Μετά το σούρουπο και πριν την αυγή


του Στάθη Κουρνιώτη

Ένα μακροβούτι στην πραγματικότητα

Η ανεργία έχει ανέλθει στο 27% που μεταφράζεται σε 1,32 εκατομμύρια ανέργους. Τα χειρότερα νούμερα που έχουν καταγραφεί στην ελληνική οικονομία από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 αλλά τότε η ανεργία δεν καταγράφονταν αξιόπιστα και όσοι περίσσευαν στην αγορά εργασίας ξενιτεύονταν. Η μετανάστευση ελλήνων στην Γερμανία αυξήθηκε κατά 40% σε σχέση με το 2011. Ο αριθμός των απασχολούμενων είναι περίπου 3,6 εκατ. άνθρωποι σε ένα σύνολο πληθυσμού που εκτιμάται σε περίπου 10,5 εκατομμύρια. Αντίστοιχες αναλογίες παρατηρούνται μόνο σε χώρες της υποσαχάριας Αφρικής αλλά και σε ευρωπαϊκές χώρες την εποχή της μεγάλης κρίσης του μεσοπολέμου. Η ανεργία είναι σχεδόν 40% για ηλικίες έως 35 ετών. Μια ολόκληρη γενιά ανθρώπων μένει εκτός αγοράς εργασίας. Από όσους τυπικά εργάζονται, ένα σημαντικό ποσοστό είτε εργάζεται σε αδήλωτη θέση (εκτιμάται ότι η εισφοροδιαφυγή ξεπέρασε το 40% το 2012) είτε παραμένει απλήρωτο λόγω προβλημάτων ρευστότητας της επιχείρησης, είτε και τα δύο.

Η οικονομία συνεχίζει να βρίσκεται σε βαθιά ύφεση. Το ΑΕΠ μειώθηκε το 2012 κατά 7,1% ενώ η μείωση συνεχίστηκε και το πρώτο τρίμηνο του 2013 και καταγράφηκε σε 5,3%. Συνολικά, από το 2008, η ελληνική οικονομία έχει χάσει περισσότερα από 43 δις ευρώ, η μεγαλύτερη απώλεια ΑΕΠ από την εποχή του 2ου παγκόσμιου πολέμου. Ο κλάδος των κατασκευών εξαφανίστηκε από την ελληνική οικονομία (13,9 δις ευρώ το 2008 – λιγότερα από 3 δις ευρώ το 2013, συνολική μείωση 80%) παρασύροντας μαζί του πολλούς κλάδους της μεταποίησης που στηρίζονταν σε αυτόν. Το εμπόριο μειώθηκε κατά 28% μεταξύ των ετών 2008 – 2012, οδηγώντας στο κλείσιμο πολλές χιλιάδες μικρών επιχειρήσεων. Κανένας οικονομικός κλάδος δεν κατάφερε να διατηρήσει την παραγωγή του. Η αγροτική παραγωγή που θεωρήθηκε γενικά περισσότερο προστατευμένη λόγω αφενός της μικρότερης ελαστικότητας στη ζήτηση τροφής και των μεγαλύτερων δυνατοτήτων εξαγωγών, μείωσε την παραγωγή της κατά 10,5% (από 6,4 δις ευρώ το 2008 σε 5,7 δις ευρώ το 2012). Ο κλάδος των επιστημονικών και τεχνικών δραστηριοτήτων, εκεί δηλαδή όπου το ανθρώπινο κεφάλαιο θεωρείται ότι παίζει ιδιαίτερο ρόλο και θεωρείται ότι αποτελεί συγκριτικό πλεονέκτημα της Ελλάδας, βούλιαξε κατά 27,8% (από 11,4 δις ευρώ το 2008 στα 8,22 δις ευρώ το 2012)

Στην Ελλάδα, έχει εμπεδωθεί για τα καλά ένα φασιστικό – ρατσιστικό κίνημα με πολιτική έκφραση στο κοινοβούλιο. Στις τελευταίες εκλογές, η Χ.Α. έλαβε περίπου 6% των ψήφων και εξέλεξε 18 βουλευτές στη Βουλή. Έκτοτε, συνεχόμενες δημοσκοπήσεις δείχνουν συνεχιζόμενη αύξηση της επιρροής του φασιστικού – ρατσιστικού αυτού κόμματος που έχει ξεπεράσει πλέον το 10% των ψηφοφόρων. Με άλλα λόγια, περισσότεροι από 800.000 έλληνες θεωρούν ότι τουλάχιστο εν δυνάμει θα αντιπροσωπεύονταν πολιτικά από ένα κίνημα που θα καταργήσει τη δημοκρατία και το σύνταγμα, θα αποβάλλει με τη βία όλους τους μετανάστες από την Ελλάδα και θα θέσει εκτός νόμου κοινωνικές μειονότητες. Παράλληλα, συνεχίζεται να καταγράφεται αύξηση των κρουσμάτων ρατσιστικής βίας σε όλη τη χώρα. Τα κρούσματα ρατσιστικής βίας που καταγράφηκαν το 2012 ήταν αυξημένα κατά 20% σε σχέση με το 2011. Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, οι δράστες λειτούργησαν ως ομάδες νέων 20 – 30 ετών. Η αύξηση αυτή παρατηρείται αν και την ίδια χρονιά είχαμε ελαχιστοποίηση της εισόδου νέων μεταναστών στη χώρα, αναχώρηση από την Ελλάδα ή εκπατρισμό ή εγκλεισμό πολλών από αυτούς σε «κέντρα φιλοξενίας» με αποτέλεσμα την ορατή μείωση των μεταναστών στα κέντρα των μεγάλων πόλεων και ειδικά της Αθήνας.

Μπορεί να θεωρηθεί ότι η τυπική έναρξη της κρίσης ήταν το Μάιο του 2010, οπότε και ο τότε πρωθυπουργός ανακοίνωσε την προσφυγή της χώρας στο ΔΝΤ. Ήδη από τότε, τρία χρόνια πριν, είχαν αναγνωριστεί από όλους μια σειρά από στρεβλώσεις που έπρεπε να διορθωθούν, ως αναγκαίες συνθήκες για να προχωρήσει η χώρα σε μια προσπάθεια εξόδου από την κρίση.

Ωστόσο, οι μεταρρυθμίσεις που έχουν καταγραφεί στη δημόσια διοίκηση είναι εξαιρετικά περιορισμένες σε σχέση με αυτές που έχουν θεωρηθεί ως αναγκαίες. Τα νέα οργανογράμματα των υπουργείων δεν είναι ακόμη έτοιμα και δεν έχουν ανακοινωθεί. Δεν έχει μειωθεί αισθητά ο χρόνος απονομής δικαιοσύνης. Δεν έχουν ενδυναμωθεί οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους όσο αφορά την φοροδιαφυγή και την εισφοροδιαφυγή. Συνεχίζουν να λειτουργούν μικρές ή μεγάλες συντεχνίες που αρνούνται κατηγορηματικά να εφαρμόσουν τις αλλαγές που κατά καιρούς έχουν ανακοινώσει οι τελευταίες κυβερνήσεις, με χαρακτηριστικά παραδείγματα την τριτοβάθμια εκπαίδευση και την τοπική αυτοδιοίκηση. Το σχέδιο ΑΘΗΝΑ προβλέπει τη λειτουργία 34 ιδρυμάτων (ΑΕΙ και ΤΕΙ) σε περίπου 50 πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά της Ελλάδας και αυτό θεωρήθηκε η μεγαλύτερη δυνατή μεταρρύθμιση που θα μπορούσε να γίνει για αναστραφεί η κοινωνική αντίληψη που θεωρεί τους σπουδαστές ως πηγή παραγωγής πλούτου. Πρόσφατα, τροποποιήθηκε ο νόμος του 2010 (νόμος Ραγκούση) για τον οικονομικό έλεγχο των υποψήφιων στις εκλογές και ουσιαστικά μηδενίστηκαν όλα τα πρόστιμα που είχαν επιβληθεί με βάση το νόμο αυτό σε υποψήφιους των εκλογών για ΟΤΑ του 2010. Παρά το γεγονός ότι στατιστικές μελέτες δείχνουν ότι στο 90% των Καλλικρατικών Δήμων και στο σύνολο των Περιφερειών, η εκλογική νίκη πήγε στον υποψήφιο που ξόδεψε τα περισσότερα χρήματα.

Το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας συνεχίζει να καταρρέει, τόσο όσο αφορά τις συντάξεις όσο και τις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας. Το σύστημα υγείας δεν διαθέτει ικανό αριθμό γιατρών και υπάρχουν ολόκληροι νομοί όπου δεν παρέχονται βασικές ειδικότητες ιατρικές ειδικότητες. Το σωρευτικό έλλειμμα του ασφαλιστικού συστήματος θα ξεπεράσει τα 16 δις ευρώ το 2013, αυξημένο σε σχέση με το 2012. Η μέχρι τώρα μείωση των συντάξεων και των εφάπαξ και η ταυτόχρονη αύξηση των εισφορών τουλάχιστο σε κάποια ταμεία και του απαιτούμενου χρόνου εργασίας για τη συνταξιοδότηση, βοήθησαν μεν να αποτραπεί η άμεση κατάρρευση αλλά δεν έλυσαν το ασφαλιστικό πρόβλημα που, ακόμη και αν λυθεί το πρόβλημα της εισφοροδιαφυγής, θα ξανατεθεί επί τάπητος τα επόμενα χρόνια. Ένας πόλεμος γενεών φαίνεται να σωβεί μεταξύ των εργαζόμενων που θεωρούν ότι δεν θα καταφέρουν λάβουν ποτέ σύνταξη και των συνταξιούχων που θεωρούν ότι έχουν δουλέψει τα χρήματα που λαμβάνουν ως σύνταξη.


Η οικονομική κρίση ξέσπασε το 2008 (τότε άρχισε υποχωρεί το ΑΕΠ) και έχει μετατραπεί σε πολιτική και κοινωνική κρίση. Οι προβλέψεις για τις επιδόσεις της οικονομίας τους επόμενους 18 μήνες δεν προοιωνίζουν αισθητή βελτίωση. Οι περισσότεροι εύχονται ότι τα πράγματα δεν θα γίνουν χειρότερα, ότι η κρίση έφτασε σε ένα κάτω όριο. Ωστόσο, αυτό το κάτω όριο είναι πολύ κάτω και φαίνεται ότι η κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα εν γένει δίνουν μια μάχη με το χρόνο. Είναι ενδιαφέρον να σκεφτεί κανείς ότι το μοναδικό όπλο των συστημικών πολιτικών κομμάτων (συμπεριλαμβανομένου του ΣΥΡΙΖΑ) στη μάχη αυτή είναι η τοποθέτησή τους απέναντι στα διαδοχικά μνημόνια, τους όρους δηλαδή των συμβάσεων που υπογράφει η χώρα προκειμένου να χρηματοδοτήσει το χρέος της και να μην πτωχεύσει. Τα τρία μνημόνια που έχει υπογράψει μέχρι τώρα η χώρα, αποτελούν το κομβικό σημείο της μεταξύ τους πολιτικής αντιπαράθεσης. Παράλληλα, το ευρώ και υπό την ευρεία έννοια η συμμετοχή στο άρμα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, αποτελεί αντίστοιχα το κομβικό σημείο αντιπαράθεσης μεταξύ των συστημικών και μη-συστημικών κομμάτων, με τα τελευταία να έχουν συλλογικά μια πρωτοφανή πολιτική επιρροή στην ελληνική κοινωνία.

Ποιο όμως είναι το πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας και δεν μπορεί να αντισταθεί στην κρίση και να παράγει τα αντισώματα που θα την βγάλουν από αυτή;

Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και για περίπου τριάντα χρόνια, η Ελλάδα λειτούργησε ως κράτος έκτακτης ανάγκης. Το άνοιγμα της κοινωνίας και της οικονομίας την δεκαετία του 1960, που ακολουθούσε αντίστοιχες πορείες των υπόλοιπων ευρωπαϊκών κρατών, δυστυχώς διακόπηκε βίαια. Μετά τη μεταπολίτευση, η Ελλάδα λειτούργησε ως μια δημοκρατία μικροαστών για περίπου 35 χρόνια. Οι μικροαστοί αυτής της χώρας επένδυσαν τα κέρδη τους κυρίως σε δύο πράγματα που κατά την ιστορική τους μνήμη και την κρίση τους, θα μπορούσαν να τους προστατεύσουν από μελλοντικές περιπέτειες. Το πρώτο είναι η ακίνητη περιουσία. Το δεύτερο είναι η εκπαίδευση.

Η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ευρώπη, έχει δημοσιευτεί ότι ξεπερνά το 80%. Η Ελλάδα έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ιδιοκτησίας εξοχικής κατοικίας στην Ευρώπη, ξεπερνά το 18% σε μια χώρα όπου μπορεί κανείς να βρεθεί στην εξοχή μετά από διαδρομή το πολύ μιας ώρας από το σπίτι του, όπου και αν κατοικεί. Η ακίνητη περιουσία αποτελεί μια βοηθητική πηγή προσόδου για ένα μεγάλο ποσοστό ελλήνων. Αυτή η πρόσοδος δεν αφορά μόνο την εκμετάλλευση διαμερισμάτων κατοίκησης. Σε πολλές περιπτώσεις αφορά την ενοικίαση αγροκτημάτων καθώς ένα μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων που μετακινήθηκαν στις πόλεις πριν από δεκαετίες διατηρεί την οικογενειακή περιουσία σε κάποιο χωριό. Αφορά ακόμη επαγγελματικά ακίνητα που περιλαμβάνουν οτιδήποτε από καταστήματα, διαμερίσματα γραφείων, αποθήκες έως και περίπτερα. Το γεγονός ότι η απόκτηση ακίνητης περιουσίας αποτελεί βασικό επενδυτικό στόχο όλων των ελλήνων μικροαστών, εξηγεί εν πολλοίς την αναρχία που επικρατεί στα πολεοδομικά και χωροταξικά ζητήματα.
Το δεύτερο πράγμα στο οποίο επενδύουν οι μικροαστοί είναι η μόρφωση των παιδιών τους. Στην Ελλάδα ανθεί η φροντιστηριακή εκπαίδευση, είτε αφορά την ενισχυτική διδασκαλία που προετοιμάζει για τις πανελλήνιες εξετάσεις, είτε αφορά την απόκτηση επιπλέον δεξιοτήτων σε ένα τεράστιο εύρος που περιλαμβάνει τις ξένες γλώσσες, τον αθλητισμό και τις τέχνες. Ή Ελλάδα έχει σχετικά με τον πληθυσμό της ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά νέων ανθρώπων που ξενιτεύονται με αποκλειστικό σκοπό να σπουδάσουν σε κάποιο πανεπιστήμιο του εξωτερικού. Εκτιμάται ότι το 2011 και ενώ η οικονομική κρίση είχε ήδη ξεκινήσει, περίπου 35.000 έλληνες σπούδαζαν στο εξωτερικό. Αυτό εξηγεί εν μέρει και τη δημιουργία ενός τεράστιου αριθμού πανεπιστημίων και ΤΕΙ. Η Ελλάδα έχει έναν αριθμό ανθρώπων που εργάζονται στις διάφορες μορφές φροντιστηριακής παιδείας που είναι αντίστοιχος με το σύνολο των εργαζομένων στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Το αποτέλεσμα είναι μια φαινομενικά δημόσια αλλά στην πραγματικότητα ιδιωτική εκπαίδευση.

Στην Ελλάδα, οι μικροαστοί, δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας, δημιούργησαν ένα σύστημα που συνολικά διαιωνίζει την κοινωνική, πολιτική και οικονομική τους εξουσία. Ένα σύστημα που εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο τρόπο τις δυνατότητες που προφέρουν οι κοινοτικές χρηματοδοτήσεις, οι πολύ μικρές επιχειρήσεις, τα ελευθέρια επαγγέλματα, οι μικρές πρόσοδοι και ο συνδυασμός διαφορετικών πηγών εσόδων εντός της οικογένειας. Το σύστημα αυτό χαρακτηρίζει συνολικά την κοινωνία σε όλες τις εκφάνσεις της. Περιλαμβάνει τα «κλειστά» επαγγέλματα που εγγυώνται αντικείμενο εργασίας, τη κρατική ή και ιδιωτική γραφειοκρατία που απαιτεί τις υπηρεσίες ενδιάμεσων (δικηγόρων, μηχανικών, λογιστών), τη διάχυση της καταλήστευσης του φυσικού και ορυκτού πλούτου σε πολλές μικρές περιπτώσεις, την έλλειψη ελεγκτικών μηχανισμών που επιτρέπει την εισφοροδιαφυγή στις οικογενειακές επιχειρήσεις, την απόκρυψη εισοδημάτων και ακινήτων, την παράκαμψη της πολεοδομικής νομοθεσίας και την παραγωγική εκμετάλλευση των μεταναστών που υποβιβάστηκαν σε ένα καθεστώς που δεν μπορεί μεν να ονομαστεί δουλοκτησία, ωστόσο θα ήταν απεχθές για έναν έλληνα ακόμη και την περίοδο του κράτους έκτακτης ανάγκης. Αυτό το σύστημα διασφαλίζει ένα κέρδος που εξασφαλίζει μια σχετικά άνετη οικογενειακή ζωή. Δεν επιτρέπει όμως τη συσσώρευση μιας κρίσιμης ποσότητας κεφαλαίου που θα μπορούσε στη συνέχεια να γίνει ανταγωνιστική παραγωγική επένδυση, να παράξει δηλαδή υπηρεσίες και προϊόντα ανταγωνιστικά αυτών που παράγονται στις χώρες – εμπορικούς εταίρους της Ελλάδας, να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και κέρδος από εκμετάλλευση υπεραξιών, να παράξει καινοτομία, ως απαιτούμενη παράμετρο για τη διατήρηση του ποσοστού κέρδους, να αναζητήσει επενδυτικούς εταίρους στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία, να επιδιώξει δηλαδή όλα εκείνα που επιδιώκουν οι αστικές τάξεις των υπόλοιπων ευρωπαϊκών κρατών. Με άλλα λόγια, στην Ελλάδα δεν έγινε δυνατό να δημιουργηθεί μια σοβαρή ως προς το μέγεθός της αστική τάξη. Έτσι, οι όποιες αποδόσεις των μικρών επιμέρους κεφαλαίων είτε ξοδεύονται για την εισαγωγή προϊόντων και υπηρεσιών που δεν μπορεί να παράξει η χώρα είτε δεσμεύονται σε ακίνητη περιουσία. Η κρισιμότητα της ακίνητης αυτής περιουσίας φαίνεται άλλωστε τόσο στις προσπάθειες της κυβέρνησης αποκτήσει έσοδα από την πώληση ακινήτων όσο και από την αντίληψη ότι μια παράμετρος εξόδου από την κρίση θα ήταν οι διεθνείς επενδύσεις σε ελληνικές εξοχικές κατοικίες. Αυτό ξέρουμε, αυτό εμπιστευόμαστε. Είναι χαρακτηριστικό ότι η μικροαστική αντίληψη στην κοινωνία και στην οικονομία δεν μπορεί να δει προς τα έξω αλλά μόνο προς τα μέσα. Σε πρόσφατη δημοσκόπηση, η πλειοψηφία των ελλήνων γονιών απάντησαν ότι θα ενθάρρυναν τα παιδιά τους να επιστρέψουν στις αγροτικές καλλιέργειες, στη λογική του ότι όποιος έχει ένα χωραφάκι δεν θα πεινάσει ποτέ ή ακόμη στην ενθύμηση ενός όχι πολύ μακρινού παρελθόντος κατά το οποίο η ελληνική παραγωγή ήταν κατά βάση αγροτική, θα ερμήνευα εγώ.
Αλλά ας μην απελπιζόμαστε. Η ίδια αδιέξοδη κατάσταση ισχύει σε διαφορετικό βαθμό σε πολλές χώρες της Ευρώπης, κυρίως στο νότο, και ενδεχομένως σε αρκετές χώρες της βόρειας Αφρικής, αν και στις τελευταίες το πρόβλημα είναι περίπου αντίστροφο από το ευρωπαϊκό.
Όταν ενέσκυψε η κρίση, η ελληνική μικροαστική δημοκρατία κράτησε την αναπνοή της ελπίζοντας ότι θα μπορέσει να ανταπεξέλθει στο απαιτούμενο μακροβούτι για να επανέλθει με σχετικά περιορισμένες απώλειες. Αλλά, σε καμία περίπτωση δεν ήταν διατεθειμένη να αλλάξει ριζικά το σύστημα οργάνωσης που ακολουθεί μέχρι σήμερα. Οι όροι των μνημονίων που επιβλήθηκαν από την Ε.Ε. και το ΔΝΤ έδειξαν καθαρά το όριο στο οποίο είχε φτάσει το ελληνικό σύστημα. Οι βασικοί όροι των μνημονίων δεν αφορούν τον εξορθολογισμό αλλά ουσιαστικά παραπέμπουν στην ακύρωση του συστήματος. «Άνοιγμα» επαγγελμάτων, κατάργηση γραφειοκρατίας και διαφθοράς, δημιουργία ελεγκτικών μηχανισμών. Τα μνημόνια έχουν όμως ένα δομικό πρόβλημα. προτρέπουν στην κατάργηση του υπάρχοντος συστήματος αλλά δεν περιλαμβάνουν τον αντικαταστάτη τους, τουλάχιστο όχι με πολιτικούς όρους. Αυτό είναι δουλειά της ελληνικής κοινωνίας, είναι δουλειά του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Αλλά το ελληνικό πολιτικό σύστημα αποτελεί από μόνο του ένα «κλειστό» επάγγελμα. Μια αυτόνομη ψευδο – τάξη, ένα «στρώμα» της ελληνικής μικροαστικής δημοκρατίας. Και ως τέτοιο, αδυνατεί να υπερβεί τον εαυτό του με την αυτο-ακύρωσή του. Αυτή η στάση του δεν σημαίνει ότι τελικά θα αποφύγει τη δομική του αναδιάρθρωση έτσι ώστε τελικά να υπάρξει μια κάποια αντιστοιχία ταξικής οργάνωσης και πολιτικής έκφρασης, όταν τελικά διαφανεί ποια θα είναι αυτή η νέα ταξική οργάνωση. 

Η ΝΔ πιστεύει ότι θα μπορέσει τελικά να σώσει το βασικό πυρήνα λειτουργίας της ελληνικής μικροαστικής δημοκρατίας και σε αυτό ποντάρουν οι υποστηριχτές της. Στην αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε ο χώρος υποδοχής όλων εκείνων των μικροαστών που στο παρελθόν αποτελούσαν τη ραχοκοκαλιά του ΠΑΣΟΚ. Αποτελούν το πιο «σκληρό» κομμάτι του συστήματος με την έννοια ότι δεν υποχωρούν ούτε σε εκείνες τις αλλαγές τις οποίες έχουν δεχτεί οι υποστηριχτές της ΝΔ. Το ΠΑΣΟΚ, που κυρίως εξύφανε και στη συνέχεια εκπροσώπησε πολιτικά αυτό το σύστημα, έχει πτωχεύσει. Στην κυριολεξία, όχι μεταφορικά. Κανείς όμως δεν φαίνεται να διαθέτει ένα πραγματικό πολιτικό σχέδιο που καταλήγει σε ένα στόχο για την πορεία της χώρας εκτός του υφιστάμενου συστήματος αλλά και μακριά από ιστορικά αδιέξοδα όπως είναι ο φασισμός και οι διάφορες σταλινικές στρεβλώσεις της αριστεράς.

“η πολιτική διεισδύει στην οικονομία όχι τόσο μέσω των διαδικασιών της παραγωγής και της επικοινωνίας όσο μέσω του προβλήματος της κατανομής”
(Π. Κονδύλης, εφ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 16-3-1997)

Δεν υπάρχει μια μονοσήμαντη απάντηση για το καλύτερο πολιτικό σχέδιο για την έξοδο της χώρας από την κρίση, τόσο με την έννοια των αποτελεσμάτων της εφαρμογής του όσο και με την έννοια της αποδοχής του από την κοινωνία. Αποτελεί ένα πολύπλοκο μίγμα πολλών παραγόντων που περιλαμβάνουν την κατανόηση της υφιστάμενης κατάστασης, την εκμετάλλευση πιθανών εθνικών και παραγωγικών πλεονεκτημάτων, τις διεθνείς συμμαχίες, την επικοινωνία του σχεδίου στην κοινωνία, το χαρακτήρα εκείνων που θα αναλάβουν την ευθύνη να το καταστρώσουν, να το προπαγανδίσουν και τελικά να το υλοποιήσουν. Η νέα πορεία της ελληνικής κοινωνίας δεν μπορεί να υπολογιστεί εκ των προτέρων με ένα μηχανιστικό τρόπο. 

Ένα πολιτικό σχέδιο για να λειτουργήσει, πέρα από όποιες άλλες παραμέτρους, θα πρέπει να λάβει υπόψη του και να χρησιμοποιήσει προς όφελός του τις δομές που, αναγκαστικά, έχουν δημιουργηθεί εξαιτίας της συμμετοχής της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπό αυτή την οπτική, απαντάται ήδη με ρητό τρόπο το θέμα των διεθνών συμμαχιών. Η Ελλάδα δεν έχει άλλη διέξοδο παρά να συνεχίσει και να εντείνει την υπεράσπιση των γεωπολιτικών συμφερόντων της μέσα από την ενεργή συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό θα πρέπει να ισχύει αξιωματικά, ανεξάρτητα από τη διαδρομή που θα ακολουθήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η μόνη πιθανή αλλαγή θέσης θα προέλθει μόνο από μια μελλοντική διάλυση της Ε.Ε., αν και όταν κάτι τέτοιο θεωρηθεί ποτέ δυνατό. Αυτή η θέση σημαίνει ότι η Ελλάδα πρέπει να συμμετέχει ενεργά, να συνδιαμορφώνει και να προωθεί δικά της συμφέροντα στην Ε.Ε., μια διαδικασία που ακολουθούν οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης και σίγουρα όλες όσες διεκδικούν συμμετοχή στις αποφάσεις και όχι απλά συμμετοχή στην πίτα του κοινοτικού προϋπολογισμού.

Η πολιτική δεν μπορεί να καθορίσει άμεσα τις οικονομικές εξελίξεις. Δεν μπορεί για παράδειγμα να διατάξει την υλοποίηση επενδύσεων. Όταν φαίνεται ότι το κάνει, στην ουσία διαπραγματεύεται τους όρους μιας επένδυσης που ο ενδιαφερόμενος ήθελε ήδη να υλοποιήσει. Αυτά όμως που η πολιτική μπορεί να κάνει, αποτελούν τρεις βασικούς πυλώνες για τη λειτουργία της οικονομίας. Ο πρώτος πυλώνας είναι η παροχή εκείνων των υπηρεσιών που θα διασφαλίσουν ότι η κοινωνία μπορεί όχι μόνο να λειτουργεί και να αναπαράγεται αλλά και να βελτιώνει συλλογικά τις ικανότητές της. Στις υπηρεσίες αυτές, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνονται η παιδεία, η υγεία και η κοινωνική ασφάλιση, η τελευταία με την ευρεία έννοια ύπαρξης ενός κοινωνικού κράτους και όχι μόνο ενός ασφαλιστικού συστήματος. Η αναγκαιότητα παροχής αυτών των υπηρεσιών είναι αποδεκτή από όλο το πολιτικό φάσμα. Αυτό που διαφέρει είναι οι στρατηγικές υλοποίησής τους και, τελικά, η αποτελεσματικότητα κάθε στρατηγικής.
Στον δεύτερο πυλώνα περιλαμβάνεται η δυνατότητα του κράτους να παρέχει ένα σχετικά απλό, σαφές, και σταθερό περιβάλλον ισοννομίας για να λειτουργήσει η οικονομία. Και αυτή η υποχρέωση του κράτους έχει αναλυθεί διεξοδικά στην αρθρογραφία όλου του πολιτικού φάσματος. Ωστόσο, διαφορετικές ταξικές οπτικές εμποδίζουν τις γρήγορες και ριζοσπαστικές αλλαγές που απαιτείται να γίνουν προς αυτή την κατεύθυνση. Στην πραγματικότητα, η ακολουθούμενη πολιτική στρατηγική παρέχει απλό, σαφές και σταθερό περιβάλλον σε εκείνους τους οποίους θεωρεί συμμάχους της. Το κάνει για παράδειγμα εξακολουθώντας να παρέχει, σε μεγάλο βαθμό, ουσιαστική φορολογική ασυλία σε μικρές επιχειρήσεις και ελευθέρια επαγγέλματα που αποτελούν προνομιακό πεδίο παραγωγικής οργάνωσης των ελλήνων μικροαστών. Για να αλλάξει αυτό θα πρέπει να αλλάξουν οι συμμαχίες που θα επιλέξει η πολιτική πρόταση για τη διαχείριση της χώρας. Ενδεχομένως, η δημιουργία ενός σταθερού περιβάλλοντος να μην είναι δυνατό να επιβληθεί σε πρώτο χρόνο σε όλη την κοινωνία αλλά θα μπορούσε να επιδιωχθεί για επιμέρους τμήματα της παραγωγικής μηχανής, με την ελπίδα ότι εκείνες οι κοινωνικές ομάδες που θα συμμετάσχουν θα έχουν τέτοιο όφελος ώστε τελικά να γίνουν κυρίαρχες και να αλλάξουν τη συνολική δομή της οικονομίας. 

Τελικά, οι όποιες νέες συμμαχίες θα καθοριστούν από την λειτουργία του τρίτου πυλώνα που αφορά την κατανομή του πλούτου. Οι μηχανισμοί κατανομής του πλούτου και, στην σημερινή κατάσταση της Ελλάδας, οι μηχανισμοί ανακατανομής του πλούτου θα είναι το στρατηγικό εργαλείο μέσω του οποίου τα διαφορετικά πολιτικά σχέδια θα ανταγωνιστούν για να τους δοθεί χρόνος υλοποίησης. Η επιτυχία αυτής της στρατηγικής έχει δώσει στρατηγικό πλεονέκτημα σε όλες τις πολιτικές προτάσεις που κατάφεραν να βγάλουν την Ελλάδα από τα μεγάλα οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα του παρελθόντος. Από την στάση του 1909 στο Γουδί, όπου στη συνέχεια η κυβέρνηση που προέκυψε έδωσε ιδιαίτερο βάρος σε μια σειρά από νόμους που έφεραν στο προσκήνιο νέα φιλόδοξα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας με στρατιωτική αλλά και πανεπιστημιακή εκπαίδευση, στον εμφύλιο πόλεμο που τελικά κρίθηκε από τη δυνατότητα της UNRA να διασφαλίσει την επικράτηση των αστικών κέντρων έναντι αγροτικής επαρχίας και μέχρι το 1981, όταν η ελληνική μικροαστική δημοκρατία εμπεδώθηκε μέσα από το ιδεολόγημα της αντίθεσης προνομιούχων και μη-προνομιούχων. Σε όλες τις περιπτώσεις, το πολιτικό σχέδιο που εφαρμόστηκε αγνόησε την κλασσική ταξική πυραμίδα και προσεταιρίστηκε απευθείας και άμεσα εκείνα τα τμήματα της κοινωνίας που θα μπορούσαν να το βοηθήσουν να εκπληρώσει τους στόχους του.


Στην κρίση που ζει η χώρα σήμερα, το κρίσιμο εκείνο τμήμα της κοινωνίας που μπορεί να δείξει τη διέξοδο είναι οι νέοι άνθρωποι που έχουν μορφωθεί μέσα από μια διαδικασία που τους έχει εμπεδώσει το ευρωπαϊκό κεκτημένο (acquis communautaire), την κεντρική ιδέα δηλαδή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράλληλα, δεδομένου ότι είναι ακριβώς αυτό το κομμάτι της κοινωνίας που πλήττεται κυρίως, διακυβεύοντας περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον το μέλλον του, αποτελεί το φυσικό σύμμαχο οποιουδήποτε πολιτικού σχεδίου θα μπορούσε να οδηγήσει στην εποχή μετά την κρίση. Αν οι νέοι άνθρωποι είναι το κομμάτι της κοινωνίας που θέλει και εν δυνάμει, τουλάχιστο, μπορεί να ορίσει ένα διαφορετικό μέλλον για τη χώρα, τότε απαιτείται οι μηχανισμοί ανακατανομής πλούτου που διαθέτει το κράτος, να στραφούν προς αυτούς. Με δεδομένη την οργανωτική ένδεια της δημόσιας διοίκησης και του κράτους γενικότερα αλλά και την οικονομική ένδεια της κυβέρνησης, ο βασικός μηχανισμός ανακατανομής του πλούτου μπορεί να είναι οι κοινοτικές χρηματοδοτήσεις. Ωστόσο, ο τρόπος που αυτές χορηγούνται θα πρέπει να ανασχεδιαστεί πλήρως έτσι ώστε να ευνοείται η δημιουργικότητα και η επιχειρηματικότητα. Ο τροχός έχει ήδη ανακαλυφθεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες που αντιμετώπισαν οικονομικές κρίσεις πριν την Ελλάδα και ακολούθησαν αντίστοιχες στρατηγικές. Οι σκανδιναβικές χώρες, που τόσο θαυμάζει η ελληνική σοσιαλδημοκρατία, ακολούθησαν ακριβώς αυτή τη στρατηγική. Παράλληλα, εκτός από τους μηχανισμούς χρηματοδότησης, μπορούν να λειτουργήσουν και επιμέρους μηχανισμοί και στρατηγικές που κατά κύριο λόγο θα προωθούν την απόδοση εξουσίας ή την ανάληψη ευθυνών από νέους μορφωμένους ανθρώπους. Για παράδειγμα, η συζήτηση για την απομάκρυνση από τη δημόσια διοίκηση επίορκων ή άλλων προβληματικών υπαλλήλων και η αντικατάστασή τους με νέους υπαλλήλους υψηλής μόρφωσης που θα έχουν επιλεγεί από το ΑΣΕΠ με ενδεχόμενο κριτήριο και την ηλικία τους, είναι μια τέτοια επιμέρους στρατηγική. Επίσης, η εμπέδωση στην εκπαίδευση του μαθήματος της αγωγής του πολίτη και η σύνδεση των πανεπιστημίων με θερμοκοιτίδες νεανικής επιχειρηματικότητας όπου θα προσφέρεται ένα σταθερό περιβάλλον, επίσης αποτελούν στρατηγικές ανάδειξης αυτού του κομματιού της κοινωνίας. Τελικά, τα επιμέρους στοιχεία που θα περιλαμβάνονται στην πολιτική στρατηγική που θα θελήσει να συμμαχήσει νε τους νέους ανθρώπους με το στόχο να δημιουργήσει μια νέα παραγωγική μηχανή και, επομένως μια νέα ταξική και κοινωνική κατάσταση, αποτελούν τεχνικές λεπτομέρειες που δεν είναι δύσκολο να εξερευνηθούν. Το δύσκολο είναι να καταλάβει η ευρύτερη εξουσία, ότι αυτή είναι η καλύτερη επιλογή για τη διασφάλιση ενός οικονομικά και κοινωνικά βιώσιμου μέλλοντος.

Σχόλια

  1. Ο χειροτερος εχθρος εναι ο εαυτος μας.

    Αν πεσετε σε μελαγχολια η καταθλιψη πως θα ελθει το ξημερωμα;
    Και μην ξεχνατε το πιο βαθυ σκοταδι ειναι λιγο πριν το λυκαυγες.

    Αφωτιστος Φιλελλην

    ΥΓ Εξ αλλου με μαυρη οικονομια 46 δις, εργαζονται πολλοι απο τους επισημως "ανεργους" αλλα ανασφαλιστοι. Διαφορετικα θα ειχε γινει επανασταση.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Οι αδράνειες της κοινωνικής δομής και η ανεπάρκεια του πολιτικού προσωπικού (κυβερνώντος και αντιπολιτευόμενου) σχηματίζουν ανατροφοδοτούμενο φαύλο κύκλο.
    Οι κοινωνικές και οικονομικές δυνάμεις που έκαναν την Ελλάδα αποτυχημένο κράτος και την οδήγησαν στη βαθειά κρίση και στα μνημόνια, επιβιώνουν μέσα στην κρίση και στα μνημόνια. Προσαρμόζονται στη νέα κατάσταση και αντιστέκονται αποτελεσματικά. Αναγκαίες, υπερώριμες μεταρρυθμίσεις (π.χ. φορολογικός εξορθολογισμός με δικαιοσύνη, καταπολέμηση γραφειοκρατίας και πελατειακής κομματοκρατίας, ριζική διευκόλυνση διατηρήσιμης επιχειρηματικότητας και επενδύσεων) δεν προχώρησαν εξαιτίας της αντίστασης αυτής. Οι ιδέες για στοιχειώδες πρόγραμμα επανεκκίνησης της πραγματικής οικονομίας με βάση τα συγκριτικά πλεονεκτήματα παραγωγικών τομέων, μένουν στα αζήτητα για τον ίδιο λόγο. Τα όποια ισχνά κονδύλια διοχετεύονται όπως πριν σε αντιπαραγωγικούς ή μη διατηρήσιμους αλλά φίλιους προορισμούς.
    Μαζί με την ανεργία, την φυγή νέου παραγωγικού δυναμικού και άλλα ερείπια που αφήνει η κρίση, την «σάπια» Ελλάδα των δεκαετιών 1990 - 2008 θα την ξαναβρούμε άθικτη μπροστά μας. Δεν πειράχτηκε από την κρίση και τα μνημόνια, ούτε κάν άλλαξε τον τρόπο ζωής της και κοινωνικής-οικονομικής συμπεριφοράς της. Η κρίση προκάλεσε μεγάλη «χασούρα» στα φτωχότερα μέρη της κοινωνίας και στους όποιους συνεπείς προς τις υποχρεώσεις τους των μεσαίων στρωμάτων. Για τους «πολυμήχανους όλο φιγούρα», κρίση δεν υπήρξε, ούτε υπάρχει...

    Διακυβέρνηση σε εποχή ισχνών αγελάδων
    http://aftercrisisblog.blogspot.gr/2013/06/blog-post_5.html

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Για ποια "φυγή νέου παραγωγικού δυναμικού" ομιλουμε;
    Αυτη των δεξιο-πασοκο-"αρσιτερων" talking heads

    Ε λοιπον οι περισσοτεροι ειναι... ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ,..., ΣΥΡΙΖΑ Βορειων Προαστειων και εχουν μονον θεωρητικη γνωση για την ανεργια και την εργασια ποσο μαλλον για την χειρωνακτικη (μονον απο τα βιβλια)

    (Απο μηχανικους που γνωριζω το σιναφι:
    Γ.Μηλιος Πολιτεια,Ν.Βουτσης Ν.Ερυθραια,...)

    “ΕΡΕΥΝΑ
    Οι νέοι Έλληνες δεν θέλουν
    να μεταναστεύσουν
    Οι τρεις στους τέσσερις νέους Έλληνες 25 έως 34 ετών
    θέλουν να παλέψουν για ένα καλύτερο αύριο στην Ελλάδα,
    αντί να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό. Συνολικά, οι οκτώ
    στους δέκα Έλληνες έχουν αποκλείσει την προοπτική της
    μετανάστευσης. Τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν από
    πανελλαδική έρευνα, που διενεργήθηκε για το Πανεπιστήμιο
    Αθηνών από την εταιρεία OpinionPoll από 22-24 Μαΐου σε
    δείγμα 1.011 ατόμων. Ειδικότερα, από την έρευνα προκύπτουν
    τα ακόλουθα:
    • Μόνο το 21,93% των πολιτών είναι θετικό στην προοπτική
    της μετανάστευσης στο εξωτερικό προς αναζήτηση δουλειάς,
    αν είχαν την οικονομική δυνατότητα για να το κάνουν. Αντίθε-
    τα, «όχι» απάντησε το 72,09% και «μάλλον όχι» το 5,98%. Το
    72,41% των νέων 25 έως 34 ετών δεν θέλει να μεταναστεύσει,
    ενώ μόνο το 27,59% απάντησε ότι θα το ήθελε, αλλά δεν έχει
    την οικονομική δυνατότητα. Βέβαια το ποσοστό υπέρ της
    μετανάστευσης διπλασιάζεται (στο 52,63%) στις ηλικίες 18
    έως 24 ετών.
    • Μόλις ο ένας στους τέσσερις νέους (21,05%) έως 24 ετών
    και ο ένας στους τρεις (37,93%) από 25 έως 34 ετών πιστεύ-
    ουν ότι η παρουσία των μεταναστών στην Ελλάδα δημιουργεί
    προβλήματα για την εργασία των νέων. Αντίθετα, η άποψη
    αυτή είναι ευρέως διαδεδομένη στις μεγαλύτερες ηλικιακές
    ομάδες (από 35 ετών και άνω).
    • Το 60,33% των Ελλήνων φοβάται ότι μπορεί να μην έχει
    δουλειά το επόμενο διάστημα, ενώ μόνο το 33,06% αισθάνε-
    ται σιγουριά.
    • Το 85,39% κρίνει αρνητικά τη συνολική πολιτική της Ε.Ε.,
    ενώ το 70,76% δεν πιστεύει ότι η Ε.Ε. θα μπορέσει τα επόμε-
    να ένα ή δύο χρόνια να ξεπεράσει τη σημερινή κρίση.
    • Το 83,39% πιστεύει ότι τα ΑΕΙ θα πρέπει να παρεμβαίνουν
    πιο ενεργά για την αντιμετώπιση της κρίσης.”

    Αφωτιστος Φιλελλην

    ΥΓ Ποια φυγη Υπαρχουν δυο ενδεχομενα:
    1. Οι νεοι εργαζονται ανεπισημως ή χρηματοδοτουνται απο τους ευπορους γονεις ή παππουδες τους
    2. Ειναι τρελλοι αυτοι οι νεοι ελληνες ή μαμμακηδες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Ύστατος πόρος: Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι μια πρόταση για το μέλλον.

Βάσω Κιντή: Παραιτούμαι από μέλος της ΚΕ και αποχωρώ από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς

Κίμων Χατζημπίρος: Ατελέσφορη Οικολογία