Σκέψεις και προτάσεις για την πανεπιστημιακή εκπαίδευση


της Δάφνης Μανουσάκη
Παρά το ζοφερό πολιτικό κλίμα των τελευταίων ημερών δεν πρέπει να ξεχνάμε τις λύσεις που πρέπει να αναζητήσουμε για να ανακάμψει η χώρα. Η άποψή μου είναι ότι, παρ’όλο που απαιτεί χρόνια για να αποδώσει, η καλύτερη διέξοδος για τη χώρα είναι να δοθεί προτεραιότητα στη σωστή παιδεία των πολιτών της.
Μελετώντας τα ΑΕΙ της χώρας μπορούμε να προβλέψουμε την εικόνα που θα έχει η χώρα σε 20 χρόνια. Η εικόνα αυτή δεν είναι καθόλου ενθαρρυντική για την αναπτυξιακή πορεία της χώρας. Ας ξεκινήσουμε από τους φοιτητές. Υπάρχουν εξαιρετικοί φοιτητές που γνωρίζουν για ποιό λόγο βρίσκονται στο πανεπιστήμιο και γνωρίζουν τι επιθυμούν να σπουδάσουν. Αυτοί αποφοιτώντας θα αξιοποιήσουν όσα έμαθαν, είτε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό.
Όμως τα στοιχεία δείχνουν ότι πέραν αυτών, υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι που δεν καταφέρνουν να βρουν το δρόμο τους κάτι που είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό.
Γι’ αυτό το λόγο οφείλουμε να έχομε μια ακριβή εικόνα για τα ΑΕΙ της χώρας η οποία σχηματίζεται μέσω της επεξεργασίας των στοιχείων που έχουμε στη διάθεσή μας.
ΑΕΙ και φοιτητές: τα στοιχεία
Σήμερα έχουμε
36 ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα – 22 Πανεπιστήμια και 14 Ανώτατα Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Κάποιοι έχουν ισχυριστεί ότι ο αριθμός των ΑΕΙ της χώρας είναι μεγάλος. Δε συμμερίζομαι αυτή την άποψη. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχουν σήμερα 3.300 ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης, δηλαδή αντιστοιχούν 6-7 ΑΕΙ ανά ένα εκατομμύριο κατοίκους.
Στα ΑΕΙ της χώρας εισάγεται πάνω από το 70% των αποφοίτων του Λυκείου, το μεγαλύτερο ποσοστό στην Ευρώπη.
Σε αυτά είναι εγγεγραμμένοι περίπου 635.000 φοιτητές (πριν από 2 χρόνια είχαμε 409.000 φοιτητές στα πανεπιστήμια και 226.000 στα ΤΕΙ), από τους οποίους οι μισοί είναι σε κανονική διάρκεια σπουδών.
Εάν λοιπόν έχουμε ικανό αριθμό φοιτητών και αποφοίτων, γιατί υφίσταται θέμα παιδείας;
Σε πρόσφατη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ανώτατης Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, ο Υπουργός ανέφερε ότι η ελληνική οικογένεια θέλει να σπουδάζουν τα παιδιά της και να υπάρχει χώρος γι΄αυτά στα ελληνικά ΑΕΙ.
Δυστυχώς όμως η πραγματικότητα είναι ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα και στο θέμα του χώρου και στο θέμα των σπουδών:
Οι εισακτέοι σε πολλά τμήματα ΑΕΙ της χώρας υπερβαίνουν τη χωρητικότητα των αιθουσών διδασκαλίας και γενικά τις δυνατότητες των υποδομών και του προσωπικού. Επομένως, δεν υπάρχει χώρος, στην κυριολεξία.
Επίσης, εάν θέτουμε θέμα φοίτησης, θα πρέπει να θέσουμε επίσης θέμα αποφοίτησης. Γι΄αυτήν τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: Το 2011-12 εισήχθησαν στα Πανεπιστήμια 48.000 νέοι. Την ίδια περίοδο αποφοίτησαν 24.000 φοιτητές στα ν+2 χρόνια. Δηλαδή για κάθε δύο εισακτέους, αποφοίτησε μόνο ένας φοιτητής στα προβλεπόμενα έτη σπουδών αυξημένα κατά 2 (ν+2). Το ¼- ⅓ των νέων της χώρας είναι καθ’ οδόν για να γίνουν αιώνιοι.
Προβλήματα στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση
Γιατί όμως δεν αποφοιτούν οι φοιτητές; Οι αιτίες είναι πολλές:
Θα ήταν εύκολο να πει κανείς «είναι τεμπέληδες», ή «ασχολούνται με το συνδικαλισμό και δεν διαβάζουν». Η εικόνα όμως είναι πολύ πιο σύνθετη.
Οι νέοι εισάγονται στο πανεπιστήμιο μετά από πανελλήνιες εξετάσεις οι οποίες:
1) Δεν εστιάζουν στην κριτική ικανότητα, στο εύρος των γνώσεων, στη σύνθεση των πληροφοριών ή άλλες δεξιότητες.
2) Η ύλη τους δεν σχετίζεται με το αντικείμενο των σπουδών.
3) Δίνουν έμφαση στην αποστήθιση: Οι νέοι αποκτούν μια τελείως στρεβλή εντύπωση για το τι είναι μάθηση εμμένοντας στη συλλογή τυπικών προσόντων. Αδυνατούν να κατανοήσουν τι σημαίνει μαθαίνω, επειδή το σχολείο τους προτρέπει να μη μαθαίνουν αλλά να αποστηθίζουν.
4) Επιτρέπουν να εισάγονται στα ΑΕΙ απόφοιτοι με χαμηλή βαθμολογία, κάποιοι μάλιστα με βαθμολογία μικρότερη της βάσης! Εάν μετά από φροντιστήρια ή ιδιαίτερα δεν επιτυγχάνουν τη βάση, πως θα την επιτύχουν στο πανεπιστήμιο ;
Υπάρχουν όμως και άλλοι λόγοι για τους οποίους οι νέοι δεν καταφέρνουν τα ανταποκριθούν στις σπουδές τους:
1. Το αντικείμενο των σπουδών δεν ανταποκρίνεται στα ενδιαφέροντα του νέου. Μετά τις πανελλήνιες εξετάσεις, οι απόφοιτοι εισάγονται σε τμήματα ή σχολές για το αντικείμενο των οποίων δεν είχαν ενημερωθεί σωστά ή δεν έχουν σωστή εικόνα για το τι προσφέρει το τμήμα ή η σχολή. Εάν το αντικείμενο της σχολής δεν αρέσει σε ένα φοιτητή, αυτός δεν μπορεί να το αλλάξει και εγκλωβίζεται. Μετά από την πάροδο τριών ή τεσσάρων ετών σπουδών, συνειδητοποιεί ότι δεν αγαπά αυτό που σπουδάζει και αδυνατεί πλέον να αντιδράσει.
2. Εισάγονται σε αριθμούς πολλαπλάσιους από αυτούς που προτείνουν οι σχολές υποδοχής. Ένας αριθμός που χαρακτηρίζει το πλήθος των φοιτητών ενός ΑΕΙ είναι η αναλογία φοιτητών / καθηγητών. Στις διεθνείς αξιολογήσεις χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει την ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου. Η χώρα μας έχει 30 φοιτητές ανά καθηγητή, όταν ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 15 φοιτητές ανά καθηγητή. Έχουμε το μεγαλύτερο αριθμό φοιτητών ανά καθηγητή, όχι μόνο μεταξύ των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ, αλλά και σε σύγκριση με πολλές αναδυόμενες οικονομίες. Η κατάσταση στα παιδαγωγικά τμήματα, όπου παρατηρούνται πολύ μεγαλύτεροι αριθμοί φοιτητών (70 φοιτητές ανά καθηγητή) η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη.
Εξ’ αιτίας του μεγάλου αριθμού εισακτέων, στα ΑΕΙ συχνά δεν επαρκούν τα καθίσματα, οι αίθουσες, τα εργαστήρια, το διδακτικό προσωπικό και οι βοηθοί. Από τη θαλπωρή της οικογένειας και το οικείο περιβάλλον του φροντιστηρίου, οι νέοι βρίσκονται σε μια λαοθάλασσα φοιτητών, στην ανωνυμία, στη μοναξιά. Η έλλειψη δε επαφής με τους διδάσκοντες συνεπάγεται την αδυναμία του συστήματος να προσφέρει ουσιαστική καθοδήγηση στους φοιτητές. Παράλληλα, οι νέοι νοιώθουν το βάρος της οικογενειακής προσδοκίας, πίεσης, επένδυσης.
3. Φυσικά, από την εικόνα δε λείπουν οι περιπτώσεις προβληματικών καθηγητών: αυτών που είναι μονίμως απόντες, δεν σέβονται τους φοιτητές τους ή δε σέβονται την εκπαιδευτική διαδικασία.
Την αδιαφορία του συστήματος τονίζει επίσης η έλλειψη μιας πανελλήνιας έρευνας που θα μελετά τους λόγους αποτυχίας ή μη ολοκλήρωσης των σπουδών των νέων που φοιτούν στα ΑΕΙ. Η ανάγκη μιας τέτοιας μελέτης είναι επιτακτική, ιδιαίτερα από τη στιγμή που έχει επισημανθεί ότι υπάρχει τμήμα ή τμήματα ΑΕΙ στα οποία οι φοιτητές αντιμετωπίζουν ψυχολογικά και άλλα προβλήματα.
Τα πανεπιστήμια με τη σημερινή τους δομή δεν έχουν τη δυνατότητα να τους βοηθήσουν. Όπως φαίνεται η Ελλάδα «τρώει τα παιδιά της».

Τι μπορεί να γίνει;
Από τα προβλήματα που σημείωσα,
1. Οι εισαγωγικές εξετάσεις που δίνουν έμφαση στην αποστήθιση.
2. Τα κριτήρια εισαγωγής που δεν καθορίζονται από τα ΑΕΙ
3. Ο τεράστιος αριθμός εισακτέων σε σχέση με τις υποδομές και το προσωπικό
4. Η αδυναμία αλλαγής αντικειμένου σπουδών
5. Η δυνατότητα που έχουν οι φοιτητές να “λιμνάζουν” ες αεί και οι απεριόριστες ευκαιρίες επανεξέτασης
αποτελούν ευθύνες του Υπουργείου Παιδείας – είναι συνέπειες πολιτικών αποφάσεων και δεν εξαρτώνται από άλλους παράγοντες, π.χ. χρηματοδότηση.
Άλλα, όπως π.χ.
1. Η έλλειψη ικανού αριθμού διδασκόντων και προσωπικού,
2. Οι υποδομές,
3. Οι λειτουργικές δαπάνες,
4. Η έρευνα,
είναι μεν συνέπειες πολιτικών αποφάσεων αλλά εξαρτώνται από τη χρηματοδότηση.
Τα στοιχεία που αφορούν στη χρηματοδότηση δεν είναι επίσης θετικά:
Πριν από 6 χρόνια, ο προϋπολογισμός για την ανώτατη εκπαίδευση ήταν 1,5 δισ. και το 2015 προβλέπεται να είναι 800.000 εκατομμύρια.
Εάν θέλουμε να κατανοήσουμε τι σημαίνει η χρηματοδότηση των 800 εκατομμυρίων ευρώ, μπορούμε να την συγκρίνουμε με τους προϋπολογισμούς μερικών καλών πανεπιστημίων της Ευρώπης: Το πανεπιστήμιο της Σορβόννης έχει προϋπολογισμό περίπου 680 εκατ. ευρώ, το Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης 368 εκατ. ευρώ, το Πολυτεχνείο του Μονάχου (μαζί με το αντίστοιχο νοσοκομείο) 1 δισεκατομμύριο 203 εκατομμύρια ευρώ.
Είναι εμφανές ότι η χώρα δεν μπορεί να εκπαιδεύσει σωστά ένα τόσο μεγάλο αριθμό φοιτητών με το προαναφερθέν ποσό.
Δεν είναι όμως όλα θέμα Υπουργείου ή χρηματοδότησης:
Το διδακτικό και το ερευνητικό έργο των διδασκόντων πρέπει να αξιολογείται όπως επίσης πρέπει να αξιολογούνται τα προγράμματα σπουδών ώστε να λαμβάνονται μέτρα για την διόρθωση των κακώς κειμένων.
Μπορεί κανείς να μαντέψει την εικόνα που θα έχει η Ελλάδα σε 20 χρόνια παρατηρώντας τους φοιτητές μέσα στα πανεπιστήμια. Εάν εκατοντάδες χιλιάδες νέοι παραμένουν στα ΑΕΙ χωρίς να αποφοιτούν, χωρίς να συμμετέχουν στην παραγωγική διαδικασία, αλλά και εάν πολλοί από όσους αποφοιτούν έχουν εκπαιδευθεί ελλιπώς, τότε οι συνέπειες θα είναι εμφανείς σε κάθε εκδήλωση της ζωής μας.
Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να ορθοποδήσει η χώρα – ώστε σε 20 χρόνια να έχει πραγματικά αλλάξει σελίδα – παρά μόνο με το σωστό επανασχεδιασμό του χάρτη των πανεπιστημίων και ολόκληρου του εκπαιδευτικού συστήματος.
Οι προτάσεις
Γι’ αυτό, ως τομέας Πανεπιστημιακής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης της Επιτροπής Δια Ταύτα στο Ποτάμι, καταθέτουμε τις παρακάτω προτάσεις για να διορθωθούν τα κακώς κείμενα και να αντιστραφεί το αρνητικό κλίμα μέσα στα Πανεπιστήμια. Οι προτάσεις αυτές, προέκυψαν μέσα από τις εισηγήσεις, και τις εκτενείς συζητήσεις των μελών του τομέα πανεπιστημιακής εκπαίδευσης της ΕΔΤ και συνοψίζονται στα παρακάτω:
1. Να απελευθερωθεί η παιδεία από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό του Υπουργείου Παιδείας. Προτείνουμε την ίδρυση ανεξάρτητων αρχών με ενισχυμένο ρόλο στη λήψη αποφάσεων. Αρχών με επιτελείο και προσωπικό με εξειδικευμένες γνώσεις σε συγκεκριμένα ζητήματα, με τα οποία η κάθε Αρχή θα ασχολείται και θα επιλύει. Η Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση υπάρχει ήδη. Προτείνουμε επίσης την ίδρυση Εθνικού Φορέα Αξιολόγησης του Εκπαιδευτικού Προσωπικού, ενός Εθνικού Κέντρου Εκπαιδευτικής Έρευνας και Σχολικής Βελτίωσης, κ.α.
2. Να ορίζεται Υφυπουργός Παιδείας επί θητεία και όχι να αλλάζει διαρκώς σε ένα ασταθές πολιτικό κλίμα.
3. Τα πανεπιστήμια πρέπει να αξιολογούνται, αλλά η αξιολόγηση δεν μπορεί να μένει στο αρχείο. Θα πρέπει να υπάρχουν μηχανισμοί που θα διορθώνουν τα κακώς κείμενα, όπως και μηχανισμοί ενίσχυσης καλών πρακτικών.
4. Στην αξιολόγηση είναι σημαντικό να συμμετέχουν οι απόφοιτοι, καθώς εκείνοι γνωρίζουν πόσο καλές ήταν οι σπουδές τους και πόσο τους βοήθησαν στη μετέπειτα πορεία τους.
5. Να γίνει αναμόρφωση, διεύρυνση και αναβάθμιση της τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης, ιδιαίτερα των ΕΠΑΛ και οργάνωση της δια βίου μάθησης.
6. Να δοθεί μεγαλύτερη αυτονομία στα ΑΕΙ: αυτονομία να καθορίζουν τον αριθμό των εισακτέων τους, αλλά και τα κριτήρια εισαγωγής των νέων στα διάφορα τμήματα. Σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο, τα πανεπιστήμια δέχονται έναν νέο φοιτητή με βάση τα προσόντα του και τις ικανότητές του και κατά ένα τρόπο δεσμεύονται ότι θα αναλάβουν να τον εκπαιδεύσουν σωστά και να τον οδηγήσουν έως το πτυχίο. Στην Ελλάδα το Υπουργείο κρατά όλη την ευθύνη και οδηγεί δεκάδες χιλιάδες νέων κάθε χρόνο σε αδιέξοδο.
7. Για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια τονίζουμε ότι πρέπει να αλλάξει το υπάρχον σύστημα με βάση διεθνή πρότυπα (π.χ IB) και να αποσυνδεθεί από το Λύκειο. Προτείνουμε τα τμήματα των ΑΕΙ να καθορίζουν τα κριτήρια εισαγωγής: Μια σχολή υψηλών απαιτήσεων μπορεί να θέσει πολλαπλά κριτήρια, μια άλλη σχολή μπορεί να θέσει ως κριτήριο εισαγωγής τις επιδόσεις στο Λύκειο, μια έκθεση δραστηριοτήτων και ενδιαφερόντων, κλπ. Οι εξετάσεις πρέπει να στοχεύουν στην κριτική σκέψη και στις δεξιότητες των υποψηφίων.
8. Οι φοιτητές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να μετακινούνται μεταξύ τμημάτων ή ΑΕΙ: εάν ένας φοιτητής διαπιστώσει ότι ένα αντικείμενο δεν του αρέσει ή εάν δεν καταφέρνει να ανταποκριθεί σε αυτό να μπορεί να μετακινείται σε άλλη σχολή στα πρώτα 2 έτη των σπουδών του.
9. Η φοιτητική μέριμνα είναι ένα σοβαρό θέμα: Πολλά από τα καλά πανεπιστήμια του εξωτερικού έχουν φοιτητικές εστίες, όχι (μόνο) για την ενίσχυση των αδύναμων φοιτητών, αλλά επειδή οι φοιτητικές εστίες αποτελούν σημαντικό στοιχείο για τη δημιουργία ακαδημαϊκού κλίματος. Σε μια περίοδο που η χώρα αδυνατεί να χρηματοδοτήσει επαρκώς τα ΑΕΙ, θα πρέπει να βρούμε το νομικό πλαίσιο για εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης.
10. Είμαστε υπέρ της ίδρυσης μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων που θα ικανοποιούν αυστηρές προδιαγραφές, θα αξιολογούνται όπως και τα δημόσια και θα πιστοποιούνται. Πριν από περισσότερο από έναν αιώνα, όταν η Κρητική Πολιτεία ήταν σε μια αντίστοιχα δύσκολη οικονομική συγκυρία, ο Ελευθέριος Βενιζέλος αναγνώρισε ότι έπρεπε να δοθεί η δυνατότητα παροχής εκπαίδευσης στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Αντίστοιχα, σε μια δύσκολη για τη χώρα συγκυρία, θα πρέπει να δώσουμε τη δυνατότητα παροχής πανεπιστημιακών σπουδών υπό αυστηρές όμως προδιαγραφές.
11. Είμαστε υπέρ της λειτουργίας ξενόγλωσσων προγραμμάτων σπουδών σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο. Μπορεί η Ελλάδα και τα Πανεπιστήμιά της να υποστηρίξουν προγράμματα για την προσέλκυση φοιτητών από άλλες χώρες, για παράδειγμα, από τις χώρες της Μεσογείου.
12. Θα πρέπει να σχεδιάσουμε ένα πρόγραμμα επαναπατρισμού των Ελλήνων επιστημόνων και ένταξης των νέων επιστημονικών πεδίων που ενδεχομένως θεραπεύουν.
13. Πολύ περισσότερο από κάθε υλική ανταμοιβή, για τον επιστήμονα αμοιβή αποτελεί το περιβάλλον και η δυνατότητα να διδάξει και να ερευνήσει. Πρέπει να δώσουμε τη δυνατότητα της παροχής μέσων που θα ενισχύουν την έρευνα για να προσελκύσουμε επιστήμονες και για να δημιουργήσουμε νέους επιστήμονες, ξεκινώντας από την μείωση της γραφειοκρατίας που υπεισέρχεται σήμερα στην παροχή ερευνητικών υπηρεσιών
14. Ιδιαίτερα θα πρέπει να δώσουμε τη δυνατότητα στους φοιτητές να ιδρύουν εντός των πανεπιστημίων τους (π.χ. διάθεση χώρου) νεοφυείς επιχειρήσεις, στις οποίες θα έχουν μετοχική πλειοψηφία άνω του 66%.
15. Και φυσικά, θα πρέπει να ενθαρρυνθεί η αμοιβαία και επωφελής διασύνδεση των πανεπιστημίων με την παραγωγή.
Επίλογος
Πριν από 50 χρόνια είχε ξεκινήσει η συζήτηση για την αναδιάρθρωση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στη χώρα μας. Σχεδόν κάθε Υπουργός Παιδείας του τόπου έχει συνδέσει το όνομά του και με μία “μεταρρύθμιση” στην Γ-βάθμια εκπαίδευση ή με το σύστημα εισαγωγής στα Πανεπιστήμια. Αλήθεια, γιατί κανείς δεν κατάφερε να αλλάξει την κουλτούρα λειτουργίας τους; Σήμερα, έχοντας διαπιστώσει ότι η πολιτική του Υπουργείου ήταν να μοιράζει πτυχία και όχι να παρέχει εκπαίδευση, το ζητούμενο της αναβάθμισης των πανεπιστημίων παραμένει.
Λέγεται ότι απαιτείται μια γενιά για να αποδώσουν οι επενδύσεις στην παιδεία. Επειδή τα οφέλη ήταν πάντα σε βάθος χρόνου, κανείς δεν έθεσε το θέμα της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στις σωστές της βάσεις. Από την πρώτη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964 κοντεύουν να περάσουν 2 γενιές, και ακόμα μιλάμε για την πανεπιστημιακή αναβάθμιση.
Ίσως τώρα, καθώςπαρατηρούμε τη χώρα να καταρρέει, πρέπει επιτέλους να κάνουμε τα απαραίτητα σοβαρά βήματα.
Η σημαντικότερη επένδυση, είναι η επένδυση στον άνθρωπο. Ο πραγματικά μορφωμένος άνθρωπος μπορεί όλα να τα αντιμετωπίσει και όλα να τα παράγει. Αυτό αποτελεί το ζητούμενο της εποχής μας, σε αυτό τον άξονα κινούνται όσες χώρες θέλουν να προχωρήσουν μπροστά. Προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει και εμείς να κινηθούμε.
*Εισήγηση της Δάφνης Μανουσάκη, συντονίστριας στον τομέα πανεπιστημιακής και επαγγελματικής εκπαίδευσης της Επιτροπής Δια Ταύτα, στην εκδήλωση της Τ.Ο. Ηρακλείου με θέμα την παιδεία.

Σχόλια

  1. Ενα ακομα αξιολογο αρθρο για τα ΑΕΙ με σοβαρες προτασεις. Ομως, οπως και σε ολα τα αλλα, λειπει μια προταση για διαφοροποιηση στις αποδοχες των καθηγητων πανεπιστημιου. Γιατι αυτος που κανει πρωτοποριακες ερευνες και εξαιρετη διδασκαλια (πραγματα που χρειαζονται σκληρη δουλεια, ξενυχτια κλπ) πρεπει να πληρωνεται το ιδιο με εκεινους μιας μετριας η ανυπαρκτης παραγωγικοτητας, η και με αυτους «που είναι μονίμως απόντες, δεν σέβονται τους φοιτητές τους ή δε σέβονται την εκπαιδευτική διαδικασία»;

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Ύστατος πόρος: Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι μια πρόταση για το μέλλον.

Βάσω Κιντή: Παραιτούμαι από μέλος της ΚΕ και αποχωρώ από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς

Κίμων Χατζημπίρος: Ατελέσφορη Οικολογία