ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ: Η πρότασή μας για τη συνταγματική αναθεώρηση


Η αιφνιδιαστική αναγγελία από τον Πρωθυπουργό Α. Σαμαρά της πρόθεσής του να προχωρήσει σε αναθεώρηση του Συντάγματος έθεσε ξανά επί τάπητος μερικά ερωτήματα που βασανίζουν από παλιά την πολιτική μας ζωή: είναι άραγε η συνταγματική αναθεώρηση το μείζον πρόβλημα της χώρας; Είναι πανάκεια για τα πάσης φύσεως δεινά μας; Και πόσο θεμιτό είναι να χρησιμοποιεί το Σύνταγμα η εκάστοτε πλειοψηφία για να εξυπηρετήσει αποκλειστικά συγκυριακές επιδιώξεις της;
Στο κείμενο που ακολουθεί, το «Ποτάμι» διατυπώνει αναλυτικά τις δικές του προτάσεις για τις συνταγματικές και νομοθετικές διατάξεις που πρέπει να αναθεωρηθούν σε περίπτωση που αναληφθεί σχετική πρωτοβουλία. Πριν από αυτό όμως, παρατίθενται ορισμένες γενικότερες σκέψεις για τη σημασία που έχει και τον τρόπο που πρέπει να αντιμετωπίζεται μια συνταγματική αναθεώρηση καθώς και για τα όρια των προσδοκιών που μπορούμε να έχουμε από αυτήν:
Ι. Η σημασία της συνταγματικής αναθεώρησης:
Με βάση την άποψη που έχουμε ως «Ποτάμι», η αναθεώρηση του Συντάγματος είναι μια ιδιαίτερα σοβαρή διαδικασία, γιατί το Σύνταγμα χαράσσει τους κανόνες του πολιτεύματος και κατοχυρώνει τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου. Για τον λόγο αυτό, η συζήτηση για την αναθεώρησή του θα πρέπει να διεξάγεται με όρους σοβαρότητας, ανεξάρτητα από την πολιτική συγκυρία και με επιδίωξη της μέγιστης δυνατής συναίνεσης.
Δυστυχώς, όμως, τα παλαιά κόμματα έπαιξαν πολλές φορές με το κείμενο του Συντάγματος, χρησιμοποιώντας ως μάσκα την αναθεώρηση για να καλύψουν την απροθυμία ή την ανικανότητά τους να προχωρήσουν σε βαθιές αλλαγές. Κάθε φορά που τους έλειπε η πολιτική βούληση για δύσκολες αποφάσεις, φόρτωναν το Σύνταγμα με μεγαλόστομες διακηρύξεις κατά των παθογενειών της χώρας, για να καλλιεργήσουν την ψευδαίσθηση της αποφασιστικής καταπολέμησής τους. Ως σήμερα, όμως, κανένας από τους πιστούς υποστηρικτές της συνταγματικής αναθεώρησης δεν κατάφερε να εξηγήσει πειστικά γιατί το ισχύον Σύνταγμα εμποδίζει την αποτελεσματική αντιμετώπιση των παλιών και των νέων προβλημάτων. Γιατί, για παράδειγμα, το άρθρο 103 του Συντάγματος για το ΑΣΕΠ δεν είναι αρκετό για να σταματήσουν οι διαβλητές διαδικασίες προσλήψεων στο Δημόσιο ενάντια σε κάθε έννοια αξιοκρατίας;
Ας είμαστε σοβαροί. Το Σύνταγμά μας δεν ευθύνεται για τις αμαρτίες ενός διαβρωμένου πολιτικού κόσμου. Κανένα Σύνταγμα δεν μπορεί να εμποδίσει έναν πολιτικό να μοιράζει ψεύτικες υποσχέσεις στους ψηφοφόρους του για να επανεκλεγεί. Αν κάπου χώλαινε η εφαρμογή του, αυτό ήταν στο ότι δεν μπόρεσε να εμποδίσει το πολιτικό σύστημα να ενδώσει στις πελατειακές σχέσεις. Δεν μπόρεσε να λειτουργήσει ως ανάχωμα στις συνεχώς διογκούμενες συντεχνιακές αξιώσεις προς το κράτος για αποδοχές αναντίστοιχες προς τις δυνατότητες της οικονομίας, για προνόμια αθέμιτα και για εκδουλεύσεις μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας. Είναι όμως δουλειά του Συντάγματος και των θεσμών να λειτουργούν ως εσωτερικός κανονισμός παιδικής κατασκήνωσης; Ασφαλώς όχι.
Παραπλανούν, λοιπόν, τον κόσμο και προσπαθούν να καλύψουν την ανεπάρκειά τους όσοι ισχυρίζονται ότι θα διορθωθούν δια μαγείας τα κακώς κείμενα του πολιτικού μας συστήματος με μια νέα συνταγματική αναθεώρηση. Στις πλείστες των περιπτώσεων η συνταγματική αναθεώρηση χρησίμευσε ως πρόσχημα για να μετατεθεί η συζήτηση από τα βασικά και για να μην γίνουν εδώ και τώρα οι σημαντικές αλλαγές που απαιτούνται. Και μόνο το γεγονός ότι η συζήτηση για την αναθεώρηση ανοίγει με βιασύνη και προχειρότητα κατά την προεκλογική περίοδο, αποδεικνύει την περιφρόνηση των εμπνευστών της προς την ουσία της αναθεώρησης και την προσχηματικότητα πολλών από τις προτάσεις τους. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος της επικείμενης αναθεώρησης είναι να ζήσουμε μια επανάληψη του ιστορικού προηγουμένου του 2001. Έχοντας στραμμένη την προσοχή τους σε άλλα θέματα, οι βουλευτές της συμπολίτευσης και της αντιπολίτευσης, άφησαν τότε το Σύνταγμα να «ξεχειλώσει», προς δόξαν της συνταγματικής αμετροέπειας και του θεσμικού αρχοντοχωριατισμού συγκεκριμένων επιφανών στελεχών τους.
Η αναθεωρητική αυτοσυγκράτηση την οποία εμείς υποστηρίζουμε δεν υποβαθμίζει βέβαια την ανάγκη για επιμέρους συνταγματικές αλλαγές σε θέματα που έχουν από καιρό ωριμάσει. Τέτοια είναι για παράδειγμα η ποινική ευθύνη των Υπουργών, η βουλευτική ασυλία, ο διαχωρισμός Κράτους – Εκκλησίας και η δυνατότητα ίδρυσης μη κρατικών Πανεπιστημίων. Γι’ αυτά και για μερικά ακόμη ζητήματα, για τα οποία οι ρυθμίσεις του ισχύοντος συντάγματος έχουν κατά γενική ομολογία αποδειχθεί προβληματικές, η αναθεώρηση είναι επιβεβλημένη.
ΙΙ. Συνταγματικές Προτάσεις:
1. Κατάργηση των παρωχημένων διατάξεων: Ελάφρυνση του Συντάγματος, με την κατάργηση περιττών ή παρωχημένων διατάξεων, όπως οι περισσότερες παράγραφοι του άρθρου 14 για τους περιορισμούς στον τύπο. Την τελευταία πενταετία, η Ελλάδα είναι βάσει ερευνών, η χώρα με τις μεγαλύτερες υποχωρήσεις στην ελευθερία του τύπου παγκοσμίως (μαζί με το Μπαχρέιν και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία).
2. Διαχωρισμός Κράτους – Εκκλησίας: Απομάκρυνση από το κείμενο του Συντάγματος των σχέσεων Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και Πολιτείας, με κατάργηση ολόκληρου του άρθρου 3. Δεν μπορεί παρά να εντυπωσιάζει κάθε καλόπιστο σχολιαστή η σιωπή που τήρησαν εδώ και πολλά χρόνια τα δύο μεγάλα κόμματα για τον εξόφθαλμο αυτό αναχρονισμό του Συντάγματός μας στο πεδίο των δικαιωμάτων και των ελευθεριών. Ούτε η ΝΔ ούτε το ΠΑΣΟΚ ζήτησαν την αναθεώρηση των άρθρων 3 και 13 του Συντάγματος, παρά τις πολλές καταδίκες της χώρας μας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Στρασβούργου για παραβιάσεις στο χώρο της θρησκευτικής ελευθερίας.
3. Εθνικές εκλογές κάθε τέσσερα χρόνια: Βασική θέση του «Ποταμιού» είναι ότι πρέπει να αποφεύγονται οι έκτακτες εκλογικές αναμετρήσεις, κάτι που αποτελεί μόνιμο φαινόμενο στη χώρα. Μια σκέψη προς αυτήν την κατεύθυνση είναι να υιοθετηθεί πρόβλεψη, κατά το σουηδικό πρότυπο, ότι αν διαλυθεί πρόωρα η Βουλή, η νέα Βουλή εκλέγεται για το υπόλοιπο της θητείας της διαλυθείσας.
4. Ευθύνη πολιτικών προσώπων: Αν υπάρχει ένα κεφάλαιο για το οποίο η ιδέα της συνταγματικής αναθεώρησης έχει από καιρό ωριμάσει, αυτό είναι η ευθύνη των πολιτικών και, συγκεκριμένα, των βουλευτών και των Υπουργών. Γιατί, σε αντίθεση με άλλες ρυθμίσεις του Συντάγματος που για τις παρενέργειες που σημειώθηκαν έφταιγε η εφαρμογή τους, εδώ το πρόβλημα εντοπίζεται στις ίδιες τις κρίσιμες διατάξεις:
  • Βουλευτική ασυλία. Η βουλευτική ασυλία είναι ένας θεσμός που υφίσταται στις σύγχρονες δημοκρατίες, περιορίζεται όμως μόνο σε όσα αδικήματα σχετίζονται με την άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων και δεν εκτείνεται σε κάθε έγκλημα του κοινού ποινικού δικαίου. Επιπλέον, σύμφωνα με το ισχύον Σύνταγμα, η βουλευτική ασυλία μπορεί μεν να αρθεί με άδεια της Βουλής, πλην όμως αυτή θεωρείται πως δε δόθηκε, «αν η Βουλή δεν αποφανθεί μέσα σε τρεις μήνες». Καθιερώνεται έτσι ένα «τεκμήριο μη άρσεως», αφού, με συστηματική κωλυσιεργία, ο εγκαλούμενος βουλευτής μπορεί να αποφύγει τη δίωξη. Η λύση στο σημείο αυτό είναι απλή: το τεκμήριο πρέπει να αντιστραφεί, ώστε σε περίπτωση που η Βουλή δεν αποφανθεί, να συνεχίζεται κανονικά η ποινική διαδικασία.
  • Ποινική ευθύνη Υπουργών: Τα πράγματα είναι χειρότερα με το άρθρο 86 του Συντάγματος για την ποινική ευθύνη των Υπουργών. Διότι πρόκειται για νέα ρύθμιση, που μπήκε στο Σύνταγμα με την αναθεώρηση του 2001, για να θεραπεύσει, υποτίθεται, τις αδυναμίες της παλιάς. Βάσει της ισχύουσας ρύθμισης, μόνο η Βουλή έχει αρμοδιότητα να ασκεί δίωξη (αποκλειστική αρμοδιότητα), απαιτείται η αυξημένη πλειοψηφία των 151 βουλευτών (και όχι απλώς των παρόντων), μεσολαβεί η κρίση του πενταμελούς δικαστικού συμβουλίου (που μπορεί να θέσει την υπόθεση στο αρχείο) και εισάγεται βραχύτατη αποσβεστική προθεσμία ως προς τη δίωξη. Πρόκειται για προνομιακό καθεστώς οιονεί ατιμωρησίας που πρέπει άμεσα να καταργηθεί. Προστασία των Υπουργών πρέπει βέβαια να υπάρχει, αλλά θα πρέπει να είναι περιορισμένη και αντίστοιχη με εκείνη των βουλευτών.
5. Ναι στα μη κρατικά Πανεπιστήμια: Το άρθρο 16 θα πρέπει να αναθεωρηθεί ώστε η Ανώτατη Εκπαίδευση να μπορεί να παρέχεται και από μη κρατικά πανεπιστημιακά ιδρύματα. Υπό την παρούσα μορφή του, το άρθρο 16 δεν αρκείται στα βασικά, όπως π.χ. η κατοχύρωση της ακαδημαϊκής ελευθερίας και της δωρεάν παιδείας, αλλά παίρνει θέση σε ζητήματα όπως η νομική φύση των ΑΕΙ και η απαγόρευση των ιδιωτικών Πανεπιστημίων, για τα οποία σε όλες τις δημοκρατικές χώρες αποφαίνεται ο νομοθέτης.
6. Δικαίωμα του εκλέγεσθαι στα 18: Ως συμβολική περισσότερο κίνηση, το Σύνταγμα πρέπει να αναθεωρηθεί ώστε να δύνανται οι νέοι να εκλέγονται βουλευτές. Η δυνατότητα αυτή θα δώσει το σύνθημα ότι η νέα γενιά πρέπει να πάρει τα πράγματα στα χέρια της, να συμμετάσχει ενεργά στην πολιτική ζωή και να διαμορφώσει η ίδια το πολιτικό και κοινωνικό σκηνικό μέσα στο οποίο θα ζήσει τα επόμενα, πολλά χρόνια.
ΙΙΙ. Νομοθετικές αλλαγές:
1. Περιστολή κρατικής επιχορήγησης προς τα κόμματα: Θα πρέπει να περισταλεί η κρατική επιχορήγηση προς τα κόμματα κατά 50%. Σε μια εποχή οικονομικής κρίσης, που τα κόμματα χρωστούν ήδη στις τράπεζες περισσότερα από 260 εκατομμύρια ευρώ, δεν δικαιολογούνται παρόμοιες σπατάλες.
2. Παράθυρο στα νέα κόμματα: Θα πρέπει να αντικατασταθεί το ισχύον σύστημα κατανομής της τακτικής και της εκλογικής κρατικής επιχορήγησης προς τα κόμματα, κατά τρόπο που να μην ευνοεί σκανδαλωδώς, όπως σήμερα, τα υφιστάμενα κόμματα, αλλά να πριμοδοτεί την είσοδο νέων σχημάτων στο πολιτικό παιχνίδι.
3. Αλλαγή του εκλογικού συστήματος: Το «Ποτάμι» τάσσεται υπέρ ενός αναλογικότερου, δικαιότερου αλλά και πιο πλουραλιστικού εκλογικού συστήματος. Η χώρα να χωριστεί σε μικρές μονοεδρικές περιφέρειες και οι πολίτες να μπορούν να ψηφίζουν τον τοπικό υποψήφιο (ανεξαρτήτως κόμματος) που θεωρούν ότι τους αντιπροσωπεύει και παράλληλα, το κόμμα τους. Μια ελληνική παραλλαγή δηλαδή του γερμανικού συστήματος με τις διπλές κάλπες. Με αυτό το σύστημα, το οποίο θα διατηρούσε ανέπαφο το σημερινό τρόπο κατανομής των βουλευτών στα κόμματα, ανάλογα με το εκλογικό ποσοστό τους, θα περιοριζόταν σημαντικά το ύψος της δαπάνης που θα έπρεπε να καταβάλουν οι υποψήφιοι για την προβολή τους από τα μέσα ενημέρωσης, η σημαντικότερη δηλαδή πληγή της σημερινής παθογένειας.
4. Χρηματοδότηση των κομμάτων: Τα κόμματα θα πρέπει να επιλέγουν μεταξύ δύο πηγών χρηματοδότησης πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση: μεταξύ της κρατικής επιχορήγησης και της χρηματοδότησης από ιδιώτες. Δε θα μπορούν να λαμβάνουν ταυτόχρονα χρήματα τόσο από το κράτος όσο και από ιδιώτες. Αναφορικά με τη κρατική επιχορήγηση, αυτή θα είναι ένα μίνιμουμ/ελάχιστο ποσό που θα λαμβάνει κάθε κόμμα. Ως προς τους ιδιώτες, θα ισχύει σύστημα απόλυτης διαφάνειας. Απαραίτητο στοιχείο για τη διαφάνεια στην πολιτική και, κατ’ αποτέλεσμα για ένα ανοιχτό κομματικό σύστημα, είναι η ψήφιση ενός νόμου που να ρυθμίζει σε εντελώς διαφορετική βάση τη χρηματοδότηση της πολιτικής και των πολιτικών. Ένα πρώτο βήμα είναι να αλλάξει η σύνθεση του αρμοδίου ελεγκτικού οργάνου, δηλαδή της επιτροπής του άρθρου 29 §2 του Συντάγματος, ώστε οι πολιτικοί να μην κατέχουν την πλειοψηφία. Εξ άλλου, στην αποστολή αυτής της επιτροπής θα πρέπει να συμπεριληφθεί και ο έλεγχος του «πόθεν έσχες» των πολιτικών.
5. Μείωση του αριθμού των βουλευτών: Ως συμβολική περισσότερο κίνηση θα μπορούσε να περιορισθεί με απλό νόμο και ο αριθμός των βουλευτών σε 200, με διατήρηση του ελάχιστου της μιας έδρας για τους μικρούς νομούς. Υπενθυμίζεται ότι, με πληθυσμό ίδιο με το δικό μας, οι Βέλγοι εκλέγουν στην κάτω Βουλή τους 150 βουλευτές˙ το ίδιο και οι Ολλανδοί με 16,6 εκατομμύρια κατοίκους. Ενώ οι Πορτογάλοι (με πληθυσμό 10,3 εκατομμύρια κατοίκους) εκλέγουν 230 βουλευτές.
6. Μείωση του αριθμού των ειδικών συμβούλων: Το «Ποτάμι» θεωρεί πως θα ήταν σκόπιμο, ήδη από σήμερα, να μειωθεί δραστικά ο αριθμός των ειδικών συμβούλων και συνεργατών των υπουργών και βουλευτών. Όπως έχει επισημανθεί και από διεθνείς οργανισμούς, η μείζων απόκλιση από τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους εντοπίζεται στο κεφάλαιο αυτό (και όχι πια στο ύψος της βουλευτικής αποζημίωσης), αφού οι θέσεις για κομματικούς φίλους είναι δυσανάλογα πολλές. Οι σχετικές ρυθμίσεις του Β’ Μέρους του Κανονισμού της Βουλής μπορούν να αλλάξουν ευχερώς και από αύριο.
7. Απλό, ολιγόλογο και εύληπτο Σύνταγμα: Μετά από τρεις αναθεωρήσεις – η δεύτερη από τις οποίες το φόρτωσε με διατάξεις απίθανης πολυλογίας – το Σύνταγμά μας είναι ένα από τα μακρύτερα στην Ευρώπη, με πάνω από 27.000 λέξεις, διπλάσιο δηλαδή σε μέγεθος από το μέσο Σύνταγμα της Ευρώπης των 27 (περίπου 15.000 λέξεις). Σε πολλά σημεία του περιέχει μακροσκελείς φιλοσοφικές διαπιστώσεις, διακηρύξεις πίστεως, συνθήματα, ευχές και φιλολογικά σχήματα. Αυτά δεν έχουν θέση μέσα στο Σύνταγμα. Θα πρέπει επίσης να γίνει πιο απλό, δηλαδή εύκολα νοητό από κάθε άνθρωπο μέτριας μορφώσεως.
IV. Συμπέρασμα:
Η θέση που υποστηρίζει το «Ποτάμι» είναι ότι το Σύνταγμα της Ελλάδος δεν έγινε για να αναθεωρείται κάθε πέντε χρόνια ούτε προσφέρεται για κομματικά παιχνίδια και για ασκήσεις πολιτικού βερμπαλισμού. Βασική αποστολή του είναι να εγγυάται τη σταθερότητα και την ασφάλεια της χώρας και να εξασφαλίζει την ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος και της έννομης τάξης. Αυτός είναι και ο λόγος που το περιεχόμενό του πρέπει να διαμορφώνεται με τη μέγιστη δυνατή συναίνεση, περιοριζόμενο στα βασικά και θεμελιώδη του πολιτεύματος και της έννομης ρύθμισης των κοινωνικών σχέσεων.
Όποιοι ρίχνουν το φταίξιμο στο Σύνταγμα για την κακή μας μοίρα, επιχειρούν συνήθως να αποκρύψουν τις δικές τους μεγάλες ευθύνες για τη στασιμότητα και την αδράνεια που οδήγησαν στον κατήφορο. Και όποιοι δίνουν φανταχτερές υποσχέσεις για ριζικές συνταγματικές αλλαγές που υποτίθεται θα ανατάξουν τη χώρα, μεταθέτουν τα μεγάλα προβλήματα στο άδηλο μέλλον, σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τις καινοτόμες αλλαγές που θα μπορούσαν να ξεκινήσουν από τώρα. Η πρόταση, λοιπόν, για συθέμελη αλλαγή του Συντάγματος είναι ψευδεπίγραφη. Εμφανίζεται ως ριζοσπαστική, αλλά κατ’ ουσίαν υπηρετεί την αδράνεια. Δεν είναι υπεύθυνο το Σύνταγμα για τα σκάνδαλα και τη διαφθορά ή για την αναξιοπιστία της πολιτικής και των πολιτικών, αλλά οι φορείς της εξουσίας και οι παλαιοκομματικές πρακτικές που ακολουθήθηκαν όλα αυτά τα χρόνια.
Έχει ανάγκη, πράγματι, από θεσμικές αλλαγές το πολιτικό μας σύστημα. Οι αλλαγές όμως αυτές και οι μεταρρυθμίσεις μπορούν να επιτευχθούν ευχερώς και με νομοθετικά και διοικητικά μέσα, εφόσον συνοδευτούν με τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης στους θεσμούς και στους φορείς τους και κυρίως με την καλλιέργεια πολιτικού ήθους σε άρχοντες και αρχόμενους.
Μια εντοπισμένη συνταγματική αναθεώρηση, με αντικείμενο τις αποδεδειγμένα προβληματικές διατάξεις του Συντάγματος, ναι μεν δεν μπορεί να εγγυηθεί από μόνη της την ανάκαμψη – όπως πολλοί δυστυχώς διακηρύσσουν – αλλά θα συνέβαλλε και αυτή στον μείζονα αυτό σκοπό. Αρκεί να ανταποκρινόταν σε πραγματικά προβλήματα και να ήταν καλά σχεδιασμένη. Στον ταπεινό αυτό σκοπό αποβλέπουν και οι προτάσεις που διατυπώνονται σε αυτό το κείμενο θέσεων, θέλοντας να συμβάλουν θετικά σε μια συζήτηση για τη δημοκρατία που μόλις τώρα αρχίζει.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Ύστατος πόρος: Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι μια πρόταση για το μέλλον.

Βάσω Κιντή: Παραιτούμαι από μέλος της ΚΕ και αποχωρώ από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς

Κίμων Χατζημπίρος: Ατελέσφορη Οικολογία