Πολιτισμός VS Πολυπολιτισμικότητας


της Αλίκης Νικολού

Αν πρόκειται να μιλήσουμε για σχέσεις μεταξυ λαών, κοινωνιών και διαφορετικής εθνοτικής προέλευσης ομάδων μέσα στην ίδια κοινωνία, θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να απαντήσουμε στο εξής ερώτημα: με ποια κριτήρια πρέπει να αξιολογήσουμε πράξεις που προέρχονται από διαφορετικούς πολιτισμούς; Υπάρχει ένα ενιαίο, πανανθρώπινο αξιακό σύστημα ή μήπως πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν οι αξίες του κάθε διαφορετικού πολιτισμού;

Μήπως, αν κάποιος πιστεύει σε απόλυτες υπερπολιτισμικές κρίσεις κινδυνεύει να θεωρεί ως οικουμενικές αξίες εκείνες που ανήκουν στη δική του παράδοση και στις οποίες έχει εθιστεί; Μήπως έτσι μπορεί να γίνει και επικίνδυνος, πιστεύοντας ότι δικαιούται να επιβάλει δια της βίας στους άλλους τις δικές του αξίες –συλλογιστική που υιοθέτησαν οι υπέρμαχοι της αποικιοκρατίας; Όμως, και αυτός που πιστεύει στον απόλυτο σχετικισμό των αξιών -ως έναν πολιτισμό, έναν τόπο, μια ιστορική στιγμή- δεν καταλήγει στον μηδενισμό και δεν φτάνει να αποδέχεται τα πάντα, αρκεί αυτά να συμβαίνουν στους άλλους;
Τα ερωτήματα αυτά και οι πρακτικές που συνεπάγεται η απάντησή τους έχουν αποκτήσει κρίσιμο χαρακτήρα στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, όπου η αθρόα μετανάστευση έχει δημιουργήσει ισχυρές νησίδες πολιτισμικής ιδιαιτερότητας μέσα στην κυρίαρχη δυτική κουλτούρα.
Ο αναγκαστικός συγχρωτισμός ομάδων ριζικά διαφορετικής πολιτισμικής συγκρότησης στις σύγχρονες δυτικές μητροπόλεις έχει θέσει τις τελευταίες δεκαετίες στις κυρίαρχες ομάδες των δυτικών κοινωνιών μια σειρά από ζητήματα, που με αφετηρία προβλήματα καθημερινής πρακτικής, ατομικών σχέσεων, και κοινωνικής συμβίωσης (μη αποδεκτά ήθη και έθιμα, σχέσεις των δύο φύλων, παραβατικότητα, εγκληματικότητα, κλπ) οδήγησαν σε προβληματισμό και αντιπαραθέσεις σε σχέση με τη συμβατότητα των αξιακών συστημάτων των επιμέρους κοινοτήτων με εκείνο του κυρίαρχου πολιτισμού, όπου εντάσσονται. Σε σχέση, δηλαδή, με τον τρόπο που τα μέλη των διαφορετικών κοινοτήτων εσωτερικεύουν και επενδύουν πνευματικά τις κοινωνικές πρακτικές, με βάση τις πολιτισμικές εγγραφές της κοινότητας στην οποία ανήκουν. Η δε σχετική συζήτηση συνήθως επικεντρώνεται στις ανθρωπιστικές/αξιακές προκλήσεις που καλούνται να διαχειριστούν οι σύγχρονες δυτικές αστικές δημοκρατίες στο πλαίσιο των πολυπολιτισμικών κοινωνιών.

Στο πεδίο αυτό αντιπαρατίθενται δύο απαντήσεις: Εκείνη που πρεσβεύει πανανθρώπινες, διαχρονικές και οικουμενικές αξίες, υπέρτερες των επιμέρους πολιτισμών, και αυτή που θεωρεί όλες τις πολιτισμικές αξίες ισάξιες, και πρεσβεύει ότι όλες οι κοινωνίες είναι το ίδιο καλές ή κακές, ότι οι αξιολογικές κρίσεις είναι κατ΄ανάγκην σχετικές και οι υπερπολιτισμικές κρίσεις ανέφικτες (πολυπολιτισμικότητα).
Σχετικά με τα πιο πάνω ζητήματα, επιχειρώ μερικές σκέψεις: 1. Πώς ορίζεται ο πολιτισμός; και 2. Ειναι άραγε αντινομική η σχέση μεταξύ «πολιτισμού» και «πολιτισμών», δηλαδή, αν θέλουμε τον πρώτο, πρέπει να αρνηθούμε τους τελευταίους και αντιστρόφως;
Τη δυτική σκέψη -ήδη από την αρχαία Ελλάδα, με αποκορύφωμα τον Διαφωτισμό- διατρέχει η εννοιολόγηση του πολιτισμού ως αντίθετο της βαρβαροτητας: βάρβαρος είναι αυτός που δεν αναγνωρίζει ότι οι άλλοι είναι ανθρώπινα όντα, όπως ο ίδιος. Κατ’ αντιδιαστολήν, πολιτισμένος είναι, πάντα και παντού, όποιος μπορεί να αναγνωρίζει πλήρως την ανθρώπινη υπόσταση των άλλων. Προκειμένου να γίνει κανείς πολιτισμένος πρέπει να διανύσει δύο στάδια: στο πρώτο ανακαλύπτει ότι οι άλλοι έχουν τρόπους ζωής διαφορετικούς από τον δικό του. Στο δεύτερο, δέχεται να τους θεωρεί φορείς της ίδιας ανθρώπινης υπόστασης με τη δική του. Η ιδέα του πολιτισμού συμπίπτει με ό,τι ο Καντ ονομάζει «κοινό νου» ή ακόμα «διευρυμένη σκέψη» και βλέπει σ’ αυτήν την ικανότητα του ανθρώπινου όντος να μπαίνει στη θέση κάθε άλλου προσώπου, ένα μέσον με το οποίο δύναται να εκπληρώσει την αποστολή του.
Η αλήθεια είναι ότι κανένας άνθρωπος, πολύ περισσότερο δε ένας λαός, δεν είναι απόλυτα πολιτισμένος, μπορεί όμως να είναι περισσότερο ή λιγότερο πολιτισμένος –όπως περισσότερο ή λιγότερο βάρβαρος. Πολλοί συγγραφείς του Διαφωτισμού αντιπαραθέτουν τη βαρβαρότητα στον πολιτισμό και αντιλαμβάνονται την ιστορία τής ανθρωπότητας ως πορεία μονής κατεύθυνσης που οδηγεί από τον πρώτο όρο στον δεύτερο.
Με βάση αυτή την έννοια του πολιτισμού, που τοποθετεί στο κέντρο της, ως απόλυτη, οικουμενική και διαχρονική αξία, την ανθρώπινη ζωή και υπόσταση, δομήθηκαν ιστορικά οι θεσμοί των νεότερων δυτικών κοινωνιών: συντάγματα, αναγνώριση και προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου, διάκριση των εξουσιών, λαϊκή κυριαρχία.
Ο πολιτισμός (civilisation) αντιτίθεται στη βαρβαρότητα. H σημασία όμως της λέξης αλλάζει σημαντικά αν τη βάλουμε στον πληθυντικό (cultures). Oι πολιτισμοί δεν αντιστοιχούν σε άχρονες, οικουμενικές αξίες, αλλά σε ιστορικά μορφώματα που εμφανίζονται και εξαφανίζονται, χαρακτηρίζονται δε από πολυάριθμα γνωρίσματα που σχετίζονται τόσο με την υλική όσο και με την πνευματική ζωή.
Κουλτούρα είναι το σύνολο των χαρακτηριστικών της κοινωνικής ζωής, οι συλλογικοί τρόποι ζωής και σκέψης, οι μορφές και το ύφος της οργάνωσης του χρόνου και του χώρου, η γλώσσα, η θρησκεία, οι τρόποι κατασκευής των σπιτιών, τα εργαλεία, οι τρόποι διατροφής και ένδυσης. Τα χαρακτηριστικά αυτά εσωτερικεύονται από τα μέλη της ομάδας ως νοητικές αναπαραστάσεις. Επομένως, η κουλτούρα υπάρχει σε δύο αλληλένδετα επίπεδα, αυτό των κοινωνικών πρακτικών και εκείνο της εικόνας που αφήνουν αυτές στο πνεύμα της κοινότητας. Η λέξη «κουλτούρα» έχει περιγραφική και όχι αξιολογική έννοια, δεδομένου ότι κάθε ανθρώπινη ομάδα έχει μια κουλτούρα.
Οι δύο αυτές έννοιες του πολιτισμού (civilisation και cultures) μπαίνουν στην ευρωπαϊκή σκέψη την ίδια εποχή, κατά το δεύτερο ήμισυ του 18ου αιώνα, στον απόηχο της σκέψης του Διαφωτισμού. Στις αρχές του 19ου αιώνα οι όροι και οι σημασίες τους έχουν καταστεί κοινοί.
Για πολύ καιρό, η σκέψη του Διαφωτισμού αποτέλεσε πηγή έμπνευσης ενός μεταρρυθμιστικού και φιλελεύθερου ρεύματος που πρόβαλλε την αξία της οικουμενικότητας και του ίσου σεβασμού προς όλους. Το ρεύμα αυτό μπορούσε να συναρθρώνει την οικουμενικότητα των αξιών και την πολλαπλότητα των πολιτισμών.
Την ιεραρχική αλλά όχι αντινομική σχέση μεταξύ του «πολιτισμού» και των «πολιτισμών» ήρθε να αμφισβητήσει το ρεύμα του στρουκτουραλισμού, εισάγοντας την έννοια της πολυπολιτισμικότητας.
Σε ένα διάσημο κείμενό του 1952, με τίτλο «Φυλή και Ιστορία», ο Claude LeviStrauss τονίζει την ίση νομιμότητα όλων των πολιτισμών. Δηλώνει ότι κάθε κουλτούρα οργανώνεται γύρω από τη λύση ενός συγκεκριμένου προβλήματος. Η δυτική κουλτούρα είναι αφιερωμένη στην εύρεση ισχυρών μηχανικών μέσων, οι Εσκιμώοι και οι Βεδουϊνοι κατάφεραν καλύτερα από άλλους να προσαρμοστούν σε εχθρικές γεωγραφικές συνθήκες κλπ.
Το κείμενο αυτό άσκησε μεγάλη επιρροή στη Γαλλία και συνετέλεσε στο να αντιμετωπίζονται με μεγαλύτερο σεβασμό οι μη δυτικοί πολιτισμοί. Όμως ο LeviStrauss κάνει ένα βήμα παραπέρα: αρνείται την ορθότητα της αντίθεσης μεταξύ πολιτισμού και βαρβαρότητας, και επομένως την ίδια την ιδέα του πολιτισμού. Δεν αγνοεί την ύπαρξη της βαρβαρότητας, την ορίζει κι αυτός ως στάση που συνίσταται στο να τίθενται οι άλλοι εκτός ανθρωπότητας. Βλέπει όμως ένα παράδοξο στην ίδια την πράξη της υπόδειξης κάποιου ως βαρβάρου, διατυπώνοντας την εξής κρίση: «Αρνούμενος κανείς την ανθρωπιά εκείνων που φαντάζουν ως πιο «άγριοι» ή πιο «βάρβαροι» μεταξύ των ανθρώπων, το μόνο που κάνει είναι να υιοθετεί μία από τις πιο χαρακτηριστικές συμπεριφορές τους. Βάρβαρος είναι εκείνος που πιστεύει στη βαρβαρότητα». Έτσι ο LeviStrauss αρνείται να εκφέρει την παραμικρή κρίση για τους πολιτισμούς και τα στοιχεία τους: όλες οι κοινωνίες είναι το ίδιο καλές ή κακές, όλες οι πολιτισμικές αξίες σχετικές, δεν υπάρχουν οικουμενικές/υπερπολιτισμικές αξίες.
Η αλήθεια είναι, βέβαια, ότι παράδοξος είναι ο συλλογισμός του ίδιου του LeviStrauss. Εφόσον ορίσουμε, κατά το παράδειγμά του, τη βαρβαρότητα ως απόρριψη εκτός ανθρωπότητας ορισμένων από τα μέλη της, δεν γινόμαστε σε καμία περίπτωση βάρβαροι καταγέλλοντας τις πράξεις βαρβαρότητας. Αρκεί να αναγνωρίζουμε ότι η βαρβαρότητα δεν είναι απάνθρωπη, ενυπάρχει στην ανθρώπινη συνθήκη. Επομένως οι βάρβαροι δεν εξορίζονται από την ανθρωπότητα. Ο πολιτισμός δεν προϋποθέτει τη θεμελιώδη καλοσύνη της ανθρωπότητας. Χαρακτηρίζοντας κάποιον ως άνθρωπο έχω κατά νου και την ικανότητα του να βασανίζει.
Αυτή η ίδια η ανθρώπινη συνθήκη, η οποία περικλείει και τη βαρβαρότητα, καθιστά ανεκτίμητη και απόλυτη την αξία του πολιτισμού, όπως ορίζεται πιο πάνω. Επιπλέον, ο πολιτισμός, σε καμία περίπτωση, δεν αρνείται ούτε παραγνωρίζει τις επιμέρους κουλτούρες. Ομως, το να έχει κανείς κουλτούρα δεν σημαίνει οτι είναι δέσμιός της. Με αφετηρία κάθε κουλτούρα ξεχωριστά μπορεί ο άνθρωπος να διεκδικήσει τις απόλυτες αξίες του πολιτισμού!


Ο Montesquieu δήλωνε άνθρωπος, κατ ανάγκην, και Γάλλος μόνο λόγω του τυχαίου περιστατικού τής γέννησής του σε αυτόν τον τόπο και όχι σε άλλον.

Σχόλια

  1. Εξαιρετικό άρθρο και φοβερά δύσκολα ερωτήματα:
    Από τον Καντ (κατηγορική επιταγή ως "κατόπιν στοχασμού υπερεγώ" του πολιτισμένου ανθρώπου) μέχρι τον Κλωντ Λεβι Στρώς, η διάσταση του ζητήματος και των απόψεων είναι τεράστια.
    Να μην ξεχάσουμε και την βαθύτερη ιστορική και ανθρωπολογική διάσταση που υπέθεσε ο Αντόρνο: Ότι δηλαδή η "βαθειά πηγή" της βαρβαρότητας ανθρώπου προς άνθρωπο ίσως θα πρέπει να αναζητηθεί στη συμπεριφορά του ανθρώπου απέναντι στα ζώα.
    Ωστόσο η αποκορύφωση της "βαρβαρότητας" ιστορικά εκδηλώθηκε στη νεοτερική εποχή, ως "ακραία νεοτερικότητα" (Αουσβιτς), και οχι ως επιβίωση αρχαικών καθυστερήσεων. Όχι η φύση αλλά η ιστορία είναι το λίκνο της βαρβαρότητας - η ιστορία είναι η ίδια η καταστροφή (Βάλτερ Μπένγιαμιν).
    Άν λοιπόν μιλάμε ειδικά για την βαρβαρότητα ως φαινόμενο της νεοτερικότητας, και ως αντίποδά της έναν μη εργαλειακό Λόγο, αξίζει να θυμηθούμε και τον Φρειδερίκο Σίλλερ (Περί Αφελούς και Συναισθηματικής Ποιήσεως, μετ. Π. Κονδύλη, εκδ. Στιγμή, 1985, σελ. 9): "Κάποτε είμαστε φύση όπως κι αυτά, και τώρα ο πολιτισμός μας πρέπει και πάλι να μας ξαναφέρει στη φύση από το δρόμο του Λόγου και της ελευθερίας".

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι ο λαός της.

Κίμων Χατζημπίρος: Σχόλια για τις αξίες της αξίας

Οι καταλήψεις , ο δήμαρχος και ο άλλος άνθρωπος