Τάσος Ανθουλιάς: Ανάγνωση και γραφή

΄
Το παιδί και το βιβλίο – Ανάγνωση και γραφή
Το σημερινό παιδί μεγαλώνει μέσα σε ένα κόσμο που αντιστρατεύεται την ισόρροπη ανάπτυξή του. Όλες του οι αισθήσεις βομβαρδίζονται συνέχεια από ερεθίσματα που δεν μπορεί ούτε να τα αφομοιώσει ούτε να τα αξιολογήσει. Το ομαδικό παιχνίδι, για τα περισσότερα παιδιά, έχει ελαχιστοποιηθεί. Η κοινωνική επαφή έχει περιοριστεί και οι οικογενειακές σχέσεις έχουν χαλαρώσει.
Το ίδιο το παιδί αντιμετωπίζεται από την οικονομία και άμεσα και έμμεσα ως καταναλωτής. Ας σκεφτούμε και την καθημερινή γλωσσική διαστροφή μέσα από την τηλεόραση, με διαφημίσεις όπου τα ρούχα γίνονται «πιο λευκά απ’ τα λευκά», φεύγει η «δυνατή» βρωμιά, καθαρίζονται οι «σωματικοί» λεκέδες, οι οδοντόπαστες δίνουν «σεξ-απίλ», τα χέρια «λατρεύονται» όταν τα «περιποιούμαστε» με κάποια κρέμα κλπ.
Το βιβλίο έχει απομείνει το μόνο μέσο, με απεριόριστες δυνατότητες, για την πνευματική ανάπτυξη, τη γλωσσική καλλιέργεια και την ψυχική ισορροπία του παιδιού. Αλλά τα παιδιά μας δεν διαβάζουν. Γιατί;
Πρώτα απ’ όλα γιατί δεν ξέρουν να διαβάζουν – δεν ξέρουν πραγματική ανάγνωση. Το διάβασμα φαίνεται κάτι απλό και αυτονόητο. Νομίζουμε πως, αν το παιδί μάθει να ξεχωρίζει τα γράμματα του αλφάβητου και αποστηθίσει τους ήχους που δημιουργούν οι διάφοροι συνδυασμοί τους, η δεξιότητα της ανάγνωσης έχει κατακτηθεί. Από κει και ύστερα απαιτείται απλώς η εξάσκηση (διάβασμα μερικών μικρών κειμένων) για να αυξηθεί η ταχύτητα της ανάγνωσης.
Αλλά η ανάγνωση δεν είναι μια απλή διαδικασία αποκρυπτογράφησης των γραπτών συμβόλων (δηλαδή των γραμμάτων και των συνδυασμών τους) και μετατροπής τους σε ήχους. Είναι μια πολύπλοκη νοητική διεργασία που μετατρέπει ταυτόχρονα τους ήχους σε εικόνες αντικειμένων και έννοιες.
Δηλαδή, όταν διαβάζουμε, στο μυαλό μας δημιουργούνται εικόνες και έννοιες που τροποποιούνται και αναπροσαρμόζονται με βάση τις πληροφορίες που παίρνουμε συνεχώς μέσα από το κείμενο.
Δεν αρκεί να αποκωδικοποιούμε τα γράμματα και τους συνδυασμούς τους για τη μετατροπή τους σε ήχους. Πρέπει ταυτόχρονα να μετατρέπουμε τους ήχους (πραγματικούς ή νοητούς στην περίπτωση που διαβάζουμε «από μέσα μας») σε εικόνες αντικειμένων και έννοιες. Όταν αυτή η διπλή διαδικασία κατακτηθεί, τότε μόνο μπορούμε να πούμε ότι το παιδί ξέρει να διαβάζει.
Είναι πολύ εύκολο να διαπιστώσουμε οποιαδήποτε στιγμή αν ένα παιδί έχει μάθει ή όχι να διαβάζει, κάνοντας το ακόλουθο απλό τεστ:
Δίνουμε στο παιδί να διαβάσει (για πρώτη φορά) μια πρόταση λίγο μεγαλύτερη από μία αράδα ενός παιδικού βιβλίου. Η πρόταση αυτή θα πρέπει να καταλήγει σε ερωτηματικό.
Αν το παιδί ξεκινήσει να διαβάζει την πρόταση δίνοντας στη φωνή του, από την αρχή, ερωτηματική χροιά (σαν να έχει «δει» το ερωτηματικό πριν αρχίσει να διαβάζει την πρόταση), τότε ξέρει πια να διαβάζει, δηλαδή να διαβάζει και να καταλαβαίνει αυτά που διαβάζει.
Αν, όμως, το παιδί δώσει ερωτηματική χροιά στη φωνή του όταν φτάσει στην τελευταία λέξη της πρότασης ή (ακόμα χειρότερα) στην τελευταία συλλαβή της τελευταίας λέξης, τότε δεν έχει μάθει ακόμα να διαβάζει, δηλαδή δεν καταλαβαίνει αυτά που εμφανίζεται να διαβάζει. Γιατί, λοιπόν, να του αρέσει το διάβασμα; Κι αυτό μπορεί να κρατήσει χρόνια…
Ένα άλλο απλό τεστ είναι το εξής: Δίνουμε στο παιδί να διαβάσει για μία και μοναδική φορά μια παράγραφο ενός παραμυθιού που δεν έχει ξαναδιαβάσει. Και μετά του ζητάμε να μας πει το περιεχόμενο αυτού που διάβασε. Αν δεν μπορεί να το πει (ενώ «πιάνει στον αέρα» καθετί που ακούει) τότε δεν ξέρει να διαβάζει.
Η αιτία αυτού του τεράστιου προβλήματος (που οδηγεί στην απώθηση του διαβάσματος) είναι η εκμάθηση της ανάγνωσης με τη μέθοδο του συλλαβισμού (με τον παραπλανητικό όρο «αναλυτικοσυνθετική» μέθοδος) που επιβλήθηκε υποχρεωτικά στα ελληνικά σχολεία από τη δεκαετία του ’80.
Σκεφτείτε κάτι απλό: Φαντάζεστε πως στις ΗΠΑ, τη Μεγ. Βρετανία, την Αυστραλία, την Ιαπωνία, την Κίνα κλπ. μπορεί να διδαχτεί η ανάγνωση με συλλαβισμό; Εκεί πώς μαθαίνουν, άραγε, τα παιδιά να διαβάζουν;
Και μη χαρακτηρίζετε εύκολα τα παιδιά με τη δικαιολογία της «δυσλεξίας» (που χρησιμοποιείται σαν πασπαρτού). Σκεφτείτε μήπως απλώς φταίει η εκπαίδευσή τους.
Ο δεύτερος λόγος που τα παιδιά μας δεν διαβάζουν είναι τα σχολικά βιβλία με το περιεχόμενό τους και την υποχρέωση για αποστήθιση πραγμάτων που δεν τους ενδιαφέρουν. Είναι λογικό μετά να θεωρούν αρνητική γενικά την έννοια του βιβλίου. Και να μη ξέρουν πώς πραγματικά διαβάζεται ένα βιβλίο.
Θυμάμαι πως όταν δίδασκα στους φοιτητές των Παιδαγωγικών Τμημάτων της Ρόδου με ρωτούσαν ποιες σελίδες από τα βιβλία που τους έδινα έπρεπε να διαβάσουν για τις εξετάσεις. Τους απαντούσα: «Όλες. Και είναι πολλές επίτηδες για να μη μπορείτε να τις αποστηθίσετε. Και στις εξετάσεις εγώ θα σας ρωτήσω για τα συμπεράσματα που βγάλατε διαβάζοντας μία και μοναδική φορά αυτά τα βιβλία».
Και προσπαθούσα να τους εξηγήσω πώς πρέπει να διαβάζουν, λέγοντας: «Ας πούμε πως χθες διαβάσατε ένα μυθιστόρημα. Φυσικά το διαβάσατε μια φορά και μπορείτε να πείτε μια περίληψή του. Μπορείτε να πείτε τι σας άρεσε και τι δεν σας άρεσε, τι ενδεχομένως σας συγκίνησε ή τι σας προβλημάτισε, τι σκεφτήκατε ή τι συμπεράσματα βγάλατε ή τι νομίζετε πως προσπάθησε να κάνει ο συγγραφέας και γιατί ενδεχομένως το έγραψε. Σίγουρα δεν θυμάστε πολλές από τις λεπτομέρειες – θυμάστε, όμως, κάποια πράγματα που σας έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση, είχαν για σας μια σημασία».
Τους ήταν πάρα πολύ δύσκολο να διαβάσουν και να σκεφτούν με αυτόν τον τρόπο…
Η διδασκαλία της γραφής
Η σύγχρονη γραφή δεν είναι αυτή που διδάσκεται στο σχολείο, δεν είναι δηλαδή η γραφή με το μολύβι, αλλά η γραφή με το πληκτρολόγιο του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Όταν το παιδί μεγαλώσει, είναι μάλλον απίθανο να χρησιμοποιεί τη γραφή με το μολύβι (ή με κάποιου είδους στιλό) σε οποιαδήποτε δραστηριότητά του. Ακόμα και οι γιατροί γράφουν σήμερα τις συνταγές τους στον υπολογιστή…
Από την άλλη, όμως, γνωρίζουμε ότι η ανάπτυξη της δεξιότητας των χεριών του παιδιού βοηθάει την ανάπτυξη του εγκεφάλου του. Δυστυχώς, το ελληνικό σχολείο έχει ουσιαστικά καταργήσει δραστηριότητες που αναπτύσσουν τη δεξιότητα των χεριών, όπως η χειροτεχνία, η ξυλοκοπτική κλπ.
Θα ήταν, λοιπόν, σκόπιμο να χρησιμοποιήσουμε τη διδασκαλία της γραφής με το μολύβι (που έτσι κι αλλιώς γίνεται στο σχολείο) για την ανάπτυξη αυτής της δεξιότητας (και όχι με στόχο αυτή καθαυτή τη γραφή).
Οι αντιφάσεις, όμως, του ελληνικού σχολείου συνεχίζονται. Μολονότι υποτίθεται πως το σχολείο ενδιαφέρεται να μάθει στο παιδί να κάνει «ωραία» γράμματα (που δεν χρειάζονται πια – αλλά θα ακούσετε πολλές φορές τις δασκάλες και τους δασκάλους να κάνουν παρατηρήσεις για τα γράμματα του παιδιού), ουσιαστικά κανείς δεν ενδιαφέρεται να προσφέρει στο παιδί τις τρεις αναγκαίες προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν την ανάπτυξη μιας ομοιόμορφης και καλοσχεδιασμένης γραφής. Οι προϋποθέσεις αυτές είναι οι εξής:
α) Η εκμάθηση της φοράς σχεδίασης των διαφόρων γραμμών ενός γράμματος.
Δεν είναι εύκολο να καθορίσουμε γενικούς κανόνες για τη φορά σχεδίασης. Για παράδειγμα, άλλες ευθείες γραμμές γράφονται με φορά από πάνω προς τα κάτω και άλλες με φορά από κάτω προς τα πάνω.
Γενικά, τα παιδιά έχουν την τάση να σχεδιάζουν τους κύκλους δεξιόστροφα, ενώ στα γράμματα τα κυκλικά τμήματα τις περισσότερες φορές (αλλά όχι όλες) σχεδιάζονται αριστερόστροφα. Θα πρέπει να βοηθήσουμε το παιδί να μάθει να σχεδιάζει το κάθε γράμμα με έναν συγκεκριμένο τρόπο.
β) Η σχεδίαση ισοϋψών γραμμάτων, με τη σωστή τοποθέτησή τους πάνω σε μια γραμμή.
Θα πρέπει να βοηθήσουμε το παιδί να σχεδιάζει τα γράμματα στις σωστές αναλογίες. Γι’ αυτό, θα πρέπει να χρησιμοποιεί τετράδια που έχουν τέσσερις γραμμώσεις για κάθε γραμμή:
Επειδή δεν υπάρχουν πια στην αγορά τέτοια τετράδια (αφού το σχολείο δεν τα προτείνει) μπορείτε να φτιάξετε ανάλογες σελίδες τυπώνοντάς τες από τον υπολογιστή σας.
γ) Ο τρόπος με τον οποίο το παιδί πρέπει να κρατάει το μολύβι όταν γράφει – και γενικά η σωστή στάση του σώματος, καθώς και η τοποθέτηση του τετραδίου πάνω στο γραφείο ή στο τραπέζι:
Για αναλυτικές πληροφορίες σε όλα τα παραπάνω δείτε τα παρακάτω βίντεο:

Τάσος Ανθουλιάς

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι ο λαός της.

Κίμων Χατζημπίρος: Σχόλια για τις αξίες της αξίας

Οι καταλήψεις , ο δήμαρχος και ο άλλος άνθρωπος