλές ποινές και αναμορφώνοντας την αντιμετώπιση των εξαρτημένων, ιδίως αυτών που παρακολουθούν θεραπευτικά προγράμματα. Μήπως αντί να επικεντρωνόμαστε σε μια επιχείρηση να διαγνωστεί με ακρίβεια το παρελθόν και η ψυχή ενός ανθρώπου, θα έπρεπε αντίθετα να στραφούμε στο παρόν και το μέλλον του, ιδίως αν έμπρακτα εκδηλώνει τη βούληση να απελευθερωθεί από τα κάθε λογής δεσμά της εξάρτησης;

Γιάννης Φ. Ιωαννίδης
Δικηγόρος, υπεύθυνος γραφείου
νομικής στήριξης ΚΕΘΕΑ.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Ύστατος πόρος: Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι μια πρόταση για το μέλλον.

Βάσω Κιντή: Παραιτούμαι από μέλος της ΚΕ και αποχωρώ από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς

Κίμων Χατζημπίρος: Ατελέσφορη Οικολογία