Γιώργος Φλέσσας: Επενδύσεις στην Ελλάδα: Μήπως πρέπει να κρατήσουμε μικρό καλάθι;



Υπάρχει μια θέση στην οποία –παράξενο!– συμφωνούν όλοι, ευρωπαίοι και ΔΝΤ, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, σύνδεσμοι και επιμελητήρια, οικονομολόγοι, big four και επιχειρηματίες, όταν τοποθετούνται για το οικονομικό μέλλον της Ελλάδας: χρειάζονται επενδύσεις! Στα πολλά και ποικίλα συνέδρια, στις ημερίδες και στα fora που διοργανώνονται, υπάρχει διαρκώς η μόνιμη επωδός: χρειάζονται επενδύσεις! Πολλές επενδύσεις! Ιδιωτικές επενδύσεις, δημόσιες επενδύσεις, άμεσες ξένες επενδύσεις, αποκρατικοποιήσεις, τέλος πάντων, κάθε είδους επενδύσεις.
Για το ύψος των απαιτούμενων επενδύσεων, όπως και για το βάθος του χρονικού ορίζοντα, εντός του οποίου πρέπει να γίνουν, λίγο-πολύ οι εκτιμήσεις συμπίπτουν. Πρόσφατη μελέτη της Deloitte υπολογίζει σε πάνω από 100 δισεκατομμύρια ευρώ το επενδυτικό κενό, που πρέπει να καλυφθεί και συμπίπτει με την προ δεκαμήνου μελέτη της PwC.
Στο Συνέδριο του ΣΕΒ «Σχεδιάζουμε το μέλλον με επενδύσεις» που έγινε πριν λίγες ημέρες, τόσο ο Πρόεδρος του ΣΕΒ κ. Θ. Φέσσας, όσο ο καθηγητής και πρώην Υπουργός κ. Νίκος Χριστοδουλάκης στις τοποθετήσεις τους μίλησαν για το ίδιο ποσό, σε ορίζοντα των επόμενων 5-7 ετών. Tο ίδιο εκτίμησε και ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κ. Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέροντας: “Υπολογίζουμε 100 δις € επενδύσεις σε 7 χρόνια, εάν εφαρμόσουμε ένα συνεκτικό σχέδιο προσέλκυσης επενδύσεων”.
Συμπέρασμα: Για να εξισορροπηθεί η τεράστια αποεπένδυση, που έχει υποστεί η ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια και να πλησιάσουμε το μέσο όρο της ευρωζώνης, απαιτούνται επιπλέον επενδύσεις, πέραν όσων πραγματοποιούνται ετησίως, τουλάχιστον 100 δις ευρώ μέχρι το 2025. Σημειώστε το “επιπλέον”! Και αυτά, χωρίς να υπολογίζονται οι επενδύσεις σε κεφαλαιουχικό εξοπλισμό, που είναι απαραίτητες μόνο για την ανανέωση του υπάρχοντος και υπολογίζονται σε 12,3 δις € κάθε χρόνο. (Μελέτη PwC “Από την ύφεση στην αναιμική ανάκαμψη” Ιούνιος 2017).
Τι σημαίνει 100 δισεκατομμύρια ευρώΣε όρους πρακτικής αριθμητικής, 100 δισεκατομμύρια ευρώ σημαίνει ότι χρειαζόμαστε επιπλέον 14,2 δισεκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο για τα επόμενα επτά χρόνια. Είναι αυτό εφικτό; Υπάρχουν αρκετοί που πιστεύουν ότι είναι, υπό διάφορες προϋποθέσεις. Σημειώστε το “προϋποθέσεις”! Θα τις δούμε παρακάτω.mind
Ας εξετάσουμε τώρα την τάξη μεγέθους επενδύσεων που έγιναν ή είναι σε εξέλιξη, για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης.
Η επένδυση της Fraport στα 14 αεροδρόμια, που έγινε πέρυσι, ήταν 1,23 δις €. Άρα, χοντρικά θα πρέπει να έχουμε 12 τέτοιες επενδύσεις κάθε χρόνο για τα επόμενα επτά χρόνια
Η επένδυση της Παπαστράτος στα νέα της προϊόντα Heets για τα IQOS είναι 300 εκατ. €. Άρα, θα πρέπει να έχουμε 47 τέτοιες επενδύσεις κάθε χρόνο για τα επόμενα επτά χρόνια.
Η επένδυση του ΟΤΕ στο γρήγορο ίντερνετ θα είναι 2 δις € (μέχρι το 2022). Άρα, θα πρέπει να έχουμε 50 επενδύσεις σαν αυτή μέσα στα επόμενα επτά χρόνια.
Η πολυθρύλητη επένδυση του Ελληνικού, της Lamda Development, θα είναι 8 δις € (όχι σε ένα χρόνο). Άρα, θα πρέπει να έχουμε 12,5 επενδύσεις αυτού του μεγέθους μέσα στα επόμενα επτά χρόνια.
Από όλες τις φετινές αποκρατικοποιήσεις, δηλαδή από την πώληση ποσοστών των ΕΛΠΕ, του ΟΤΕ, της ΔΕΠΑ, του ΔΕΣΦΑ, της ΔΕΗ, της ΕΥΔΑΠ, του Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, του ΟΠΑΠ και της ΕΥΑΘ,  τη διάθεση της Εγνατίας οδού, την αξιοποίηση της Αφάντου και της Κασσιώπης και αρκετά άλλα που περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό 2018, τα έσοδα θα είναι (αν γίνουν όλα) 2,8 δις €. Δεν κάνω την αναλογία εδώ, γιατί αυτά εγγράφονται μια φορά. Τα αναφέρω απλώς για να έχουμε την τάξη μεγέθους
Οι επενδύσεις σε κατοικίες, που στο παρελθόν αποτελούσαν μεγάλο μέρος του συνόλου των επενδύσεων, είναι λίγο πάνω από 1 δις. Πόσο μπορούν να αυξηθούν;
Οι καθαρές άμεσες ξένες επενδύσεις το 2017 ήταν 3,59 δις €. Όλοι συμφωνούν ότι πρέπει να πολλαπλασιαστούν τα επόμενα χρόνια. Υπολογίστε πόσο χρειάζεται.
Δεν είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν ή μπορούν να δημιουργηθούν τόσα πολλά επενδυτικά projects αυτών των μεγεθών που προαναφέραμε. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να δημιουργηθούνπαράλληλα οι συνθήκες και οι πολιτικές (κίνητρα, χρηματοδότηση κλπ) για να γίνουν “πολλές μικρές από πολλούς”επενδύσεις, δηλαδή από τις υγιείς μικρομεσαίες, μεσαίες και μεγαλύτερες ελληνικές επιχειρήσεις που επιβιώνουν της κρίσης.
Τα εμπόδια και οι προϋποθέσειςΠοια είναι, όμως, τα εμπόδια που πρέπει να υπερνικηθούν και οι προϋποθέσεις, που όλοι παραδέχονται ότι πρέπει να υπάρξουν, για να γίνουν οι επενδύσεις που χρειάζονται; Ας δούμε τα δέκα κυριότερα:
  1. Η γραφειοκρατία και τα κάθε είδους εμπόδια που προκύπτουν από την ασάφεια και η αστάθεια του νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου,
  2. Το ασταθές, πολύπλοκο και μη προβλέψιμο φορολογικό σύστημα
  3. Η αργή απονομή της δικαιοσύνης και οι καθυστερήσεις στη δικαστική επίλυση των διαφορών
  4. Οι χρονοβόρες διαδικασίες λειτουργικής και περιβαλλοντικής αδειοδότησης
  5. Οι αδυναμίες χωροταξικού σχεδιασμού και η έλλειψη χρήσεων γης
  6. Το ακριβό, μη ανταγωνιστικό κόστος ενέργειας. Η τιμή της κιλοβατώρας στην Ελλάδα, είναι 30% υψηλότερη από τον μέσο όρο της ΕΕ, ο οποίος είναι διπλάσιος από τις τιμές στις ΗΠΑ.
  7. Το υψηλό κόστος χρηματοδότησης. Τα επιτόκια στην Ελλάδα κινούνται στο επίπεδο του 7% έναντι 2 έως 3% που είναι στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
  8. Η περιορισμένη ψηφιακή ωριμότητα
  9. Το μη ανταγωνιστικό κόστος των τηλεπικοινωνιών
  10. Η έλλειψη κατάλληλου προσωπικού για την κάλυψη τεχνικών θέσεων εργασίας
Φυσικά, υπάρχουν κι άλλα, όπως το χαμηλό επίπεδο εγχώριας αποταμίευσης, οι ελλιπείς δομές υποδοχής και υποστήριξης επενδυτών, το ανεπαρκές επίπεδο έρευνας και καινοτομίας, η επιβολή διαφόρων έμμεσων φόρων και επιβαρύνσεων, οι χρονοβόρες και γραφειοκρατικές διαδικασίες για τα προγράμματα ενισχύσεων, οι πολύπλοκες διαδικασίες αναδιάρθρωσης δανείων & επιχειρήσεων, η αβεβαιότητα ελέγχων και φορολογικής αντιμετώπισης διαγραφών κλπ.
Όλα τα παραπάνω εμπόδια, τα τεχνικά, αν τα αποκαλέσουμε έτσι, ακόμη κι αν αλλάξει το κλίμα, ακόμη κι αν υπάρξει η πολιτική βούληση και η αδάμαστη προσήλωση στην επίλυση τους, όπως πιστεύω ότι συμβαίνει με τον Πρόεδρο της ΝΔ, είναι πολύ δύσκολο να διορθωθούν. Γνωρίζοντας την ποιότητα του πολιτικού μας προσωπικού, τις δυνατότητες της δημόσιας διοίκησης και της αυτοδιοίκησης της χώρας, την αβελτηρία του τραπεζικού συστήματος και τη νοοτροπία της πλειοψηφίας των ελλήνων χρειάζονται πολύ –μα πάρα πολύ– χρόνο και προσπάθεια για να λυθούν και να αποδώσουν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Ελληνικό που προαναφέραμε. Το αεροδρόμιο του Ελληνικού έκλεισε το 2001. Ο διαγωνισμός για την αξιοποίηση του προκηρύχτηκε το 2011, δέκα χρόνια μετά! Είχαν μεσολαβήσει δύο διακυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και μία της Νέας Δημοκρατίας. Ο διαγωνισμός ανέδειξε ανάδοχο επενδυτή, μετά τρία χρόνια, το 2014. Σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά, το έργο δεν έχει αρχίσει ακόμη, με ευθύνη της κυβέρνησης ΣυΡιζΑ.
Οι ημερίδες και τα συνέδρια για τις επενδύσεις δεν βλάπτουν. Ο ΣΕΒ, τα επιμελητήρια, οι φορείς και ο επιχειρηματικός κόσμος ορθώς υπογραμμίζουν τις μεγάλες ανάγκες που υπάρχουν και θέτουν υψηλούς στόχους. Επειδή δεν εμπιστεύονται τους πολιτικούς πλειοδοτούν, μήπως και επιτευχθούν τουλάχιστον τα μισά. Όμως, η διαχείριση του ζητήματος παραμένει αμιγώς πολιτική.
Το πολιτικό περιβάλλονΕδώ αρχίζουν τα δύσκολα: Η πολιτική σταθερότητα, η συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων, η εμπιστοσύνη στην πολιτική διαδικασία και στους θεσμούς, η αλλαγή της νοοτροπίας όλων είναι, επίσης, απαραίτητες προϋποθέσεις και θεμέλια της προσέλκυσης επενδύσεων και της οικονομικής ανάπτυξης. Μπορούν να υπάρξουν τα επόμενα χρόνια, για να μπορέσουν να υλοποιηθούν όλα όσα προαναφέραμε;
Η ακραία πόλωση που επικρατεί και η οποία θα οξυνθεί μέχρι να γίνουν οι εκλογές, δεν είναι καθόλου καλός οιωνός. Το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών, η αυτοδυναμία ή μη του πρώτου κόμματος, το ύψος του ποσοστού του δευτέρου κόμματος (Νέας Δημοκρατίας και ΣυΡιζΑ αντίστοιχα, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις σήμερα), η δύναμη των λοιπών κομμάτων, η δυνατότητα συνεργασιών, η εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας τον Ιανουάριο του 2020 είναι αστάθμητοι παράγοντες, που ακόμη και στα αισιόδοξα σενάρια είναι μάλλον δύσκολο να συντρέξουν.
Από τις τρεις ενότητες που προαναφέραμε, την ποσοτική (δηλαδή αριθμός και μέγεθος επενδύσεων), τα εμπόδια (που πρέπει να υπερνικηθούν) και το πολιτικό περιβάλλον είναι σε μένα προφανές ότι ο στόχος των 100 δις €  στην επόμενη επταετία δεν είναι εφικτός.
Γι’ αυτό, η διαχείριση των προσδοκιών του ελληνικού λαού από τις υγιείς πολιτικές δυνάμεις χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή. Όπως, και οι υποσχέσεις που δίδονται. Θαύματα δεν γίνονται, ούτε αρκεί η πίστη ορισμένων σε ότι χρειάζεται να γίνει. Οι πολίτες, έχοντας υποστεί το παρατεταμένο σοκ της οικονομικής κρίσης και την οδυνηρή διάψευση των προσδοκιών τους από τη διακυβέρνηση ΣυΡιζΑ μπορεί να αντιδράσουν με απρόβλεπτους τρόπους, σε μια ηχηρή διάψευση στο θέμα των επενδύσεων (και επέκεινα της ανάκαμψης), κεντρικού πυλώνα των υποσχέσεων που δίδονται. Τότε, ο κατακερματισμός των πολιτικών δυνάμεων, με τη βοήθεια της απλής αναλογικής, θα οδηγήσει σε πλήρη διάλυση των πάντων.

Σχόλια

  1. Το βασικό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας.

    Λίγοι κατανοούμε το βασικό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας (σπουδές όλο και περισσότερο των αποφοίτων Λυκείου έως του σημερινού ποσοστού 75%.), που αποτελεί και το πρόβλημα διάλυσης της ραχοκοκαλιάς της ελληνικής οικονομίας(συνεχής αποβιομηχανιση, ελάττωση παραγωγικών επενδύσεων ή/και αντικατασταση τους με τα δημοσια έργα και την παραγωγή ιδιωτικών κτιρίων, γιγάντωση του τομέα των υπηρεσιών , εγκατάλειψη -μέχρι πρότινος- του πρωτογενούς τομέα, κ.λπ.)

    Θα έπρεπε -λοιπόν- » εμείς οι λίγοι» να διδάξουμε την λυτρωτική και απελευθερωτική αξία της χειρωνακτικής εργασίας- σε ανέργους και άλλους αποφοίτους «Α»ΤΕΙ σε Δημόσιο ΙΕΚ με χιουμοριστικο τίτλο » ΣΠΟΥΔΑΖΩ ΓΙΑ ΝΑ ΣΚΑΒΩ» σε αντιστιξη με το «ΣΠΟΥΔΑΣΑ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΣΚΑΒΩ» των ικανών κατά τεκμήριο επαρχιωτών φοιτητών της εποχής των δεκαετιών 1960-1970. Όμως τότε οι εισαγόμενοι σε ΑΕΙ /ΚΑΤΕ ήταν μόλις το 15% των αποφοίτων 6-ταξιου Γυμνασίου .

    Να διδάξουμε δηλ. την εργασία των τεχνιτών με χρήση γνώσεων, απόκτηση τεχνικής κουλτούρας (που όλο εκλείπει με την συνεχή αποβιομηχανιση ήδη από την δεκαετία του 1980 ) με την βοήθεια εργαλείων και μηχανημάτων κάθε είδους

    Διότι λ.χ. η Γαλλία έχει όλες τις τάξεις (δηλ. και εργάτες, τεχνίτες, τεχνικούς κάθε φύσης) , σοβαρό πρωτογενή τομέα, βιοτεχνίες και βιομηχανίες κάθε είδους, πανεπιστήμια και πολυτεχνεία για πολλούς αλλοδαπούς, μόδα, υπηρεσίες, κλπ.

    Ενθυμούμενος τον πολλαπλασιαστή του ΑΕΠ με επενδύσεις, που είχαμε διδαχτεί στο ΕΜΠ (Samuelson), όταν στην Γαλλία γίνεται παραγωγική επένδυση 1 δις με ροπή προς κατανάλωση 2/3 η επένδυση αποφέρει θεωρητικά συνολικό ΑΕΠ = 2/3 + (2/3*2/3)+(2/3*2/3*2/3)…. δηλ. 3 δις.

    Όμως στην χώρα μας η τιμή του πολλαπλασιαστή του ΑΕΠ με επενδύσεις υπο τις παρούσες συνθήκες πρέπει να κυμαίνεται από 1,8 έως 2,0.

    Αν λ.χ. το 2018 έχουμε ΑΞΕ 4,0 δις η αύξηση του ΑΕΠ θα είναι μόλις 7,2 εως 8 δις περί το 4,0% του ΑΕΠ (ΑΕΠ 2018 190 δις )

    Πράγματι, η εκτίμηση μου συμπίπτει με τον κ. Βαγγέλη Μαρκόπουλο, Head of energy utilities and infrastructure στο τμήμα Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της PwC Ελλάδας, «…στην Ελλάδα οι επενδύσεις σε έργα υποδομών έχουν σημαντικό οικονομικό πολλαπλασιαστή, της τάξης του 1,8x. Στην περίπτωση των ενεργειακών έργων, για κάθε 1 ευρώ που επενδύεται, μέσω ποιων κλάδων επιφέρεται αυτή η πρόσθετη αύξηση κατά 0,8 ευρώ στο ΑΕΠ»
    http://m.naftemporiki.gr/story/1339871/anektelesta-erga-7-dis-ston-energeiako-klado

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κίμων Χατζημπίρος: Ύστατος πόρος: Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση είναι μια πρόταση για το μέλλον.

Βάσω Κιντή: Παραιτούμαι από μέλος της ΚΕ και αποχωρώ από το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς

Κίμων Χατζημπίρος: Ατελέσφορη Οικολογία