Πεθαίνοντας στην Αθήνα



Νίκος Ορφανός
από το facebok
Σήκωσε αεράκι χτες βράδυ, καθώς πήγαινα στο θέατρο Αργώ, στους εξαιρετικούς "Εμιγκρέδες", της Μαρίας, του Βασίλη και του Δημήτρη. Βιαστικά χαιρέτησα τα παιδιά, μετά την υπόκλιση, και βγήκα τρέχοντας στη, σχεδόν, φθινοπωρινή βραδιά. Ο Στέλιος μένει πλατεία Βικτωρίας. Πλατεία Βικτωρίας Χίσλοπ, σκεφτόμουνα με ένα χαμόγελο καθώς οδηγούσα.  Μας είχε τραπέζι, να δούμε το επεισόδιο, το οποίο εγώ έχασα λόγω της παράστασης, να πιούμε και ένα κρασί, να τα πούμε. 
  Άφησα το αμάξι, απέναντι από το Motor Museum στο εμπορικό κέντρο Κάπιτολ. Λέω φώτα έχει εδώ, έβλεπα και τους ανθρώπους του πάρκινγκ απέναντι, άσε μην ψάχνω στα σοκάκια της Αριστοτέλους. Προχτές ανοίξανε το ψιλικατζίδικο των παιδιών από το Μπαγκλαντές, το μόνο που δίνει ζωή, στην Αθηναϊκή μου γειτονίτσα. Άστο εδώ καλύτερα, λέω, ποτέ δεν ξέρεις.
 Περπάτησα κοιτώντας γύρω μου με προσοχή μέχρι το σπίτι του Στέλιου. Γαμώτο, φοβάμαι κι εγώ, τσαντίστηκα με την επιφυλακτικότητά μου. Την ώρα που έφτανα, ο Στέλιος κατέβαινε με την Ανίτα, να τη συνοδεύσει να βρει ταξί. Ανέβα κι ερχόμαστε. Μπήκα στο παλαιϊκό ασανσέρ και ανέβηκα. Εκεί ο Θοδωρής, ο Αλέξανδρος, η Κάτια, μόλις στρώνανε τραπέζι.
 Μιάμιση ώρα αργότερα κατεβαίναμε στην έρημη πόλη. Ο αέρας σαν να έπεσε, ε; είπε ο Θοδωρής. Εδώ παίρνουμε το ταξάκι μας, λέει ο Αλέξανδρος. Καλά δεν έχεις αμάξι; τον ρώτησα. Δεν το παίρνω ποτέ στο κέντρο. Μιλάμε, ε; Καληνύχτα.
 Προς τα που πας; λέει ο Θοδωρής, εδώ, Ιουλιανού και Γ. Σεπτεμβρίου είμαι του λέω, πάμε μαζί. Ερημιά. Αεράκι, σαν πασχαλιάτικο. Φτάνουμε, οι άνθρωποι του εμπορικού κέντρου ακόμα εκεί. Βγήκαν μάλλον για τσιγάρο, σκέφτηκα. Καληνύχτα Θοδωρή μου, να σε πάω; Όχι Νικολάκη μου, θα περπατήσω, κοντά είμαι.
 Η Άλφα μου γουργούρισε κάτω από τη μίζα, ένα παλιό Simple Minds στο πλέηερ ακούστηκε, someone, somewhere in summertime. Έρχεται κι αυτό, είπα μέσα μου.
 Το μεσημέρι το κινητό με το ηλεκτρονικό του μπλιμπλίκισμα με σήκωσε από το γραφείο. -Έλα Θοδωρή μου, τι έγινε; (Μάλλον με πήρε για το τραπέζι της Βικτώριας.) -Νίκο, σήμερα τα ξημερώματα, μαχαίρωσαν έναν άντρα, στο σημείο που χωρίσαμε χτες βράδυ. -Τι;  -Αυτό ακριβώς. Θυμάσαι που χτες βράδυ ήταν τελείως ερημιά; -Τι λες ρε παιδί μου. 
 Άλλη μια έκπληξη. Άλλη μια αντίδραση σχεδόν από συνήθεια. Λίγες ώρες πριν περάσαμε από κει.
 Μια πόλη που βουλιάζει. Μια χώρα που βουλιάζει. Πως το έλεγε σε εκείνη την ταινία; Δεν είναι το πλοίο που φεύγει. Είναι το λιμάνι. Η πόλη. Όλα που φεύγουν.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Ύστατος πόρος: Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι μια πρόταση για το μέλλον.

Βάσω Κιντή: Παραιτούμαι από μέλος της ΚΕ και αποχωρώ από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς

Κίμων Χατζημπίρος: Ατελέσφορη Οικολογία