Η Ελλάδα μετά την κρίση

Μάνος Ματσαγγάνης
Η ομιλία στην εκδήλωση του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου για την κρίση
Ολες οι κρίσεις, ακόμη και οι πιο οδυνηρές, κάποτε τελειώνουν (μερικές φορές από καθαρή εξάντληση). Φαίνεται ότι αυτό πρόκειται να συμβεί και στη δική μας περίπτωση. Το 2014 ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ θα είναι κοντά στο 0%. Αφορμή για θριαμβολογία; Σίγουρα όχι. Αλλά μετά από 6 συνεχή έτη σωρευτικής μείωσης του εθνικού εισοδήματος της τάξης του 23%, το 0% είναι ένα είδος προόδου. Όλα δείχνουν ότι σύντομα τα χειρότερα θα είναι πίσω μας. Η στιγμή είναι κατάλληλη για έναν απολογισμό. Και για έναν αναπροσανατολισμό. Τι ακριβώς μας συνέβη τα τελευταία χρόνια, πού βρισκόμαστε τώρα, προς τα πού πάμε, προς τα πού πρέπει να πάμε.
Το θέμα ασφαλώς δεν εξαντλείται σε μια εκδήλωση, ή χωρίς να εξαντληθεί το ακροατήριο, ούτε πολύ περισσότερο στα 10’ της ομιλίας μου.
Θα μείνω στα βασικά.
1. Ας ξεκινήσω από αυτό που μου φαίνεται το κρισιμότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε. Τα τελευταία χρόνια η χώρα μας έγινε πιο άνιση και φτωχότερη. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ομάδας μας στο πανεπιστήμιο, το 2013 14% των συμπολιτών μας είχαν τόσο χαμηλό εισόδημα που δεν ήταν σε θέση να αγοράσουν ένα βασικό καλάθι αναγκαίων αγαθών χωρίς να ανατρέξουν σε αποταμιεύσεις του παρελθόντος, ή να δανειστούν, ή να αφήσουν απλήρωτους λογαριασμούς. Το 2009 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν μόλις 2%.
Ποιοι είναι οι μεγάλοι χαμένοι της κρίσης; Όχι αυτοί που διαμαρτύρονται (εργαζόμενοι Δημοσίου και ΔΕΚΟ, αγρότες, δικαστές, ένστολοι κτλ). Αλλά αυτοί που προσπαθούν να επιβιώσουν χωρίς δουλειά, χωρίς επίδομα, συχνά χωρίς περίθαλψη: (οικογένειες ανέργων, συχνά με παιδιά, που ζουν στις πόλεις). Αυτό είναι το «νέο κοινωνικό ζήτημα». Η διαιώνιση του δεν υπονομεύει μόνο την κοινωνική συνοχή, αλλά επίσης την πολιτική σταθερότητα και τη βιωσιμότητα της ανάκαμψης.
Πράγματι, ακόμη και με τα καλύτερα σενάρια για την οικονομία, η υψηλή ανεργία και η μεγάλη φτώχεια θα είναι μαζί μας για καιρό. Εάν δεν κάνουμε αυτό που πρέπει σήμερα, τα φτωχά παιδιά που σήμερα πηγαίνουν πεινασμένα στο σχολείο αύριο θα μένουν πίσω στα μαθήματα, μεθαύριο θα ψάχνουν για δουλειά χωρίς να έχουν προσόντα, και έτσι θα είναι άνεργοι ή χαμηλόμισθοι, και θα παραμένουν φτωχοί, οι ίδιοι και τα παιδιά τους. Πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο, που πρέπει να σπάσει.
Το πώς θα σπάσει είναι δύσκολο ερώτημα, αλλά απαντήσεις υπάρχουν. Απλώς, πρόκειται για μια συζήτηση που δεν φαίνεται να ενδιαφέρει πολλούς. Ίσως επειδή πολλοί νομίζουν ότι η φτώχεια είναι το αναγκαίο τίμημα της δημοσιονομικής εξυγίανσης, και πολλοί άλλοι ότι για να αντιμετωπιστεί η φτώχεια θα πρέπει πρώτα να εξεγερθούμε μαζικά κατά της δημοσιονομικής εξυγίανσης. Και οι μεν και οι δε κάνουν τραγικό λάθος – και το λάθος αυτό, παρά τη ρητορική (και ίσως τις προθέσεις), το πληρώνουν οι φτωχοί, οι άνεργοι, οι νέοι.
2. Μεταξύ 2008q2 και 2013q2 χάθηκαν 950 χιλιάδες θέσεις εργασίας: 400+ χιλιάδες σε ηλικίες κάτω των 30, άλλες 350+ χιλιάδες στην ομάδα 30-44 ετών. Σχεδόν τα 2/3 άνδρες, αλλά οι γυναίκες είχαν ήδη χαμηλά ποσοστά απασχόλησης (που τώρα είναι ακόμη χαμηλότερα).
Πού θα βρουν δουλειά όλοι αυτοί οι άνθρωποι; Με τι εισοδήματα; Εάν σύντομα η ελληνική οικονομία δεν αρχίσει να δημιουργεί εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας κάθε χρόνο, τότε η ανάκαμψη δεν θα είναι βιώσιμη (και το «νέο κοινωνικό ζήτημα» θα επιδεινώνεται διαρκώς και αυτό).
Παρακολουθώ με δυσπιστία τη συζήτηση για το «αναπτυξιακό σχέδιο» που χρειάζεται η χώρα. Ίσως επειδή είδα τι απέγιναν τα προηγούμενα τέτοια σχέδια: στην κατασπατάληση τεράστιων κονδυλίων (κοινοτικής κυρίως προέλευσης).
Δεν εννοώ ότι το πρόβλημα θα το λύσει η αγορά, και ότι το μόνο που μπορεί να κάνει το κράτος είναι να μειώσει τους φόρους. Αντίθετα, πιστεύω ότι η δημόσια πολιτική μπορεί να παίξει σπουδαίο ρόλο στην αναπτυξιακή απογείωση της χώρας. Αρκεί να κινηθεί εντελώς διαφορετικά από ό,τι μέχρι σήμερα.
Πώς ακριβώς; Είπε μερικά πράγματα ο Τάσος Γιαννίτσης (ο οποίος έχει γράψει περισσότερα στο εξαιρετικό βιβλίο του). Άλλες πολύτιμες ιδέες έχουν διατυπωθεί από άλλους (π.χ. από τον Αρίστο Δοξιάδη, στο επίσης εξαιρετικό δικό του βιβλίο). Θα ήθελα να προσθέσω μόνο μια σκέψη.
Δεν μπορούμε να κάνουμε μαζικές προσλήψεις στο Δημόσιο, και δεν πρέπει – παρότι μια λελογισμένη μεταφορά πόρων και θέσεων εργασίας από οργανισμούς χωρίς αντικείμενο σε δυναμικούς κλάδους του δημοσίου (όπως είναι η φροντίδα παιδιών) θα ήταν καλή ιδέα. Η μόνη μας ελπίδα είναι να ανθίσουν χιλιάδες επιχειρήσεις, που πολλές θα είναι καινούριες και μικρές, και οι οποίες μετά να μεγαλώσουν.
Η δουλειά της πολιτικής δεν είναι να μαντέψει σε ποιους τομείς θα συμβεί αυτό. Είναι να εξασφαλίσει ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα στην οποία νέοι άνθρωποι με ιδέες και όρεξη για σκληρή δουλειά μπορούν να πάνε μπροστά, ακόμη και όταν δεν έχουν «τις κατάλληλες γνωριμίες».
Πίσω από αυτό τον στόχο, εάν πράγματι τον πάρουμε στα σοβαρά, βρίσκεται ένα ολόκληρο πρόγραμμα δημόσιας πολιτικής: για τη σύνδεση της έρευνας και της εκπαίδευσης με την παραγωγή, για τη ρύθμιση των αγορών, για τη φορολογία, για τη δημόσια διοίκηση. Και για τη διαπλοκή – με την έννοια ότι θα πρέπει να πάψει να υπάρχει.
3. Όπως και το 2010, το μόνο ζήτημα για το οποίο έχει νόημα η πολιτική αντιπαράθεση είναι πώς θα κινηθούμε με τον επιτυχέστερο τρόπο μέσα στα στενά δημοσιονομικά περιθώρια.
Σε «στενά δημοσιονομικά περιθώρια» επειδή είτε με Μνημόνιο είτε χωρίς, αυτά θα ορίζουν το εξωτερικό περιβάλλον στο οποίο κινείται η οικονομία μας.
Με τον «επιτυχέστερο τρόπο» δηλ. με ευρεία συναίνεση για τις μεταρρυθμίσεις, με δίκαιη κατανομή των θυσιών της εποχής της κρίσης, θέτοντας τις βάσεις για την δίκαιη κατανομή των οφελών της εποχής της ανάκαμψης.
Είναι προφανές ότι η συλλογική αποτυχία του πολιτικού συστήματος είναι ότι αυτό μέχρι τώρα δεν έχει συμβεί ούτε στο παραμικρό. Και όταν λέω «του πολιτικού συστήματος» εννοώ όλου: κυβέρνηση και αντιπολίτευση, κόμματα και συνδικάτα, επιχειρηματικές οργανώσεις και μέσα ενημέρωσης.
Είναι μάλλον περιττό να σημειώσω ότι αυτή ακριβώς η αποτυχία του πολιτικού συστήματος έχει πυροδοτήσει τις «αντισυστημικές» αντιδράσεις, την απώλεια εμπιστοσύνης στους θεσμούς, τον αντικοινοβουλευτισμό, τον λαϊκισμό, τον εθνικισμό, την ξενοφοβία.
4.Τι να κάνουμε;
Δεν είναι δική μου δουλειά να πω σε εσάς τι πρέπει να κάνετε. Προφανώς ο καθένας θα κάνει αυτό που θα τον φωτίσει ο Μεγαλοδύναμος (ή μάλλον η συνείδησή του). Μπορώ να σας πω τι κάνω εγώ, ή μάλλον τι κάνουμε εμείς, η λεγόμενη «Πρωτοβουλία των 58» για την ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς – αλλά για αυτό θα έχουμε την ευκαιρία να τα ξαναμιλήσουμε.
Ελπίζω μόνο ότι οι νέοι άνθρωποι, και οι πιο ζωντανές δυνάμεις της κοινωνίας μας, θα μπορέσουν να αντισταθούν σε όσους τους υπόσχονται εύκολες λύσεις, και ταυτόχρονα να ξεπεράσουν την αποστροφή που τους προκαλεί η εκτεταμένη διαφθορά, τα πελατειακά δίκτυα, η διαπλοκή πολιτικών και επιχειρηματικών συμφερόντων – η «κακή πολιτική». Ώστε μετά να βρουν έναν θετικό και δημιουργικό τρόπο να κάνουν τη φωνή τους να ακουστεί, ανακαλύπτοντας (ή μάλλον επινοώντας από την αρχή) την «καλή πολιτική». Θα είναι ένα θαύμα εάν τα καταφέρουν, αλλά αυτό το θαύμα χρειαζόμαστε για να σωθούμε.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι ο λαός της.

Κίμων Χατζημπίρος: Σχόλια για τις αξίες της αξίας

Οι καταλήψεις , ο δήμαρχος και ο άλλος άνθρωπος