Θεσσαλονίκη – Σόφια, δύο τσιγάρα δρόμος



Λέλα Παπαγιαννοπούλου από τη Μεταρρύθμιση

Δύσκολα θα μπορέσει μη Θεσσαλονικιός, να καταλάβει πόσο σημαντική ήταν η χθεσινή μέρα για την πόλη. Η πορεία απο την πλατεία Ελευθερίας προς τον παλιο σιδηροδρομικό σταθμό, πάνω στα χνάρια των Εβραίων της Θεσσαλονικης, εμπεριείχε και μια μεγάλη συγνώμη για τον τρόπο που διαχειριστήκαμε όλα αυτά τα χρόνια τη συλλογική μας μνήμη, θάβοντάς την κάτω από μεγαλοπρεπείς αδριάντες του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Συγνώμη για όλα τα ένοχα μυστικά που απλώς τα σιγοψιθύριζαν οι πατεράδες και οι μανάδες μας και που αφορούσαν την αναδυόμενη οικονομικά, στις δεκαετίες του ’50 και του ’60, νέα τάξη προυχόντων στην πόλη, που σε μεγάλο βαθμό (έτσι έλεγαν, τουλάχιστον) χτίστηκε πάνω στις περιουσίες της εβραϊκής κοινότητας.
Πάρα πολλές φορές, ο μπαμπάς μου, μου είχε διηγηθεί τις σκηνές, έτσι όπως είχαν αποτυπωθεί και στο δικό του εφηβικό σκληρό δίσκο, μιας και ήταν αυτόπτης μάρτυρας (ο μεγαλύτερος αδερφός του είχε μαγαζί πάνω στην πλατεία Ελευθερίας, γωνία με Κατούνη). Πάντα είχε την απορία της τόσο εύκολης παράδοσης, της τόσο εύκολης αποδοχής. Πέρασαν πάρα πολλά χρόνια και η απορία του, που είχε γίνει και δική μου, λύθηκε, διαβάζοντας το «Ιστορία Αγάπης και Σκότους» του Άμος Οζ. Εκεί που περιγράφει το φοβισμένο περπάτημα των Εβραίων - που γράφει ότι πρώτα πατούσαν με τα δάχτυλα των ποδιών και έπειτα, σιγά-σιγά, ακούμπαγαν και το υπόλοιπο πόδι πάνω στη γη- περπάτημα που το διατήρησαν ακόμα και όταν ζούσαν πια στη δική τους χώρα.
Αυτόν τον ίδιο φόβο έβλεπα πάντα και στα μάτια της μαμάς του φίλου μου του Παύλου, μιας πολύ κεφάτης και ζωντανής γυναίκας, που μας έμαθε τα σεφαραδίτικα τραγούδια. Ήταν μία από αυτούς που κατάφεραν να γυρίσουν, χωρίς όμως να μπορεί ούτε λεπτό να ξεχάσει.
Ο φίλος μου ο Ζακ, μου διηγόταν μια άλλη, πολύ πολύ τρυφερή ιστορία: Τα μικρά εβραιόπουλα που γεννήθηκαν στις δεκαετίες του ’50 και του ’60, δεν είχαν παππούδες και γιαγιάδες, αφού οι ηλικιωμένοι ήταν τα πρώτα θύματα των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Η Κοινότητα, λοιπόν, αναγόρευσε τους ελάχιστους εναπομείναντες, σε παππούδες και γιαγιάδες όλων των πιτσιρικάδων, με τιμητική παρουσία σε γενέθλια, σχολικές γιορτές κ.λπ. Αντικαταστώντας έτσι τη γραμμή αίματος με τη γραμμή αγάπης.
Χθες, στη μεγάλη εικόνα μπήκε η πολυπολιτισμική Θεσσαλονίκη και ελπίζω εκεί να μείνει. Να ξαναπιάσει το κουβάρι της ιστορίας της από κει που το άφησε μερικές δεκαετίες πριν. Η ταυτότητα της πόλης, είναι η πρόσφατη ιστορία της και όχι οι στρατηλάτες που έζησαν δύο χιλιάδες χρόνια πριν.
Η Θεσσαλονίκη, μια τυπικά βαλκανική πόλη, με απρόσκοπτη ιστορία πίσω της, δεν έχει κανένα λόγο να γκρινιάζει και να μιζεριάζεται, να ανταγωνίζεται μια τεχνητά κατασκευασμένη πρωτεύουσα που αναμετριέται κάθε μέρα με το 2000 χρόνων ιστορικό της κενό. Έχει τη δική της αυτόνομη διαδρομή, το δικό της αφήγημα, τη δική της ενδοχώρα -κάπου εκεί, προς το βορρά της- που μπορούν να στηρίξουν το παρόν και το μέλλον της.
Υ.Γ. Σήμερα, για τη Θεσσαλονίκη είναι μια άλλη μέρα και από το πρωί στριφογυρνάει στο μυαλό μου εκείνο το παλιό φοιτητικό μας αίτημα για τα διαβατήρια στα Τέμπη…

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Ύστατος πόρος: Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι μια πρόταση για το μέλλον.

Βάσω Κιντή: Παραιτούμαι από μέλος της ΚΕ και αποχωρώ από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς

Κίμων Χατζημπίρος: Ατελέσφορη Οικολογία