Γιώργος Αντωνίου: Να μπει μπροστά ο Δήμαρχος Αθήνας;
Η εκλογική συνεργασία της Αντιπολίτευσης
ή της Κεντροαριστεράς.
του Γιώργου Αντωνίου
Βρισκόμαστε σχεδόν σε προεκλογική περίοδο!... Μετά τα τελευταία,
ραγδαία, οικονομικοπολιτικά γεγονότα, δημοψήφισμα που προκήρυξε η κυβέρνηση,
κλείσιμο των τραπεζών, capital controls, στάση
εσωτερικών πληρωμών, μεγάλη πτώση του τζίρου, έντονη ύφεση και καταποντισμός
της οικονομίας επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, διαφοροποίηση της αριστεράς
πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ και ανασχηματισμός, η χώρα πιθανά θα οδηγηθεί από τον
πρωθυπουργό, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, το φθινόπωρο, σε βουλευτικές
εκλογές. Αυτό θα γίνει μετά την ψήφιση της σκληρής, μνημονιακής οικονομικής
συμφωνίας με τους δανειστές μας, ώστε η κυβέρνηση –και η κοινωνία- να μην
προλάβουν να εισπράξουν το τίμημα, το κόστος και τις συνέπειες της «έντιμης και
αξιοπρεπούς», υφεσιακής (πλην όμως αναγκαίας) συμφωνίας.
Βασικό κίνητρο του πρωθυπουργού για να προκηρύξει εκλογές θα είναι η
προσπάθειά του να γλυτώσει από τον πνιγηρό εναγκαλισμό της αριστερής πτέρυγας
του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία –πολύ δυνατή στο κόμμα- τον έχει βραχυκυκλώσει και σχεδόν
αιχμαλωτίσει και τον υπονομεύει καθοριστικά στις κρίσιμες ψηφοφορίες στη Βουλή
για τα συμφωνηθέντα με τους Εταίρους μέτρα. Ο Τσίπρας είναι μπλοκαρισμένος και
βραχυκυκλωμένος από την αριστερή πτέρυγα (Αριστερή πλατφόρμα, συν Κωνσταντοπούλου,
συν Βαρουφάκης ανάλογα με τον εκάστοτε προσανατολισμό του). Εάν ο Τσίπρας,
επιτέλους, κατανοήσει κατάβαθα πως δεν μπορεί να υπομένει άλλο το ρόλο του
βολικού, ανεκτικού, οπορτουνιστή και νωθρού ισορροπιστή, οφείλει να απομονώσει,
να περιθωριοποιήσει και να εξοστρακίσει τα κυριότερα, τυχοδιωκτικά κι ακραία
αριστερά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Ανώτερα στελέχη που υποσκάπτουν τη θέση της χώρας
μέσα στην Ευρωζώνη, την οικονομική σταθερότητα και τον δικό του ρόλο ως
πρωθυπουργού (και αφού τον καταψηφίζουν στη Βουλή, δηλώνουν υποκριτικά
«στηρίζουμε την κυβέρνηση»!!)
Ο πρωθυπουργός φαίνεται, σύμφωνα με τις σφυγμομετρήσεις, πως διατηρεί
το πολιτικό προβάδισμα, το σχετικά φρέσκο -και νεανικό- πολιτικό κεφάλαιο και πολιτικό
πλεονέκτημά του, τη σχεδόν προσωπολατρική σχέση που διατηρούν ακόμη μαζί του οι
πολλοί οπαδοί του, ιδίως οι νεότεροι. Οπαδοί του Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ είναι
ακόμη (μα ως πότε;) οι αριστεροί, οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι καταχρεωμένοι στις
τράπεζες και την εφορία, οι ταλαιπωρημένοι από την οικονομική κρίση, πολλοί
νέοι και οι διάφοροι αναξιοπαθούντες πολίτες. (Δεν θα αναλύσουμε εδώ γιατί τα πολιτικά
κεφάλαια του Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ είναι ακόμη ισχυρά, ποιοι μηχανισμοί, ποια
οργάνωση, ποια πολιτική προπαγάνδα και ποιες κυρίαρχες, εθνικιστικές,
λαϊκιστικές, αριστερές ιδεολογίες και διαδεδομένα ιδεολογήματα τα αναπαράγουν
και αναζωογονούν· ούτε πότε εκτιμούμε πως θα φθαρούν).
Μπορούμε επίσης να εκτιμήσουμε πως η μεταρρυθμιστική ορμή του Τσίπρα (εάν
ποτέ τη διέθετε) είναι μέτρια. Αν και η –κάπως χλωμή- περίπτωση να απαλλαγεί μετεκλογικά
από την αριστερή πτέρυγα του κόμματος, τόσο οργανωτικά όσο και ιδεολογικοπολιτικά,
ελέγχοντας τις βουλευτικές λίστες, μπορεί να ενισχύσει τη μεταρρυθμιστική τάση
του.
Το βασικό θέμα του άρθρου είναι, όμως, τι πρέπει να κάνει η δημοκρατική,
φιλοευρωπαϊκή Αντιπολίτευση, η οποία βλέπει τη μεταρρυθμιστική δύναμη αλλαγής
και ρεαλιστικής προσαρμογής του ΣΥΡΙΖΑ στα ευρωπαϊκά δεδομένα, να ασθμαίνει και
να χωλαίνει. Βλέπει την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να διστάζει, να προχωρά στις
διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τα οικονομικά μέτρα με το στανιό, σημειωτόν,
παρά τη θέλησή της… Η εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση, των δημοκρατών, φιλοευρωπαίων
συμπολιτών μας, μα και των κυβερνήσεων και των συνιστωσών της Ευρώπης και των
θεσμών της, έχουν κλονισθεί πολύ. Υπάρχουν δύο εκδοχές, δύο περιπτώσεις
αντίδρασής της ευρωπαϊκής, ελληνικής αντιπολίτευσης:
Εάν κρίνει, σύσσωμη, πως η απειλή της λαϊκιστικής, κρατικίστικης κι
εθνικιστικής δύναμης αδράνειας και συντήρησης του ΣΥΡΙΖΑ είναι μεγάλη και επικίνδυνη
για τη χώρα, για την οικονομία της, την ενδεχόμενη παράλυση του δημοσίου και
κυρίως του ιδιωτικού τομέα, για τα ευρωπαϊκά κεκτημένα μας (αυτά σημαίνουν πως
ο ΣΥΡΙΖΑ θα παραμείνει ποδηγετημένος κι αλυσοδεμένος από την Αριστερά του) τότε
θα πρέπει να συνενωθεί. Να ενωθεί σε μια ευρύτερη εκλογική, φιλοευρωπαϊκή-δημοκρατική
συνεργασία, που θα περιλαμβάνει τις δυνάμεις που συναντήθηκαν στο θετικότατο κι
ευγενές κίνημα και τις λαϊκές κινητοποιήσεις του ΜΕΝΟΥΜΕ ΕΥΡΩΠΗ. Σε αυτή την
ευρύτερη συνεργασία θα περιλαμβάνονται πιθανά τα ευρωπαϊκά κοινοβουλευτικά
κόμματα Ν.Δ., Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ, αλλά και τα εξωκοινοβουλευτικά ΔΗΜΑΡ, ΚΙ.ΔΗ.ΣΟ.
κ.α., δηλαδή οι συνιστώσες του ΝΑΙ στο δημοψήφισμα.
Ας μην ξεχνάμε πως αυτές οι βουλευτικές εκλογές θα διεξαχθούν με λίστα
και όχι σταυρό. Κατά συνέπεια τα ευρωπαϊκά κόμματα θα πρέπει να καταβάλλουν
σεβαστές, μεγάλες προσπάθειες συνεννόησης σχετικά με τον καταρτισμό της λίστας
εκλογής των υποψηφίων βουλευτών (αντίστοιχο πρόβλημα θα συναντήσει ο ΣΥΡΙΖΑ),
τοποθετώντας και διαμοιράζοντας ορθολογικά στις εκλογικές περιφέρειες, τους υποψηφίους
από τα διαφορετικά κόμματα. Η δουλειά αυτή είναι πολύ δύσκολη μα όταν υπάρχει
καλή αμοιβαία θέληση, όλα γίνονται, ακόμη και τα δυσκολότερα.
Τότε θα τεθεί επιτακτικά, αναπόφευκτα και το θέμα του ποιο πρόσωπο
μπορεί να ηγηθεί αυτής της μεγάλης εκλογικής συνεργασίας. Θα είναι κάποιος
«κεντρώος», όπως ο Μπουτάρης; (μάλλον η σωστότερη επιλογή). Κάποιος
κεντροδεξιός, προερχόμενος από τη μεγαλύτερη πολιτική δύναμη του συνασπισμού,
τη Ν.Δ., όπως π.χ. ο Αβραμόπουλος ή ο Μπακογιάννης ή ο Πατούλης ή άλλος;(*) Κάποιος
διακεκριμένος αυτοδιοικητικός παράγοντας όπως οι Μπουτάρης, Καμίνης ή Πατούλης,
οι οποίοι έλαβαν ενεργά μέρος στον πρόσφατο αγώνα υπέρ του ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ; Θα
είναι κάποιος έμπειρος πολιτικός ή κάποιος «μεταμνημονιακός», νεότερος
πολιτικός, που δεν θα έχει δηλαδή εμπλακεί στην ψήφιση των μνημονίων; (Το
αστείο είναι πως ο Τσίπρας θα είναι τότε, ουσιαστικά, ήδη «μνημονιακός», για να
αναφερθούμε στη σχηματικότητα και φαιδρότητα αυτού του πολιτικού ορισμού και
διαχωρισμού, που τόσο ταλαιπώρησε –ηθελημένα, εκ του πονηρού- την κοινωνία μας
και την απλοϊκή πολιτική της).
Το ζήτημα επιλογής εκλογικής στρατηγικής πρέπει να τεθεί από τα κόμματα
της Αντιπολίτευσης από τώρα, ώστε αν επιλεγεί η σύμπηξη ενός ευρωπαϊκού,
δημοκρατικού μετώπου, να μεθοδευθεί έγκαιρα η αντιμετώπιση των προβλημάτων που
θα ανακύψουν.
Μπορεί, όμως, για διάφορους, συγκυριακούς πολιτικούς λόγους να μην
υιοθετηθεί η κοινή κάθοδος, εάν κριθεί πως, με την κάποια όποια διάσπαση του
ΣΥΡΙΖΑ και την προεκλογική –μέσω της κατάρτισης της βουλευτικής λίστας-
εξουδετέρωση(;) της Αριστερής πτέρυγας και Πλατφόρμας του, ο οικονομικοπολιτικός
κίνδυνος για τη χώρα δεν θα είναι πια πολύ μεγάλος. Σε αυτή την περίπτωση, θα
πρέπει να αντιμετωπισθεί πλέον σοβαρά ο καταρχήν συντονισμός και κατόπιν, η
προεκλογική συνεργασία των δημοκρατικών, προοδευτικών, ευρωπαϊκών δυνάμεων.
Είναι λάθος να παραμείνει για ακόμη περισσότερο διάστημα ανενεργός, έστω ο
διάλογος, η ανταλλαγή απόψεων και έπειτα ο συντονισμός, η συνεργασία των
δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας, της κεντροαριστεράς και του Κέντρου, λόγω σχηματικών
πολιτικών εκτιμήσεων και τακτικών ή λόγω προσωπικών στρατηγικών ή φιλοδοξιών.
Σίγουρα κάποιοι πιστεύουν, δικαίως, πως έχουν μεγαλύτεροι δυναμική και
προοπτική από άλλους, πιο ευοίωνο μέλλον. Το βασικό όμως ζήτημα είναι τι θα
γίνει με το πολιτικό μέλλον της χώρας. Η κεντροαριστερά, το φιλελεύθερο και
προοδευτικό Κέντρο, η σοσιαλδημοκρατία και ο χώρος του δημοκρατικού σοσιαλισμού
(όχι του εθνολαϊκιστικού «σοσιαλισμού» που όλοι τον «φάγαμε στη μάπα» χάρη στα
κατορθώματά του, κατά το διάστημα της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ) έχουν να
προσφέρουν πολλά στη χώρα μας, με τις ιδέες, τους προβληματισμούς, τον
κοινωνικοπολιτικό προσανατολισμό, τον ευρωπαϊσμό και τη φιλολαϊκή ευαισθησία
και μέριμνά τους. Ας μην τα υπονομεύσουμε λόγω προβληματικών εκτιμήσεων ή
τακτικών και λόγω αντιπαλοτήτων, που ενίοτε είναι προσωπικές.
Βέβαια υπάρχουν και λογικά επιχειρήματα εναντίον της εκλογικής συνεργασίας
με λίγο ως πολύ φθαρμένα πρόσωπα ή δυνάμεις που προέρχονται από το «παρελθόν
της πολιτικής» (βλέπε ΠΑΣΟΚ), ήτοι δικαιολογημένα επιχειρήματα στελεχών του
Ποταμιού. Μήπως όμως η δυναμική του Ποταμιού έχει εκτοξευθεί ή ενισχυθεί πολύ,
όπως θα περίμεναν; Όχι (ακόμη). Οι προερχόμενες από το ΠΑΣΟΚ δυνάμεις αντέχουν
ακόμη, ιδίως στην τοπική αυτοδιοίκηση και τα σωματεία, ίσως γιατί το κόμμα αυτό
είχε γερές ρίζες, που δεν καταστράφηκαν ακόμη (παρά τις …προσπάθειες ηγετών
του, όπως του Γ.Παπανδρέου). Δεύτερο επιχείρημα που έχει διατυπωθεί εναντίον
της κοινής εκλογικής καθόδου των σοσιαλδημοκρατικών και κεντροαριστερών
κομμάτων είναι πως μόνα τους, το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ-Δημοκρατική παράταξη, θα
συγκεντρώσουν ως άθροισμα μεγαλύτερο ποσοστό από ό,τι συνεργαζόμενα, γιατί αυτή
η συμμαχία θα δυσαρεστήσει και θα διώξει ψηφοφόρους κι από τα δύο κόμματα,
εκατέρωθεν.
Εν πάση περιπτώσει, ένας ουσιαστικός διάλογος πρέπει να ξεκινήσει γύρω
από το ζήτημα των συνεργασιών. Οι δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, της
κεντροαριστεράς και του Κέντρου παραμένουν διάσπαρτες και πρέπει να γίνει μια
αρχή για να συνομιλήσουν, να συνδιαλεχθούν, να συντονισθούν, να συνεργασθούν, και
κατόπιν ενδεχομένως –εάν το κρίνουν σκόπιμο- να συμμαχήσουν εκλογικά. Για παράδειγμα,
η περίπτωση της σύμπραξης της «Πρωτοβουλίας των 58», με τις πολιτικές,
κατευθυντήριες ομιλίες του Γ.Βούλγαρη, του Ν.Αλιβιζάτου, κ.α., ήταν ένα θετικό
ξεκίνημα συνεργασίας.
Για τις μεθόδους εκλογικής συνεργασίας ισχύουν τα ζητήματα που εξέθεσα
παραπάνω για τη σύναψη του φιλοευρωπαϊκού-δημοκρατικού μετώπου. Τα προβλήματα,
με καλή θέληση, μπορούν σ’ αυτή τη δεύτερη περίπτωση να λυθούν ευκολότερα.
Διότι στο χώρο της σοσιαλδημοκρατίας, της κεντροαριστεράς και του Κέντρου,
μπορεί να βρεθεί ευκολότερα ένα σοβαρό, προικισμένο, συγκροτημένο, σημαντικό
και σεβαστό πρόσωπο κοινής αποδοχής, και αυτός είναι πιθανότατα ο Δήμαρχος
Αθήνας Γιώργος Καμίνης, πρώην πετυχημένος Συνήγορος του πολίτη και ιδιαίτερα
πειστικός και μαχητικός ηγέτης της Επιτροπής υπέρ του ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (μαζί με
τον Μπουτάρη) κατά τη διάρκεια της καμπάνιας του δημοψηφίσματος. Στην εκλογική
συνεργασία για τις επόμενες βουλευτικές έχουν θέση, κατά τη γνώμη μου, οι
φίλοι, οπαδοί και τα στελέχη των κομμάτων του Ποταμιού, του ΠΑΣΟΚ-Δημοκρατική
παράταξη, της ΔΗΜΑΡ, του ΚΙ.ΔΗ.ΣΟ., των ΜΕΤΑρρυθμιστών και λοιπών πολιτικών
οργανώσεων και παρατάξεων. Η διάσπαση των δυνάμεων παράγει –πιστεύω- αδυναμία,
αναποτελεσματικότητα, βάλτωμα, κομπασμό, μικρομεγαλισμό, αδράνεια, μεγαλοϊδεατισμό
και σεχταρισμό. Ας πάρουμε για παράδειγμα πώς ενσωμάτωσε τις συνιστώσες του ο
μεγάλος πολιτικός αντίπαλος, ο ΣΥΡΙΖΑ. Τα προαναφερθέντα κόμματα και οργανώσεις
θα αποτελέσουν ουσιαστικά τις δημοκρατικές συνιστώσες. Μπορούν βέβαια να
βρεθούν αρκετές, διάφορες φόρμουλες ενσωμάτωσης και λειτουργίας τους στον σοσιαλδημοκρατικό,
κεντροαριστερό Συνασπισμό, για παράδειγμα δεν χρειάζεται να φαίνονται ιδιαίτερα
διάφορα παλαιά πολιτικά στελέχη κ.λπ. Όλοι οι καλοί χωράνε. Το χειρότερο
σενάριο είναι μάλλον η πολυδιάσπαση, η απώλεια δυνάμεων και ενέργειας, η
πολιτική παθητικότητα, ο εγωισμός, η εγωκεντρική αυτοπροβολή και το πολιτικό
τέλμα. Δεν χρειαζόμαστε εγωπαθείς Βαρουφάκηδες της σοσιαλδημοκρατίας και της
Κεντροαριστεράς, μα χρήσιμους, υπεύθυνους, συγκροτημένους, σοβαρούς, μορφωμένους,
ανοιχτόμυαλους, προοδευτικούς πολιτικούς, σε επαφή με την πολιτικο-οικονομική
ευρωπαϊκή κι ελληνική πραγματικότητα.
………………………………………………….
(*) Σε αυτό το σημείο οφείλουμε να θέσουμε το ζήτημα εάν η σημερινή
ηγεσία της Ν.Δ., δηλαδή ο μονιμοποιημένος πρόεδρός της Β.Μειμαράκης, μπορεί να
αντιπαρατεθεί εκλογικά προς τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ, επιτυχώς. Να θυμίσουμε
καταρχήν πως στο άλλο πρώην κυβερνητικό κόμμα που ηττήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ στις
προηγούμενες εκλογές, ο «εξουσιομανής» κι «εγωπαθής» Ευ.Βενιζέλος φρόντισε να
ανακοινώσει έγκαιρα την παραίτησή του και να βάλει μπρος τις επιβεβλημένες διαδικασίες
διαδοχής και εκλογής νέου, φρεσκότερου, προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Η Ν.Δ. έχασε πολύ
χρόνο λόγω της εμμονής του Α.Σαμαρά, και σήμερα, αντί να έχει πρόεδρο εκλεγμένο
από ένα σώμα ή τη βάση του κόμματος, έχει επιστρατεύσει έναν έμπειρο, ψύχραιμο,
όχι έντονα επιθετικό, σχετικά συμπαθή, χιουμορίστα και cool πολιτικό, παλαιάς όμως σειράς και κοπής («ο παλιός είναι αλλιώς» είπε,
ίσως δικαίως)· πρόεδρο που μάλλον δύσκολα θα θέλξει και θα γοητεύσει τους
ψηφοφόρους, θα εκπροσωπήσει το νέο και θα κοντράρει αποτελεσματικά τον νεανικού
life style, αμφισβητία του κατεστημένου, ελκυστικό κι άφθαρτο
ακόμη(;) Τσίπρα. Κάτω από ομαλές συνθήκες, απέναντι στον Τσίπρα θα έπρεπε να
βρίσκεται, επί κεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ένας εκλεγμένος σύμφωνα
με τις κομματικές διαδικασίες πρόεδρος της Ν.Δ., κάποιο λιγότερο φθαρμένο, ανώτατο
στέλεχός της, που θα συνεισέφερε αποφασιστικά στην ανάκαμψή της. Είναι πάντως
θετικό ότι ο Μειμαράκης δήλωσε πως υιοθετεί τον «μεσαίο δρόμο» του «κοινωνικού
και μεταρρυθμιστικού κέντρου, της μετριοπάθειας, της λογικής και της σύνθεσης
δυνάμεων».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου