του Αριστου Δοξιαδη* από Καθημερινή
Πριν από δύο χρόνια, ταξιτζήδες της Αθήνας έριχναν λάδια στους δρόμους του Πειραιά για να εμποδίσουν τα πούλμαν που έφερναν τους ξένους στα κρουαζιερόπλοια. Την ίδια εποχή, ταξιτζήδες της Ρόδου έδιωχναν από το δικό τους λιμάνι τους ακτιβιστές του ΠΑΜΕ, γιατί δεν ήθελαν να υπάρξει πρόβλημα με τις κρουαζιέρες. Γιατί;
Ας εντάξουμε τα περιστατικά σε μια γενικότερη ερώτηση. Τι κοινό έχουν από τη μια πλευρά μια εργαζόμενη σε φαρμακοβιομηχανία, ένας τυροκόμος, μια ταβερνιάρισσα σε νησί, ένας εργοδηγός στους λευκόλιθους, ένας αμπελοπαραγωγός στην Κορινθία, ένας εφοπλιστής με γραφείο στον Πειραιά και ένας ταξιτζής στη Ρόδο, και από την άλλη μια φαρμακοποιός, ένας δικηγόρος, μια ταμίας τράπεζας, ένας τεχνικός στη ΔΕΗ, μια λιανέμπορος ρούχων, ένας εργολάβος πολυκατοικιών, ένας βαμβακοπαραγωγός (κάτοχος «δικαιωμάτων») στην Καρδίτσα και ένας ταξιτζής στην Αθήνα;
Οι δύο αυτές ομάδες, τόσο ετερόκλητες εσωτερικά η καθεμιά, βρέθηκαν σε διαφορετικές πλευρές ενός μεγάλου ρήγματος στην ελληνική οικονομία: ανάμεσα στα επαγγέλματα που πασχίζουν να επιβιώσουν σε μια διεθνή και ανταγωνιστική αγορά (οι «διεθνώς εμπορεύσιμες» δραστηριότητες), και σε εκείνα που επιβιώνουν μέσα στην κλειστή εγχώρια αγορά («μη εμπορεύσιμα»). Επί τουλάχιστον τριάντα χρόνια η πρώτη ομάδα συρρικνωνόταν δραματικά, και η δεύτερη διογκωνόταν. Από τον εμπορεύσιμο τομέα χάθηκαν πολλά επαγγέλματα, ιδίως στη βιομηχανία - αυτά που αναγράφω υπάρχουν ακόμα αλλά είναι λίγα. Από τον μη εμπορεύσιμο, μέχρι το 2010, δεν χάθηκε σχεδόν τίποτε, και ο αριθμοί σχεδόν σε κάθε επάγγελμα μεγάλωναν.
Η διάβρωση του εμπορεύσιμου τομέα στην Ελλάδα ήταν ιδιαίτερα βαθιά, όπως φαίνεται από συγκριτικούς αριθμούς: επί είκοσι χρόνια είχαμε σε όλη την Ε.Ε. το μεγαλύτερο σωρευτικό έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο και τη μεγαλύτερη μετατόπιση ανθρώπων και εισοδημάτων σε μη εμπορεύσιμες δουλειές. Αν σήμερα δεν μπορούμε να αναχαιτίσουμε την ύφεση, σε αντίθεση με τις άλλες «υπό διάσωση» χώρες, είναι γιατί μας λείπουν οι εξωστρεφείς επιχειρήσεις. Καμιά οικονομία δεν αναπτύσσεται χωρίς εξαγωγές, και χωρίς εισαγωγές που τις πληρώνει με εξαγωγές. Και κανένας λαός δεν ευημερεί - τι να τα κάνεις τα νοσοκομεία αν δεν έχεις φάρμακα;
Το ρήγμα των δύο τομέων ήταν αφανές. Δεν ταυτιζόταν με τις γνωστές διαχωριστικές γραμμές της πολιτικής. Το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. είχαν τα προπύργιά τους σε διαφορετικούς χώρους, αλλά πάντα στις μη εμπορεύσιμες δραστηριότητες: το ΠΑΣΟΚ στην ΑΔΕΔΥ, στις ΔΕΚΟ, στην ΟΤΟΕ, δηλαδή στους μισθωτούς αυτού του τομέα. Η Ν.Δ. στους ελευθεροεπαγγελματίες γιατρούς και δικηγόρους, στους εμπόρους, στους ταξιτζήδες, στους φαρμακοποιούς - δηλαδή στους μικροεπιχειρηματίες του ίδιου τομέα. Και οι δύο είχαν στενή σχέση με μεγαλοεπιχειρηματίες, πάλι του ίδιου τομέα: εργολάβους, προμηθευτές όπλων και εξοπλισμού. Από τα μη εμπορεύσιμα επαγγέλματα προέρχονταν οι πιο δυναμικές κινητοποιήσεις και οι συνδικαλιστές που γίνονταν βουλευτές, σε όλα τα κόμματα. Ο τομέας χωρούσε και την αριστερά και τη δεξιά, προσλήψεις στο Δημόσιο και ιδιωτικά κέρδη.
Από τις εμπορεύσιμες δραστηριότητες δεν έβγαιναν θέματα στα δελτία, δεν έμπαιναν εκπρόσωποι στη Βουλή, δεν επηρεαζόταν η εργατική νομοθεσία, και δεν είχαν καμιά ιδιαίτερη στήριξη από το κράτος. Εκτός από μία: σχετική ανοχή για να μην πληρώνουν φόρους και να μην τηρούν πάντα τους νόμους. Δηλαδή, το κράτος νομοθετούσε για τους εσωστρεφείς κλάδους, και πότε πότε έκανε τα στραβά μάτια για τους εξωστρεφείς. Αλλά αυτή η ανοχή δεν ήταν αρκετή για να υπάρχουν ισχυρές επιχειρήσεις, που να μεγαλώνουν μέσα στις παγκόσμιες αγορές.
Η μεγάλη διαφορά των δύο τομέων δεν είναι αν η ιδιοκτησία τους είναι δημόσια, αν απαιτούν πολλά κεφάλαια, αν έχουν καλή οργάνωση και μεγάλες ιεραρχίες. Είναι αν το εισόδημά τους μπορεί να το προστατεύσει το εθνικό κράτος. Στους εμπορεύσιμους το κράτος δεν μπορεί, εκτός αν καταργήσει το ελεύθερο εμπόριο.
Η στρατηγική του επιχειρηματία των εμπορεύσιμων εστιάζεται στο ερώτημα: Είμαι καλύτερος και φθηνότερος από τον ξένο; Τι αλλαγές πρέπει να κάνω στο προϊόν και στην παραγωγή για να μη μου πάρουν την αγορά; Ακόμα και αν παράγω γραβιέρα για την ελληνική αγορά, πώς θα κρατήσω το κόστος μου σε λογική απόσταση από το εισαγόμενο τυρί; Ενώ ο μη εμπορεύσιμος επιχειρηματίας εστιάζει σε ερωτήματα όπως: Πόσες άδειες θα δοθούν σε ανταγωνιστές μου; Πόσες μέρες εκπτώσεων θα επιτραπούν φέτος; Τι περιθώριο κέρδους θα μου ορίσει το υπουργείο;
Το κράτος μας φρόντιζε επιμελώς να απαντά στα ερωτήματα της δεύτερης ομάδας, ενώ εμπόδιζε την πρώτη ομάδα να ανταποκριθεί στις προκλήσεις που αντιμετώπιζε. Ετσι, με τις δεκαετίες έσβησε σχεδόν παντού το όραμα της εξωστρέφειας. Αυτό φάνηκε στον Πειραιά, όπου ο ΟΛΠ λειτουργούσε ωσάν οι προβλήτες να ήταν μια υποδομή για την εσωτερική αγορά, και έπρεπε να έρθει η Cosco για να καταλάβουμε ότι μπορούν να γίνουν διεθνώς εμπορεύσιμοι.
Την ώρα που οι ταξιτζήδες της Αθήνας νοιάζονται πώς θα εισπράξει ο καθένας περισσότερα από την όποια ζήτηση των Αθηναίων, οι της Ρόδου νοιάζονται πώς θα αυξηθεί η συνολική ζήτηση υπηρεσιών για το νησί τους. Οι εσωστρεφείς συρρικνώνουν την πίτα, οι εξωστρεφείς πασχίζουν να φέρουν δουλειές και εισοδήματα στην Ελλάδα. Ποιοι είναι οι πατριώτες; Και ποια πολιτική δύναμη θα σταθεί δίπλα τους;
* Ο κ. Αρίστος Δοξιάδης (aristosd.posterous.com) είναι οικονομολόγος και στέλεχος εταιρείας venture capital. |
|
Κείμενα όπως αυτό μας βοηθούν να καταλάβουμε και να στήσουμε σιγά σιγά μια νέα αφήγηση για το πως η κοινωνία μας θα βγει από την κρίση. Όμως ανάλογα κείμενα, ανάλογες προσεγγίσεις απουσιάζουν εντελώς από το δημόσιο πολιτικό λόγο των κομμάτων. Και αυτή η έλλειψη στερεί από την κοινωνία τη δυνατότητα να δει φως στο βάθος του τούνελ. Θα είναι απ' ότι φαίνεται για μεγάλο διάστημα ακόμα έντονα πολιτικό το πρόβλημά μας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυθύμης Δημόπουλος
Τη συλλογιστική αυτή του Αρίστου την άκουσα από τον ίδιο εδώ και δύο χρόνια. Απόλυτα λογική και πραγματική. Τη βιώνουμε όλοι καθημερινά Κανένα κόμμα δεν την ενστερνίστηκε ποτέ , γιατί κανένα κόμμα δεν θέλει να δει την πραγματικότητα του κρατισμού ως την κύρια αιτία της έκπτωσης της χώρας. Ειδικά η Αριστερά που νομίζει ακόμα ότι μπορεί να αλλάξει το κράτος διατηρώντας την προνομιακή του θέση στην οικονομική και κοινωνική ζωή. Αλλά όσοι ζούμε και δουλεύουμε στο δημόσιο ξέρουμε ότι αυτό είναι αδύνατο. Ίσως για άλλες χώρες και άλλες νοοτροπίες να είναι εφικτό. Για την Ελλάδα όμως όχι. Υπάρχει μια παράδοση 150 χρόνων κρατικής διαφθοράς και συνδιαλλαγής του πολιτικού συστήματος με το κράτος. Αυτό μπορεί μόνο να σπάσει και όχι να μεταρρυθμιστεί.
ΑπάντησηΔιαγραφή