Oι δυο βάρκες – με αφορμή το κείμενο του Αντώνη Μανιτάκη




Διάβασα με προσοχή το κείμενο του καθηγητή Αντώνη Μανιτάκη και συμφωνώ με το μεγαλύτερο μέρος των προβληματισμών, των αναλύσεων και της τοποθέτησης του. Αυτό που με ξένισε στην ανάλυσή του ήταν μια μεγάλη αναφορά, κάπου στη μέση του κειμένου, στην Αυτοκρατορία  του Αντόνιο Νέγκρι και του Μάικλ Χαρντ. Ο καθηγητής είχε πρωτύτερα προσεγγίσει το ζήτημα της ελληνικής κρίσης με όπλο την εμβριθή μελέτη του Παναγιώτη Κονδύλη και τις οξυδερκείς αναλύσεις του Γιάννη Βούλγαρη. Όταν έφτασε, λοιπόν, στο σημείο να εξηγήσει την παγκόσμια κατάσταση, ο Μανιτάκης προσέφυγε στην ανάλυση περί της Αυτοκρατορίας που επιχειρεί να προσεγγίσει το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης με τρόπο, κατά τη γνώμη μου, μονοσήμαντο. Τις προηγούμενες του αναφορές θα τις κατέτασσα σχηματικά σε έναν τρόπο σκέψης περισσότερο φιλελεύθερο ενώ τις αναφορές στον Νέγκρι, τον Χαρντ, τον Αγκάμπεν και τον Φουκώ θα τις κατέτασσα σε ένα ύστερο κομουνιστικοειδές ρεύμα, ένα ρεύμα αριστερίζοντος νεο-αναρχισμού αν θέλετε, που δε συνάδει με το παραπάνω πλαίσιο. Η μεταμοντέρνα αριστερίστικη νεο-αναρχική οπτική μοιάζει να διατηρεί άθικτο ένα σχήμα εξήγησης του κόσμου που βασίζεται στο πολωτικό εγελομαρξιστικό δίπολο εργατική τάξη – αστική τάξη. Αυτό το σχήμα διατηρείται σε κάθε προσέγγιση που θέλει να ονομάζει τον εαυτό της «επαναστατικό» αλλάζοντας ελαφρώς τους  πόλους της αντίθεσης. Η αντίθεση όμως διατηρεί πάντοτε ακέραια την πόλωση, τον πολεμικό χαρακτήρα μεταξύ δύο φαντασιακών μορφωμάτων τα οποία αντιτίθενται σφόδρα κατά τον εγελιανό τρόπο, αλλά η σύνθεσή τους μετατίθεται για το ουτοπικό μακρινό μέλλον ως προφητεία η οποία δεν εκπληρώνεται ποτέ. Έτσι το σχήμα παραμένει ακραία πολωτικό γεννώντας, συνήθως -όχι όμως στην περίπτωση του Μανιτάκη- φανατισμούς και μονοδιάστατες σκέψεις. Το πολωτικό σχήμα γεννά φυσικά και τους απαραίτητους εχθρούς με τα εξωτικά ονόματα (καπιταλισμός, κεφάλαιο, ιμπεριαλισμός, εξουσία, κράτος κ.ά.), ενώ δεν αφήνει και πολλά περιθώρια σε μια πιο διαλεκτική, πολύπλοκη, νηφάλια σκέψη να εμφανιστεί στον ορίζοντα, βαφτίζοντάς την αυτόματα με τους επιθετικούς προσδιορισμούς που προκύπτουν από τα εξωτικά ονόματα· το πολωτικό σχήμα αναβαθμίζει έτσι τον εαυτό του σε ιδεολογία, δηλαδή σε εθελούσια αποκοπή από την πραγματικότητα με σκοπό την διατήρηση της καθαρότητας του σχήματος το οποίο η πραγματικότητα μπορεί να αλλοιώσει ή να του λειάνει έστω τις γωνίες.
Να πετάξουμε, λοιπόν, στα σκουπίδια τις μεταμοντέρνες θεωρίες μαζί με τις μαρξικές τους καταβολές; Όχι απαραίτητα. Να επαγρυπνούμε όμως μπροστά στους ιδεολογικούς κινδύνους, τους κινδύνους του φανατισμού και της μονομέρειας, που κρύβει κάθε σκέψη που διατηρεί ως συγκροτητικό της στοιχείο το σχήμα της πόλωσης γιατί είναι πολύ πιθανό, αν δεν σχετικοποιηθεί με τη λυδία λίθο της πολυπλοκότητας η οποία χαρακτηρίζει την πραγματικότητα, όπως μας διδάσκει ο Εντγκάρ Μορέν, να μας οδηγήσει σε ακραία και δύσβατα μονοπάτια. Στην περίπτωση της παγκοσμιοποίησης, είναι σαφής ο μονοδιάστατος χαρακτήρας της ανάλυσης. Η πολυπλοκότητα του φαινομένου αγνοείται, οι θετικές πτυχές παραλείπονται και προτάσσεται το θεώρημα της πειθάρχησης και της αστυνόμευσης ως εξηγητικό εργαλείο. Η δημοσιονομική πειθαρχία θεωρείται λίγο ως πολύ έκφανση μιας σαδίζουσας εξουσίας η οποία απαιτεί την απόλυτη συμμόρφωση στο όνομα μιας έννοιας ελέγχου που στη σκέψη του Φουκώ και των υποστηρικτών του αποκτά τη μυθική υπόσταση που έχει η έννοια του Κράτους στην κλασική αναρχική φιλολογία. Ο πανταχού παρών έλεγχος και η προσπάθεια πειθάρχησης του απείθαρχου και αυθορμήτως ρέποντος προς την εξέγερση πλήθους, λαού, έθνους κ.λπ. –επιλέξτε απόχρωση ανάλογα με τα γούστα σας-  του οποίου τη μυθολογική λαϊκιστική αγιογραφία κατασκευάζει ο μεταμοντέρνος νεο-αναρχισμός επιβάλλεται με όλα τα μέσα: με κάμερες παρακολούθησης, με αστυνόμευση, με την απαγόρευση του καπνίσματος στους δημόσιους χώρους και εσχάτως και με την απαίτηση δημοσιονομικής πειθαρχίας, ισοσκελισμένων προϋπολογισμών.

Η σκέψη αυτή είναι πριν απ’ όλα έωλη. Έχει τις ρίζες της στην προ του Μάη του ’68 ρητορική. Ένεκα της πνευματικής αδυναμίας του αριστερού λόγου να παράξει το καινούργιο και ένεκα της εμμονικής διατήρησης των επαναστατικών αξιώσεων του 19ου αιώνα, ο λόγος του Μάη διατηρείται ακέραιος και επιβάλλεται σε μία πραγματικότητα που είναι άρδην διαφορετική. Η ρητορική ενάντια στην εξουσία της αυθεντίας, η επίκληση μιας ελευθερίας χωρίς όρια του στυλ «τα θέλω όλα και τα θέλω τώρα», «να ζητάτε το αδύνατο» κ.λπ. έχει πάψει από καιρό να είναι επίκαιρη, ακόμα και λογική. Πρέπει να παραδεχθούμε ότι ο Μάης πέτυχε κατά τούτο: απέπεμψε από τη δημόσια και ιδιωτική ζωή κάθε έννοια αυστηρότητας και πειθαρχίας απορρίπτοντάς την ως εγγενώς πατριαρχική, εξουσιαστική και, στο τσακίρ κέφι, φασιστική. Φτάσαμε έτσι στα μεταμοντέρνα φληναφήματα του “anything goes” τουτέστιν στην ολοκληρωτική κατίσχυση ενός πλαδαρού σχετικισμού. Και ενώ ο Μανιτάκης αφήνει να αναφανεί διά του Κονδύλη πως κατανοεί την ελληνική ιδιαιτερότητα της αλεξιπτωτικής μετάβασης από τον ανατολικού τύπου κοτζαμπασισμό της τουρκοκρατίας στον σύγχρονο μετα-σοβιετικό κοτζαμπασισμό χωρίς το ενδιάμεσο, νεωτερικό στάδιο, μας πετάει ξαφνικά στα ρηχά νερά της νεγκρικής ιδεολογίας που έχει γεννηθεί σε άλλη βάση, στη βάση της άρνησης της αυστηρότητας μιας προτεσταντικής ηθικής σαν αυτή που για τον Βέμπερ γεννά τον καπιταλισμό και για τον Φρόυντ γεννά τις νευρώσεις. Ο καπιταλισμός-καζίνο όμως έπαψε να έχει και μεγάλη σχέση με την πρωκτικότητα και τη συσσώρευση, ενώ θυμίζει περισσότερο τα οργιαστικά πότλατς που εκθείαζαν οι καταστασιακοί. Η σπατάλη και η παραγωγή χρήματος βρίσκονται πλέον στο επίκεντρο· ούτε ο βεμπεριανός ούτε ο σουμπετεριανός επιχειρηματίας, αλλά ο κερδοσκόπος του Σίτι. Μετά το Μάη του ’68, όμως, μετά την εκπλήρωση δηλαδή του προτάγματός του για μια γενίκευση της ελευθερίας που φτάνει ως τα όρια της ασυδοσίας, ακόμα και του κωλοπαιδισμού, αυτή η επίκληση είναι πέρα από άκαιρη και επικίνδυνη. Το ζητούμενο δεν είναι πια η χαλάρωση της πειθαρχίας, αλλά η επανεφεύρεση του μέτρου που έχει χαθεί. Η καταναλωτική μανία στην οποία αναφέρεται πολύ ορθά ο Μανιτάκης δε μπορεί να συνάδει με τον υπέρμετρο περιορισμό, την αστυνόμευση και τον έλεγχο που υπονοείται ότι μας οδηγεί στην σημερινή παγκοσμιοποιημένη καταστροφή. Η σημερινή καταστροφή της οποίας μάλιστα την οικολογική διάσταση δεν πρέπει ποτέ να παραλείπουμε να τοποθετούμε στο κέντρο, οφείλεται στον αθρόο και άμετρο δανεισμό και στην αθρόα και άμετρη κατανάλωση, στην απεριόριστη σπατάλη που οδήγησε στο οικονομικό κραχ και πρόκειται να οδηγήσει και στο πιο τραγικό οικολογικό κραχ. Το ζητούμενο στην Ευρώπη της απεριόριστης ελευθερίας και της επιτρεπτικότητας δεν είναι η άρση των περιορισμών, αλλά η άρση της έλλειψης των περιορισμών. Το δημοκρατικό ερώτημα και το ερώτημα από την πλευρά της κατά Καστοριάδη αυτονομίας μπορεί να είναι το πως θα επανεφευρεθεί το μέτρο: θα επιβληθεί έξωθεν ή η κοινωνία θα κατακτήσει από μόνη της την ωριμότητα που απαιτεί η περίσταση; Γιατί ο περιορισμός των ελλειμμάτων, η αλλαγή του παραγωγικού και του καταναλωτικού προτύπου, η μείωση της κατανάλωσης, η εγκαθίδρυση μιας ισορροπίας μεταξύ αυτών που παράγουμε και αυτών που καταναλώνουμε αποτελούν οικολογικό, οικονομικό, πολιτικό και πολιτισμικό αίτημα.

Όλα τα παραπάνω είναι γνωστά στους πιο σοβαρούς παιδαγωγούς και παιδοψυχολόγους που αναγνωρίζουν στην γενικευμένη διάδοση της επιτρεπτικής εκπαίδευσης μια ασύμμετρη απειλή εξίσου σοβαρή με την απαγορευτική εκπαίδευση. Τα «παιδιά-τύραννοι» για τα οποία μιλούν με τρόμο, είναι αυτά που έχουν μάθει μόνο να ζητούν, να αρνούνται με κάθε μέσο κάθε συμβιβασμό και κάθε υπακοή, να εμμένουν στην ικανοποίηση των παράλογων –συνήθως καταναλωτικών- καπρίτσιων τους εκμεταλλευόμενα με τον τρόπο του ψυχολογικού εκβιασμού την αδυναμία και τις ενοχές των γονιών τους. Η έλλειψη του μέτρου, άλλωστε, μπορεί να συνδυαστεί σε ψυχαναλυτικό επίπεδο με την κατακρήμνιση της πατρικής φιγούρας ως συστήνουσας την αρχή της απαγόρευσης στο Υπερ-εγώ. Ίσως, μάλιστα, ο καθ’ όλα εκκεντρικός Ζακ Λακάν να το είχε προβλέψει λέγοντας στους εξεγερμένους του Μάη «αυτό που οραματίζεστε είναι ένας αρχηγός· ε, λοιπόν, θα τον έχετε» -όπου αρχηγός βάλε πατρική φιγούρα. Ασχέτως αν το αίτημα για μια πατρική φιγούρα -του Ντε Γκωλ διάττοντος- υπέβοσκε ως αποδιοπομπαίο, τα επόμενα χρόνια έγινε σαφές το αδιέξοδο στο οποίο οδηγεί η απώλεια του μέτρου όταν μεταφράζεται στο κοινωνιολογικό λεξιλόγιο και γίνεται κατανάλωση, ανομία, κενότητα του νοήματος κ.λπ.  Η υπέρβαση του μέτρου, του αυτοπεριορισμού και του περιορισμού, η άρνηση κάθε απαγόρευσης πέρα από το ότι σηματοδοτεί την αδυναμία συγκρότησης μιας ανθρώπινης κοινότητας καθώς μια τέτοια απαιτεί εκ των πραγμάτων ένα σύνολο κανόνων συνύπαρξης το οποίο δε μπορεί παρά να περιλαμβάνει αυστηρούς περιορισμούς και κυρώσεις, οριοθετεί και τον αντίποδα της αυτονομίας καντιανού ή καστοριαδικού τύπου όπου τα όρια τίθενται από το έλλογο υποκείμενο.

Συνοψίζω: η νεο-αναρχική ρητορική περί της γενίκευσης του ελέγχου και της πειθαρχίας δεν είναι καθόλου επίκαιρη στην εποχή της επιτρεπτικότητας. Θα προσθέταμε μάλιστα πως είναι τελειωτικά ασύμβατη με κάθε φιλελεύθερη αφήγηση που αποδέχεται πως στα φιλελεύθερα αντιπροσωπευτικά καθεστώτα οι πολίτες είναι σε μεγάλο βαθμό «υπεύθυνοι για την ιστορία τους», όπως το έλεγε ο Καστοριάδης, αφού έχουν την δυνατότητα να συμμετέχουν στην πολιτική και στη λήψη των αποφάσεων. Ακόμα κι αν η συμμετοχή αυτή δεν είναι άμεση όπως υπογραμμίζουν οι υποστηρικτές της άμεσης δημοκρατίας, δεν πρέπει -επί ποινή ολοκληρωτικής παράδοσης στις ιδεολογικές πομφόλυγες- να αγνοήσουμε τη σημαίνουσα διαφορά μεταξύ της απολυταρχίας ενάντια στην οποία ξιφουλκούσαν οι θεωρητικοί του αναρχισμού, ακόμα και ο Μαρξ δύο αιώνες πριν και της σημερινής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Μια τέτοια ρητορική είναι δε εντελώς ανεδαφική σε μια χώρα όπου έχει εισχωρήσει ελάχιστα το προτεσταντικό πνεύμα, η ηθική του μέτρου, του περιορισμού της αυτοσυγκράτησης και της ευθύνης. Ο συμφυρμός των φιλελεύθερων με τις αριστερίζουσες νεο-αναρχικές θεωρήσεις  πέρα από το ιδεολογικό έλλειμμα της αριστεράς το οποίο αναδεικνύει είναι πολλαπλά συσκοτιστικός· μπορεί να είναι χρήσιμος μόνο ως αφετηρία μετάβασης σε μια νέα οπτική που ρητά θα αφήσει πίσω τα ιδεολογικά βαρίδια του παρελθόντος και θα προχωρήσει σε μια πειστική και ρεαλιστική αφήγηση της πραγματικότητας.

Σχόλια

  1. Λεο

    Στο αρχικό κείμενο στο Arguments είχαμε μια συζητηση με τον Θ.Πολλάτο

    Δεν ξέρω αν εχει νοημα να ξαναγίνει αλλά ο Θ.Π βρίσκει αδυναμία του Μανιτάκη να θεμελιώσει την λογική του σε δυο διαφορετικές παραδόσεις, ενώ εγω νομίζω οτι αυτη ειναι η δυναμη του

    Ακομη ο ΘΠ βρίσκει ως μεταμοντέρνα διαχυση την προβληματικη του Νεγκρι και ισως και αλλων στοχαστων (Ζιζεκ Αγκαμπεν κλπ) ενω νομίζω οτι πρόκειται για την αναμενομενη πολυπρισματικότητα που απαιτεί η κριτική

    Ας μου επιτραπεί να επαναλαβω πως το κείμενο του Μανιτακη ίσως ειναι μοναδικό ντοκουμέντο , της συγκυρίας ανεξάρτητα για το πως κρινουμε τις αναφορές του.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Γιάννη
    την είδα και ίσως θα έπρεπε να την είχα ανεβάσει μαζί με το κείμενο. Η πολυπρισματικότητα είναι αναμφίβολα μια πραγματικότητα,και ενυπάρχει παντού από τα μεγάλα έως την άποψη για τη μεταρρύθμιση στην εκπαίδευση. ΘΑ συμφωνήσω στο τελευταίο:
    Ας μου επιτραπεί να επαναλαβω πως το κείμενο του Μανιτακη ίσως ειναι μοναδικό ντοκουμέντο , της συγκυρίας ανεξάρτητα για το πως κρινουμε τις αναφορές του.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Η συζήτηση που έγινε στην πρώτη δημοσίευση του κειμένου στο arguments μεταξύ του LLS, κατά κόσμο Γιάννη Παγιασλή και του Θανάση Πολλάτου.
    Για τη μεταφορά Leo:

    Submitted by Γ.Παγιασλής (χωρίς επαλήθευση) on Δευ, 12/05/2011 - 08:09.
    Απλώς για να συμβάλω στην πλοκή της συζήτησης επιτρέψτε μου να σημειώσω :


    Είναι ουσιαστικά αδύνατο η πιο "δογματικη" η "τελετουργική" αριστερά να υιοθετήσει τους Negri, Badiou,Zizek απλά γιατι :
    Ο Νεγκρι απορρίπτει ως ξεπερασμένει την εργασιακή θεωρία της αξίας,και τελικά το πληθος του είναι στον αντιποδα της "ταξης"
    Ο Badiou είναι δομικά κατά οποιασδήποτε πολιτικης οικονομίας κυρίως κατά της μαρξιστικής


    Ο Ζιζεκ προσφέρει τόσε πολλαπλες όψεις ,που στο τελος θα ζαλιστεί και ο ίδιος.


    Εκείνο που γίνεται είναι μια πολύ επιλεκτική και μερική χρήση διαφόρων κειμένων τους, αλλά οταν η συζήτηση "χοντραίνει" αναδύονται σοβαρές διαφωνείες


    ΄Με μια έννοια ο "μεταμοντερνος μαρξισμός" είναι πιο κοντα στον "ανταγωγινιστικό μεταρρυθμισμό" αλλά δυστυχώς και αυτός ο χωρος χαρακτηρίζεται από μια σχετική δυσανεξία προς τις ιδεολογικές αναζητήσεις, και έχει μπλεχτει στα δύκτια ενός τεχνικο΄- οικονομικού μεταρρυθμισμού σε στυλ think tank κεντροαριστερής κυβέρνησης
    Φιλικά
    Γ.Π

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. απάντηση
    Για τον Ζίζεκ δεν μπορεί να γίνει συζήτηση, τα έχει γράψει εδώ η Βάσω Κιντή. Θα επιμείνω στην προσπάθεια κατηγοριοποίησης που έκανα στο κείμενο ρωτώντας το εξής: είναι δυνατός ο συγκερασμός της φιλελεύθερης θέσης πως εδώ και τουλάχιστον έναν αιώνα ο "λαός" συμμετέχει ρητά στις πολιτικές αποφάσεις και της "ριζοσπαστικής" αξίωσης περί επανάστασης; Τι θα αλλάξει επαναστατικώ τρόπω ο ίδιος ο λαός; Αυτό που ο ίδιος δημιούργησε μέσω της συμμετοχής του στην πολιτική ζωή με τις εκλογές, στην κοινωνικοοικονομική ζωή με την κατανάλωση κ.λπ.; Θέλω να πω, είναι πραγματικά δυνατόν, χωρίς να προσφύγουμε σε συνομωσιολογικές και ανορθολογικές θεωρήσεις να διατηρήσουμε άθικτο τον πυρήνα της παραδοσιακής επαναστατικής σκέψης (θα γίνει επανάσταση επειδή υπάρχει εκμετάλλευση, κυριαρχία κ.λπ.) μαζί με την παραδοχή πως ζούμε πλέον σήμερα ( 2-3 αιώνες μετά τους παραδοσιακούς επαναστάτες) σε ένα φιλελεύθερο καθεστώς; Κάπου εδώ εντοπίζω την αδυναμία συγκερασμού και την ανυπέρβλητη αντίφαση, τις δύο βάρκες που γράφω στο κείμενο. Αυτά με δεδομένα πως αυτοί που χαρακτηρίζω μεταμοντένους νεο-αναρχικούς διατηρούν το παραδοσιακό επαναστατικό σχήμα, όπως εξηγώ, και αλλάζουν επιφανειακά τους όρους μιλώντας για εξέγερση, για πλήθη κ.λπ. Ήθελα να μου πείτε την άποψή σας ως καθ' ύλην αρμόδιος.


    Submitted by LLS (χωρίς επαλήθευση) on Δευ, 12/05/2011 - 19:03.
    Τωρα κατάλαβα την ένσταση.
    Δεν νομίζω όμως οτι υπάρχει σοβαρή αριστερή πολιτική δύναμη η οποία να αποδέχεται αυτου του τύπου την επανάσταση .
    Εάν υπηρχε έχετε δίκιο
    Θα πρότεινα να μην πάρουμε τοις μετρητοις τις διάφορες ρητορικες εξάρσεις που δεν ανήκουν στην πολιτική αλλα είναι μάλλον μορφές του ακραιου .
    Νομίζω ότι στην βάση αυτη δε διαφωνούμε .
    Χαιρετώ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. απάντηση
    Η αλήθεια είναι πως εγώ προέρχομαι από μια σχολή ελευθεριακών και καστοριαδικών επιρροών που έχει απορρίψει προ πολλού το εγελομαρξιστικό πλαίσιο, συνεπώς ξεκινάμε από διαφορετικές προκείμενες. Παρότι τα εργαλεία ανάλυσής μας είναι πολύ διαφορετικά, παρακολουθώ με ενδιαφέρον προσπάθειες όπως της LLS και νομίζω ότι ξεφεύγουν κατά πολύ από την περιρέουσα ατμόσφαιρα της πνευματικής νωθρότητας. Όσο για τη χρήση των μεταμοντέρνων στοχαστών από το "κίνημα", η αίσθησή μου είναι ότι αποθεώνονται υπέρμετρα και όχι ότι αγνοούνται. Η εξέταση πάντως των στοχαστών αυτών σε σχέση με την κλασσική αναρχική παράδοση, μπορεί να προσφέρει στην κατανόηση και των δύο.

    Φιλικά,
    Θ.Π.
    Submitted by Γ.Παγιασλής (χωρίς επαλήθευση) on Σάβ, 12/03/2011 - 23:17.
    Είναι ενδιαφέρον το σημείο που εντοπίζετε στο κείμενο του Μανιτάκη. Όντως εισάγει στοιχεία από δυο διαφορετικές παραδόσεις αλλά το κάνει επιλεκτικά. Δεν πρόκειται περί συμφυρμού αλλά για επιλεκτική σύνθεση. Νομίζω ότι γενικεύετε τις αναζητήσεις της σύγχρονης αριστεράς με την χρήση της ορολογίας του «μετανοντέρνου νέο αναρχισμού» σωρεύοντας διαφορετικά πράγματα.


    Σας διαφεύγει ότι ακριβώς οι Negri,Badiou,Agamben τυγχάνουν μιας πολύ επιφυλακτικής και επιμελημένα επιλεκτικής χρήσης από τους πολιτικούς φορείς της πιο «κινηματικής αριστεράς» .Αυτό γίνεται γιατί ακριβώς το σύνολο του έργου τους είναι πολύ πιο σφαιρικό και επινοητικό από ότι η τρέχουσα τυπολογία της ρουτίνας προσλαμβάνει. Ενδεικτικά ας αναφέρουμε ότι η ανάλυση του Negri τον οδήγησε να καλέσει σε Ναι στην πρώτη Ευρωπαϊκή Συνθήκη (Ζισκαρ Ντ’Εσταιν) και στην καθαρή προτίμηση προς τον «θεσμικό» Λούλα έναντι του λαϊκιστή Τσάβες.


    Βλέπετε την σύγχρονη αριστερή αναζήτηση μάλλον με την υπογραφή μερίδων μιας δογματικής αριστεράς , ενώ το έργο αυτό όντως στην ανοικτότητα του πλησιάζει με τις πιο γόνιμες πλευρές του φιλελευθερισμού. Εξ’ άλλου ο Μανιτάκης είναι σαφής ως προς τον Negri, αναφέρεται σε μια επιλεκτική ανάγνωση.


    Επιτρέψτε μου να δω το μέλλον της αριστεράς ακριβώς σε αυτή την σύνθεση ,απαλλαγμένη από προκαταλήψεις, μερικότητες, και ασύμμετρες οικειοποιήσεις

    Με εκτίμηση

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Ύστατος πόρος: Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι μια πρόταση για το μέλλον.

Βάσω Κιντή: Παραιτούμαι από μέλος της ΚΕ και αποχωρώ από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς

Κίμων Χατζημπίρος: Ατελέσφορη Οικολογία