Σωτήρης Γκλαβάς: Παιδεύοντας τους «παίδας» και τους γονείς



Από το Liberal

Μια νέα μεταρρύθμιση του Γενικού Λυκείου (αφορά το ωρολόγιο πρόγραμμα της Β΄ Λυκείου και κυρίως της Γ΄ Λυκείου και του εξεταστικού συστήματος εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση) ανακοινώθηκε αυτή την εβδομάδα από τον Υπουργό Παιδείας κ. Γαβρόγλου προκαλώντας τουλάχιστον έκπληξη. Και τούτο γιατί ο Πρωθυπουργός, στην τελευταία του επίσκεψη τον περασμένο Μάιο στο Υπουργείο Παιδείας (9-5-2017), αναφέρθηκε στη « ριζική αναβάθμιση των δύο τελευταίων τάξεων του Λυκείου, που θα οδηγήσει στην κατάργηση των Πανελλαδικών» με στόχο να δοθεί «χώρος και αξία στο Λύκειο με κέντρο τη διαδικασία της μάθησης και όχι της εξέτασης». Βεβαίως, αργότερα είχαν επακολουθήσει διευκρινίσεις του κ. Υπουργού ότι αυτή τη στιγμή δεν είναι δυνατόν να καταργηθούν οι πανελλαδικές εξετάσεις και ότι βασικός στόχος παραμένει η αναβάθμιση του Λυκείου. Δυστυχώς πίσω από τη ρήση Λύκειο κρύβεται πάντα το Γενικό Λύκειο, λες και το ΕΠΑΛ είναι αποπαίδι.
Αξίζει, όμως, να επισημάνουμε τις χρόνιες παθογένειες του Γενικού Λυκείου, ώστε να διαπιστώσουμε κατά πόσον αυτές αντιμετωπίζονται με όσα εξαγγέλθηκαν, εάν και εφόσον αυτά ψηφισθούν και εφαρμοσθούν.

Παρά τις 14 βασικές (με νόμο) αλλαγές στο γενικό Λύκειο (κυρίως) και στο σύστημα εισαγωγής, από το 1964 που ανέλαβε την ευθύνη των εξετάσεων το Υπουργείο Παιδείας, το Γενικό Λύκειο εξακολουθεί να παραμένει ένας κακός «προθάλαμος» της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Μάλιστα επιβεβαιώνεται και εδώ στην πράξη «το ράβε – ξήλωνε» και το «κάθε πέρυσι και καλύτερα» της λαϊκής θυμοσοφίας. Πρόκειται για ένα Λύκειο που δεν εκπαιδεύει τον ολόπλευρα μορφωμένο άνθρωπο. Από τη μια είναι σχολείο της αποστήθισης και από την άλλη της ήσσονος προσπάθειας και της χαλαρότητας, αφού υπάρχει εξασφαλισμένη ακώλυτη προαγωγή (ο μαθητής στο Λύκειο γενικά ακόμη και εάν υστερεί σε βασικά μαθήματα προάγεται με τελικό μέσο όρο σε όλα τα διδασκόμενα μαθήματα το 9,5 ενώ στο Γυμνάσιο με το 13!).
Σε ένα Γενικό Λύκειο που στέκεται στο ύψος της παιδαγωγικής και εκπαιδευτικής του αποστολής δεν υπάρχουν μαθήματα πρώτης κατηγορίας (τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα) και μαθήματα υποβαθμισμένα (τα υπόλοιπα). Η χρόνια διάλυση της εκπαίδευσης, ιδιαίτερα στο Λύκειο με τα μαθησιακά κενά και την έλλειψη καλλιέργειας μαθησιακών δεξιοτήτων (και εδώ όλοι συμφωνούν ότι υπάρχει πρόβλημα) επιβαρύνει την ελληνική οικογένεια εις δόξαν της φροντιστηριακής παιδείας. Αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η αλλοίωση του μορφωτικού χαρακτήρα του Γενικού Λυκείου, με αποτέλεσμα οι μαθητές να εστιάζουν από την Α΄ Λυκείου μόνο στη μελέτη των 4 πανελλαδικά εξεταζόμενων μαθημάτων, ακυρώνοντας έτσι κάθε ουσιαστική μαθησιακή διαδικασία.
Χρειαζόμαστε, λοιπόν, ένα ποιοτικότερο σχολείο και ένα Γενικό Λύκειο υψηλής αποδοτικότητας, όπου όλα τα γνωστικά αντικείμενα, όλων των τάξεων, θα «συμμετέχουν» στον τελικό βαθμό εισαγωγής (φυσικά με τις απαραίτητες ασφαλιστικές δικλείδες) και τα θέματα στις εξετάσεις θα λαμβάνονται από κεντρική Τράπεζα Θεμάτων. Η Τράπεζα Θεμάτων αποτελεί συνήθη πρακτική στον διεθνή χώρο, ενισχύει την αντικειμενικότητα και την αξιοπιστία των εξετάσεων και συμβάλλει στη διαπίστωση του βαθμού επίτευξης των μαθησιακών στόχων, ώστε να γίνονται οι αναγκαίες βελτιωτικές παρεμβάσεις στην οργάνωση και διαχείριση της διαδικασίας διδασκαλίας αλλά και αξιολόγησης διασφαλίζοντας και την ισότητα ευκαιριών πρόσβασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Η πρώτη εφαρμογή της «Τράπεζας Θεμάτων» στο ελληνικό Λύκειο και σε όλα τα διδασκόμενα γνωστικά αντικείμενα (στο ΕΠΑΛ μόνο στα μαθήματα γενικής παιδείας) αποσκοπούσε αφενός στην κάλυψη όλης της διδακτέας ύλης ώστε να μη δημιουργούνται μαθησιακά κενά από τάξη σε τάξη, (γεγονός που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην παραπαιδεία), στη δημιουργία «κουλτούρας θεμάτων», στην ενίσχυση της αντικειμενικότητας και αξιοπιστίας των εξετάσεων αλλά και στη διαπίστωση του βαθμού επίτευξης των μαθησιακών στόχων, προκειμένου να λαμβάνονται βελτιωτικά μέτρα. Φυσικά η πρώτη εφαρμογή (και μάλιστα χωρίς πιλοτική διεργασία, όπως θα έπρεπε), λόγω του φορτισμένου κλίματος και της πολιτικής πόλωσης που καλά κρατούσε σε όλα τα επίπεδα και, δυστυχώς, εξακολουθεί να κρατεί, «έπεσε στο κενό».
Με τη λειτουργιά της «άνθισαν» τα λουλούδια της αντίδρασης στο πλαίσιο του μαθητοπατερισμού και του λαϊκισμού. Έπρεπε να κατεδαφιστεί «ο αντιπαιδαγωγικός μηχανισμός» που καταργεί την «αυτονομία του δασκάλου», διώχνει από το σχολείο τους «μαθητές των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων» και «αυξάνει την παραπαιδεία». Λες και η χρόνια διάλυση της εκπαίδευσης, ιδιαίτερα στο Λύκειο, (και εδώ όλοι συμφωνούν ότι υπάρχει πρόβλημα) και η φροντιστηριακή εκπαίδευση δεν αποτελεί πραγματικότητα εδώ και χρόνια (όταν μάλιστα δεν υπήρχε καν Τράπεζα Θεμάτων) και δεν έχει μειώσει το κύρος του Δημόσιου Σχολείου και το κύρος των εκπαιδευτικών παρά τις ομολογουμένως φιλότιμες προσπάθειές τους. Το αποτέλεσμα γνωστό. Το σχολείο δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις προσδοκίες της κοινωνίας από το εκπαιδευτικό σύστημα και όλοι οι γονείς, που τα παιδιά τους φοιτούν ή θα φοιτήσουν στο Γενικό Λύκειο, ακόμη και όσοι «αντέχουν» μέσα στην οικονομική κρίση, στενάζουν κάτω από την ανάγκη να αντιμετωπίσουν με φροντιστήριο τα μαθησιακά κενά που δημιουργούνται στο σχολείο από τάξη σε τάξη αλλά και τον ανταγωνισμό, προκειμένου τα παιδιά τους να περάσουν στις σχολές προτίμησής τους. Άραγε αυτό είναι το παιδαγωγικό σχολείο, όπως το περιγράφουν οι μεγάλοι παιδαγωγοί, Έλληνες και ξένοι;
Ο φαρισαϊσμός σε όλο του το μεγαλείο. Αλλά ποιο είναι πραγματικά το λαϊκό σχολείο; Το απαιτητικό σχολείο που μορφώνει ολόπλευρα τον μαθητή, δημιουργεί τον συνειδητοποιημένο, τον ενεργό πολίτη που είναι εφοδιασμένος με τα απαραίτητα μορφωτικά αγαθά που θα τον βοηθήσουν να ζήσει σε ένα κόσμο, δυστυχώς, ανταγωνιστικό, ξεπερνώντας τους ταξικούς φραγμούς; Ή το σχολείο που αφήνει τα παιδιά με μαθησιακά κενά και αμόρφωτα (και ιδιαίτερα τα φτωχά παιδιά, αφού για τα άλλα θα φροντίσει «ευτυχώς» ο πλούσιος μπαμπάς!), χαϊδεύει τα αυτιά των παιδιών και των γονιών και τους δημιουργεί ανύπαρκτες προσδοκίες μπροστά σε ένα σκοτεινό και αβέβαιο μέλλον μιας απάνθρωπης παγκόσμιας κοινωνίας που διψά για αμόρφωτους καταναλωτές και φτηνό εργατικό δυναμικό;
Ο Υπουργός κ. Γαβρόγλου δήλωσε την Τετάρτη, 30-8-2017, ότι «ο στόχος μας είναι η αναβάθμιση του Λυκείου και ο τρόπος με τον οποίο τα παιδιά του Λυκείου θα μπορούν να ξαναείναι στο σχολείο και το σχολείο θα μπορεί να παίζει τον εκπαιδευτικό και παιδαγωγικό του ρόλο».
Τη νέα πρόταση του Υπουργού για αλλαγή του Γενικού Λυκείου και του εξεταστικού συστήματος χαρακτηρίζουν τρία, κυρίως, στοιχεία:
1) Η καθιέρωση, για πρώτη φορά πανελλαδικών εξετάσεων στο τέλος του πρώτου τετραμήνου στην Γ΄ τάξη Γενικού Λυκείου με αυτόματη ηλεκτρονική διόρθωση. Αυτό σημαίνει «κλειστές ερωτήσεις» (σωστό λάθος και πολλαπλής επιλογής) που σίγουρα παραπέμπουν σε αποστηθίσεις ή στην τυχαιότητα-λοταρία, αλλά και σε αύξηση της αγωνίας των μαθητών και των γονιών τους, άρα και ενίσχυση του φροντιστηρίου. Βέβαια, προ των καθολικών αντιδράσεων ο Υπουργός δήλωσε την Πέμπτη (31-8-2017) ότι το «το προαιρετικό της συμμετοχής στην προκειμένη περίπτωση είναι εγγενές στοιχείο της πρότασής μας»! Και οι άμεσες «παιδαγωγικές» ερωτήσεις που εκ των πραγμάτων προκύπτουν είναι: Oι μαθητές που δεν θα θέλουν να συμμετέχουν στις εξετάσεις, την περίοδο που άλλοι θα εξετάζονται, θα κάθονται στο σπίτι τους; Πόσοι μαθητές θα θελήσουν να υποβληθούν εκουσίως στη διαδικασία εξετάσεων που είναι προαιρετικές; Είναι βέβαιος ο κ. Υπουργός ότι δεν θα καταπέσει νομικά ένας βαθμός που προέρχεται από προαιρετικές εξετάσεις, συνυπολογίζεται και βελτιώνει τον βαθμό του απολυτηρίου κάποιων υποψηφίων σε σχέση με τους συνυποψηφίους τους για τις ίδιες σχολές, όταν για όλους το απολυτήριο θα υπολογίζεται (σε κάποιο ποσοστό) για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση;
2) Η καθιέρωση υποχρεωτικής εκτενούς εργασίας από κάθε μαθητή της Γ΄ τάξης σε κάθε εξεταζόμενο μάθημα που θα αξιολογείται από εξωτερικούς αξιολογητές, γεγονός που: ή θα δημιουργήσει στον μαθητή τεράστιο άγχος και κόπο ή θα «βρουν δουλειά» οι γονείς ή το χειρότερο θα ανθίσουν επαγγελματίες «συγγραφείς» εργασιών έναντι αμοιβής για τους «έχοντες» φυσικά.
3) Η ανακοίνωση αλλαγών μόνο για την Γ΄ Γενικού Λυκείου, που σημαίνει ακύρωση της μαθησιακής διαδικασίας στις Α΄ και Β΄ τάξεις Λυκείου αυτού.
Κατόπιν τούτου (και για άλλα πολλά) αναρωτιέται κάποιος πώς θα επιτευχθούν οι παραπάνω «παιδαγωγικοί» στόχοι και η αναβάθμιση του Γενικού Λυκείου που προοιωνίζεται ο κ. Υπουργός Παιδείας.
Ήδη, έχει διαπιστωθεί ότι όσο μειώνονται τα πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα στη Γ΄ τάξη Γενικού Λυκείου, χωρίς να λαμβάνονται μέτρα ενίσχυσης των άλλων γενικών μαθημάτων στις προηγούμενες τάξεις, τα τελευταία αυτά ακυρώνονται στην πράξη. Τα μη «πανελλαδικά» γνωστικά αντικείμενα, λοιπόν, στο πυρ το εξώτερον. Δεν μας χρειάζεται η γενική, η καθολική μόρφωση, ο καθολικός άνθρωπος, ο πολύπλευρα μορφωμένος πολίτης, ο έχων κατάρτιση για την ορθή χρήση αγαθών και υπηρεσιών, αλλά ο ρομποτικός πολίτης. Γιατί τι άλλο μπορεί να επιδιώκει ένα, πανθολογουμένως, Λύκειο όχι των απαιτήσεων αλλά της ήσσονος προσπάθειας, όπου δίνεται σημασία, ήδη από την Α΄ Γενικού Λυκείου, σε ό,τι εξετάζεται πανελλαδικά και αυτό επιτείνεται με το νέο σύστημα που εξαγγέλθηκε αφού τα «ενδιαφέροντα» μαθήματα περιορίζονται σε τέσσερα. Τα άλλα απλώς θα συνεχίσουν να «διακοσμούν» το Πρόγραμμα Σπουδών των Α΄ και Β΄ τάξεων Γενικού Λυκείου και σε αυτό θα συμβάλλει και η «περίφημη» ακώλυτη προαγωγή στο Λύκειο.
Μόνο ενισχύοντας τον ρόλο όλων των τάξεων του Λυκείου (το οποίο αναντίρρητα στηρίζεται αλλά και επηρεάζει τις άλλες βαθμίδες της εκπαίδευσης, κυρίως το Γυμνάσιο) και ενισχύοντας τη μαθησιακή διαδικασία όλων των μαθημάτων που θεωρούνται απαραίτητα σε αυτή τη βαθμίδα της εκπαίδευσης - διαδικασία που δεν επιτρέπει μαθησιακά κενά, διαπιστώνει και καλύπτει έγκαιρα τις αδυναμίες των μαθητών αλλά και ελέγχει την απόδοσή τους - μπορούμε να περιμένουμε την ανάκτηση του κύρους της σχολικής εκπαιδευτικής λειτουργίας και της εκπαιδευτικής κοινότητας. Φυσικά το γενικό αίτημα πάντα παραμένει: κανένας ανήλικος μαθητής εκτός του συστήματος εκπαίδευσης, κανένας αποκλεισμός.
Τότε θα αντιμετωπισθεί πιθανόν και το παράδοξο της ελληνικής εκπαίδευσης, όσον αφορά τις εν γένει εξετάσεις, ότι δηλαδή αυτές ταυτόχρονα δαιμονοποιούνται (ως αιτία πρόσθετου βάρους και άγχους για τους μαθητές, εξόδων της οικογένειας λόγω φροντιστηρίων, αφαίρεσης πολύτιμου διδακτικού χρόνου αναίτια κ.λπ.) και ταυτόχρονα είναι ο πυρήνας γύρω από τον οποίο στρέφονται μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικοί. Οι υπερβολές στην καταδίκη τους ή στην αναγόρευσή τους στο ιερό δισκοπότηρο μπορούν να αρθούν, εάν γίνει κατανοητό πως  αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας, δηλαδή κρίσιμος διδακτικός χρόνος με σημαντικά οφέλη, με την προϋπόθεση οι εξετάσεις αυτές να είναι «ανθρώπινες».
Τότε και μόνο τότε μπορεί να μιλάμε για αξιόπιστο και αναβαθμισμένο λύκειο που θα οδηγεί σε ένα σταθερό, αδιάβλητο και με παιδαγωγική αξιοπιστία σύστημα εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, κοινά αποδεκτό, πέρα από υπουργούς και κυβερνήσεις, όπως συμβαίνει και στα πιο έγκυρα συστήματα που εφαρμόζονται για δεκαετίες σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σωτήρης Γκλάβας Τέως πρόεδρος Π.Ι. Πρώην πρόεδρος Ι.Ε.Π.

Σχόλια

  1. Η Τράπεζα Θεμάτων μπορεί να θεωρηθεί ως μια μορφή έμμεσης αξιολόγησης των διδασκόντων;

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Ύστατος πόρος: Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι μια πρόταση για το μέλλον.

Βάσω Κιντή: Παραιτούμαι από μέλος της ΚΕ και αποχωρώ από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς

Κίμων Χατζημπίρος: Ατελέσφορη Οικολογία